Παρασκευή 20 Ιουνίου 2014

Η περίπτωσις της Ατλαντίδος

 



Η περίπτωσις της Ατλαντίδος
Η πρόσληψις αρχαίων ελληνικών μυθευμάτων από τον σύγχρονον αποκρυφισμόν

Η περίπτωσις της Ατλαντίδος

Του πρωτ. Βασιλείου Α. Γεωργοπούλου, Λέκτορος Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ.
Με τον όρο Ατλαντίδα είναι γνωστό ένα αρχαίο μυθικό-υποθετικό νησί στον Ατλαντικό ωκεανό, το οποίο βυθίστηκε, σύμφωνα με τις φανταστικές και μη ιστορικού χαρακτήρα αναφορές που κάνει ο Πλάτωνας στους Διαλόγους τού Τίμαιο και Κριτία.
Ο φανταστικός χαρακτήρας και η μη ιστορική ύπαρξη της Ατλαντίδας ήταν απολύτως βέβαιες για τον Αριστοτέλη και τον Στράβωνα, πλην όμως ο μύθος επιβίωσε κατά τον Μεσαίωνα και έφθασε ως τις ημέρες μας. Στα νεότερα χρόνια καθ’ όλη τη διάρκεια του 20ου αιώνα έγινε αφορμή για τη δημιουργία ενός μεγάλου πλήθους μυθικών θεωριών και συγγραφών διαφόρων παραλλαγών.
Ο μύθος της Ατλαντίδας όμως υιοθετήθηκε και από διαφόρους εκπροσώπους και ιδρυτές αποκρυφιστικών συστημάτων, οι οποίοι επιχείρησαν να παρουσιάσουν την Ατλαντίδα, ως δήθεν ιστορική πραγματικότητα, χρησιμοποιώντας την ο καθένας στο δικό του αποκρυφιστικό και ανορθολογικό σύστημα(1).
Η H.P.Blavatzki θα ασχοληθεί εκτενώς. Υποτίθεται ότι αντλεί τις πληροφορίες που παραθέτει από το λεγόμενο «Βιβλίο του Ντυζάν», έργο που είναι, κατά τα φαντασιοκοπήματά της, κρυμένο στο Θιβέτ και ήταν γραμμένο από τους Άτλαντες(2).
Ο R. Steiner, ιδρυτής της Ανρθωποσοφίας, στο δικό του αποκρυφιστικό σύστημα θα δώσει μια τελείως διαφορετική εκδοχή και πληροφορίες για την Ατλαντίδα, αντλώντας αυτά τα στοιχεία από τα λεγόμενα «Ακασικά Αρχεία»(3).
Ο E. Cayce (1877-1945), ένας από τους μεγαλύτερους Αμερικανούς μέντιουμ, επίσης θα ενδιαφερθεί για την Ατλαντίδα και θα δώσει τη δική του εκδοχή. Στα χιλιάδες εκστατικά οράματά του «ανακάλυψε» πως η Ατλαντίδα υπήρξε ως νησί κοντά στη Φλόριδα των ΗΠΑ και προφήτευσε ότι θα αναδυθεί από τον Ατλαντικό ωκεανό το 1969. Επίσης, ισχυριζόταν, και οι οπαδοί του αφελώς πίστευαν, ότι είχε συναντήσει κατά τη διάρκεια της ζωής του 700 μετενσαρκωμένους Άτλαντες(4).
Η E. Clare-Wulf, «προφήτιδα» της αποκρυφιστικής οργάνωσης Church Universal and Triumphant, θα ισχυριστεί ότι η Ατλαντίδα εξαφανίστηκε λόγω της αποστασίας των Ατλάντων από τον Κύριο του Φωτός (νεογνωστική εκδοχή) και την μίξη με άλλες οντότητες που τροποποίησαν το γενετικό τους κώδικα. Αυτά τα δύο γεγονότα υποτίθεται κατά την κίνηση συνέβαλαν στην καταστροφή του νησιού και του υποτιθέμενου πολιτισμού του(5).
Η υπόθεση της Ατλαντίδος στον αποκρυφιστικό χώρο, δεν θα σταματήσει εδώ. Θα υιοθετηθεί σε μια ποικιλία εκδοχών από τη Νέα Εποχή, θα καταχωρίζεται ως λήμμα σε Λεξικά σχετικά με τον Εσωτερισμό-Αποκρυφισμό(6), θα χρησιμοποιείται η αναφορά της από ποικίλους σύγχρονους ψευδοπροφήτες, συνωμοσιολόγους κλπ.
Αξιολογώντας την υπόθεση από χριστιανικής πλευράς βρισκόμαστε μπροστά σε μια σύγχρονη εκδοχή αυτού που ο απόστολος Παύλος χαρακτήριζε: «βεβήλους και γραώδεις μύθους» (Α’ Τιμ. 4, 7).

Σημειώσεις:

1. Βλ. B. Grom, Esoterik, G. Müller u.a. (Hrsg), LSSW, 20017, στ. 254.
2. Βλ. M. York, Historical Dictionary of New Age Movements, 2004, σ. 27.
3. Βλ. M. York, όπ.π., σ. 27.
4. Βλ. M. York, όπ.π., σ. 27. R. Biewald, Kleines Lexicon des Okkultismus, 2005, σ. 21.
5. Βλ. M. York, όπ.π., σ. 28.
6. Βλ. N. Drury, The Dictionary of the Esoteric, 20042, σ. 22. Πρβλ. R. Biewald, Kleines Lexicon, όπ.π., σ. 20-21.
Ορθόδοξος Τύπος, Αριθμός Φύλλου 2027, 19 Ιουνίου 2014

Πέμπτη 19 Ιουνίου 2014

Η μέθοδος της ευχής εις την Υπεραγία Θεοτόκο, εις τους Αγίους και Κεκοιμεημένους

 



Η μέθοδος της ευχής εις την Υπεραγία Θεοτόκο, εις τους Αγίους και Κεκοιμεημένους
Ἀρχιμανδρίτης Ἀρσένιος Κατερέλος,
Η  ΜΕΘΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΥΧΗΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΟ, ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ  ΚΑΙ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΚΕΚΟΙΜΗΜΕΝΟΥΣ (07-Ν)
Εἰς τήν προηγούμενη σύναξί μας, ἀγαπητοί μου ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, εἴχαμε ἀναφερθῆ εἰς τήν προσευχή γιά τούς κεκοιμημένους ἀδελφούς μας, εἰς τό ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἀνάπαυσον τούς δούλους σου'', καί εἴχαμε ἀναφέρει, ὅτι αὐτή ἡ προσευχή ἐνδείκνυται καί ἐπιβάλλεται, μέ τό παραπάνω γιά τούς κεκοιμημένους σέ σχέσι μέ τούς ζῶντας ἀδελφούς μας, ἐφ᾽ ὅσον οἱ κεκοιμημένοι δέν μποροῦν πλέον νά βοηθήσουν τόν ἑαυτό τους. Διότι ἔχει πλέον λήξει ἡ προθεσμία μετανοίας τους.
Καί ἐδῶ ἁπλῶς νά ξανατονίσωμε εἰς τήν ἀγάπη σας, ὅτι τήν πρώτη μόνο φορά, ὅταν ξεκινᾶμε τήν εὐχή, εἶναι πολύ καλό καί ἐνδείκνυται νά ἀναφέρωμε κάποια ὀνόματα κεκοιμημένων, ὅπως ὀνόματα συγγενικῶν προσώπων, γνωστῶν μας, ἤ προσώπων γιά τά ὁποῖα αἰσθανόμεθα κάποιας πνευματικῆς ἤ ὑλικῆς φύσεως εὐγνωμοσύνη καί τά παρόμοια. Νά ἀναφέρωμε δηλαδή τήν πρώτη μόνο φορά τά ὀνόματα αὐτά καί μετά, ἐν συνεχείᾳ, χωρίς νά κουραζώμεθα, νά ζαλιζώμεθα, καί ἔτσι νά συγχέεται ὁ νοῦς μας ἐπαναλαμβάνοντας συνεχῶς τά ἴδια ὀνόματα, νά λέμε ἁπλᾶ, μόνο, τό ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἀνάπαυσον τούς δούλους Σου''. Ἐκεῖ μέσα, εἰς τό ''ἀνάπαυσον τούς δούλους Σου'', εὑρίσκονται ὅλοι οἱ ἀπ᾽ αἰῶνος κεκοιμημένοι ἀδελφοί μας, ἀλλά ἐπί πλέον, κατά ἕναν ἐντελῶς ξεχωριστό, μοναδικό καί ἰδιαίτερο τρόπο, εὑρίσκονται καί τά ὀνόματα πού ἀναφέραμε τήν πρώτη μόνο φορά, εἰς τήν ἀρχή. Καί ἔτσι οἱ πάντες ὠφελοῦνται, καί οἱ σεσωσμένοι καί οἱ κολασμένοι, ἐφ᾽ ὅσον καί στίς δύο καταστάσεις ὑπάρχουν ἄπειρες διαβαθμίσεις.
Εἰς τό Γεροντικό ἀναφέρεται, σχετικά μέ τόν ἀββᾶ Μακάριο, τό ἑξῆς: «Εἶπε ὁ ἀββᾶς Μακάριος: ''Περπατῶντας κάποτε εἰς τήν ἔρημο, βρῆκα παραπεταμένο στό ἔδαφος ἕνα κρανίο νεκροῦ. Καί κουνῶντας το μέ τό ραβδί, μοῦ μίλησε τό κρανίο. Καί τοῦ λέγω: «Σύ ποιός εἶσαι;» Τό κρανίο μοῦ ἀποκρίθηκε: «Ἐγώ ἤμουν ἱερεύς τῶν εἰδώλων καί τῶν ἐθνικῶν ὅπου εἶχαν ἀπομείνει σέ αὐτόν τόν τόπο. Καί σύ εἶσαι ὁ Μακάριος, ὅπου ἔχεις τό Ἅγιο Πνεῦμα μέσα σου. Ὅταν ἐσύ σπλαγχνισθῆς ὅσους εἶναι στήν κόλασι, Μακάριε, καί προσευχηθῆς γι᾽ αὐτούς, βρίσκουν κάποια παρηγοριά». Τοῦ λέγω: «Ποιά εἶναι ἡ παρηγοριά; Καί ποιά ἡ Κόλασι;» Μοῦ ἀποκρίνεται τό κρανίο: «Ὅσο ἀπέχει ὁ οὐρανός ἀπό τήν γῆ, τόση εἶναι ἡ φωτιά κάτω ἀπό ἐμᾶς. Στεκόμαστε δέ, ἀπό τά πόδια ἕως τό κεφάλι, μέσα σέ αὐτή τήν φωτιά καί δέν μποροῦμε νά κοιτάξωμε κάποιον πρόσωπο μέ πρόσωπο, ἀλλά ἡ ράχη τοῦ ἑνός εἶναι κολλημένη στήν ράχη τοῦ ἄλλου». Πλήρης δηλαδή ἀκοινωνησία. Καί συνεχίζει τό κρανίο λέγοντας: «Ὅταν λοιπόν προσεύχεσαι, Μακάριε, ἐσύ γιά μᾶς, βλέπει κάπως ὁ ἕνας τό πρόσωπο τοῦ ἄλλου. Αὐτή εἶναι ἡ παρηγοριά». Καί ἔκλαψα τότε καί εἶπα: «Ἀλλοίμονο στή μέρα πού γεννιέται ὁ ἄνθρωπος!» Τοῦ λέγω ἔπειτα τοῦ κρανίου: «Ὑπάρχει ἄλλο χειρότερο βάσανο;» Μοῦ λέγει τό κρανίο: «Μεγαλύτερο βάσανο εἶναι ἀπό κάτω μας». Τοῦ λέγω: «Καί ποιοί εἶναι ἐκεῖ;» Μοῦ ἀποκρίνεται τό κρανίο: «Ἐμεῖς, ἐπειδή δέν γνωρίζαμε τόν Θεό, βρίσκομε κάποιο ἔλεος. Ὅσοι ὅμως τόν γνώρισαν καί τόν ἀρνήθηκαν καί δέν ἔπραξαν τό θέλημά Του, ἀπό κάτω μας εἶναι» - δηλαδή εἶναι πολύ χειρότερα. Πῆρα τότε τό κρανίο καί τό ἔθαψα''». Αὐτά, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, μᾶς διηγήθηκε ὁ ἀββᾶς Μακάριος.
Ὅπως μᾶς ἔλεγε καί ὁ π. Παΐσιος, σχετικά γιά τό θέμα αὐτό, ''δέν εἶναι τό ἴδιο πρᾶγμα νά βρίσκεσαι σέ μία σκοτεινή καί ζεστή φυλακή καί νά σκᾶς καί νά μή βλέπης τίποτε, ἀπό τό νά εἶσαι στήν ἴδια φυλακή καί νά ἔχης ἐκεῖ, κάπου-κάπου, τήν δυνατότητα νά πίνης καί κανένα δροσερό ἀναψυκτικό''. Καταλαβαίνετε ἀσφαλῶς, τί ἐννοοῦσε ὁ Γέροντας. Πνευματικό ἀναψυκτικό.
Βέβαια, σπανιώτατα ἔχομε καί περιπτώσεις πού βγῆκαν ἄνθρωποι καί ἀπό αὐτήν τήν κόλασι. Ὄχι δηλαδή ἁπλῶς ἐβελτιώθη ἡ θέσις των, εἴτε αὐτοί εὑρίσκοντο εἰς τήν κόλασι, εἴτε αὐτοί εὑρίσκοντο εἰς τόν Παράδεισο, ἀλλά ἔχομε καί περιπτώσεις, πού καί ἀπό αὐτήν ταύτην τήν κόλασι νά ἔχουν μεταφερθῆ οἱ ψυχές των εἰς τόν Παράδεισον. Ὅπως π.χ. ἀναφέρεται εἰς τήν Πατερική Γραμματολογία, ἡ περίπτωσις πού ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Διάλογος, ἕνας μεγάλος Ἅγιος πού ἔζησε εἰς τήν Δύσι, μετά ἀπό ἐντεταμένη καί ἐκτενεστάτη καί διακαῆ προσευχή, ἔβγαλε ἀπό αὐτήν τήν κόλασι τήν ψυχή ἑνός γνωστοῦ ρωμαίου αὐτοκράτορα, ὀνόματι Τραϊανοῦ.
Κλείνοντας, ὅσα εἴχαμε νά ποῦμε γιά τήν προσευχή γιά τούς κεκοιμημένους μέ τήν μέθοδο αὐτή, ἁπλῶς νά ἀναφέρωμε ὅτι πρέπει νά προσευχώμεθα γιά ὅλους ἀνεξαιρέτως τούς ἀπ᾽ αἰῶνος κεκοιμημένους, ἐκτός φυσικά ἀπό τούς ἐπίσημα ἀναγνωρισμένους Ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας μας. Νά τούς βάζωμε ὅλους δηλαδή στό συγχωροχάρτι. Διότι ἀκόμη καί ἐκεῖνοι πού εἶναι πλούσιοι πνευματικά, μέ τίς προσευχές μας γίνονται ἀκόμη πιό πλούσιοι. Ἀκόμη κι ἄν ὑπάρχη ἡ βεβαιότητα, τρόπον τινά, εἰς τήν συνείδησι τῆς Ἐκκλησίας μας γιά κάποιες ψυχές ὅτι ἔχουν μεγάλη παρρησία εἰς τόν Θεό, ὅμως ἀπό τήν στιγμή πού δέν εἶναι ἀναγνωρισμένοι ἐπίσημα ὡς Ἅγιοι, ὀφείλομε ἀδίστακτα νά τούς μνημονεύωμε εἰς τίς Λειτουργίες - αὐτή εἶναι ἡ τάξις τῆς Ἐκκλησίας - καί γενικῶς, νά προσευχώμεθα γιά τίς ψυχές τους.
Διότι, ὅπως ἔλεγε ὁ γνωστός σας π. Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης, ἄν σέ ἕναν πολυεκατομμυριοῦχο δώσης μία, δύο, ἑκατό, χίλιες δραχμές ἐπί πλέον, ὄχι μόνο δέν τοῦ κάνεις κακό, ἀλλά τόν κάνεις ἀκόμη πιό πλούσιο. Μέ καταλαβαίνετε... Ἀλλά καί μέ καλή, λευκή, θεάρεστη ''πονηρία'' νά δοῦμε τό θέμα, ἀπό τήν στιγμή πού αὐτός γιά τόν ὁποῖο προσευχόμεθα ἔχει ὄντως παρρησία στόν Θεό, ἔ, καί αὐτός, μέ τήν σειρά του, θά προσεύχεται ἀκόμη γιά ἕναν λόγο παραπάνω γιά μᾶς, ὁπότε καί ἀπό αὐτήν τήν ἄποψι ἔχομε ἕνα ἐπί πλέον προσωπικό πνευματικό κέρδος.
Ἔτσι λοιπόν, μέ τό ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἀνάπαυσον τούς δούλους Σου'', μποροῦμε νά προσευχώμεθα γιά ὅλες τίς ψυχές τῶν κεκοιμημένων.
Καί στό σημεῖο αὐτό, ἄς περάσωμε καί ἄς ἀναλύσωμε εἰς τήν ἀγάπη σας τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο πρέπει, κατ᾽ ἀναλογίαν καί κατ᾽ ἀντιστοιχίαν, νά προσευχώμεθα μέ τήν ἴδια μέθοδο εἰς τήν Παναγία Μητέρα μας. Γιά τόν Χριστό λέμε ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με'', ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς'', ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἀνάπαυσον τούς δούλους Σου''.
Νά δοῦμε τώρα τί μποροῦμε νά ποῦμε, κατ᾽ ἀναλογίαν πάντα, εἰς τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο. Ἀλλά πρίν μποῦμε σέ αὐτό τό θέμα, ἄς ποῦμε κάποια πράγματα εἰσαγωγικά, πού εἶναι ἀπαραίτητα.
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἄν ὁ Χριστός εἶναι ὡς ἄνθρωπος ὀντολογικός μεσίτης τοῦ ἀνθρωπίνου γένους πρός τήν Ἁγία Τριάδα, ἄν δηλαδή αὐτή αὕτη ἡ Ἐνανθρώπισις, ἀπό μόνη της, εἶναι ἡ αἰτία τῆς εὐνοίας τοῦ Θεοῦ στό ἀνθρώπινο γένος, ἐφ᾽ ὅσον ὁ Χριστός, ὡς ἄνθρωπος εὐηρέστησε σέ τέλειο βαθμό τήν Ἁγία Τριάδα - διότι διά τοῦ Χριστοῦ συμφιλιωθήκαμε ξανά μέ τόν ἅγιο ἔνδοξο Τριαδικό Θεό καί αὐτό ὁλοκληρώθηκε φυσικά στό γεγονός τῆς Ἀναλήψεως, κατά τό ὁποῖο ἀνέβηκε ὁλόκληρη ἡ ἀνθρωπίνη φύσις μας σέ αὐτό τοῦτο τό ὕψος τῆς Ἁγίας Τριάδος. Συνέπεια δέ αὐτῆς τῆς συμφιλιώσεως καί τῆς συνδιαλλαγῆς ἦταν ἡ ἐκ νέου ἀποστολή τῆς ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἔ τότε, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος εἶναι ὁ πιό τέλειος ἠθικός μεσίτης στόν Τριαδικό Θρόνο.
Ἡ παρρησία τῆς Παναγίας εἶναι παμμεγίστη. Ἀρκεῖ νά σκεφθοῦμε, ὅτι ὁ Θεός Της, ταυτόχρονα ὡς ἄνθρωπος εἶναι καί θά εἶναι καί υἱός Της. Ἡ Παναγία, ὅπως λέγει ἕνα τροπάριο, εἶναι ἡ ''αἰτία τῆς τῶν πάντων θεώσεως''. Γι᾽ αὐτό, παράλληλα μέ τίς εὐχές πρός τόν Χριστό μας, κατ᾽ ἀναλογίαν, ἐνδείκνυται καί ἐπιβάλλεται νά λέμε τό ''Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον με'', γιά τόν ἑαυτό μας, καί τό ''Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς'', ὅταν προσευχώμεθα γιά ὅλους τούς ζῶντες, ὅπως ἤδη ἔχομε ἐξηγήσει. Τέλος, νά ἀναφέρωμε τό ''Ὑπεραγία Θεοτόκε, ἀνάπαυσον τούς δούλους Σου'' γιά τούς ἀπ᾽ αἰῶνος κεκοιμημένους ἀδελφούς μας, μέ τήν ἴδια δηλαδή ἀκριβῶς μέθοδο, εἴτε μέ τό κομβοσχοίνι, εἴτε χωρίς αὐτό, ὅπως ἀναφερθήκαμε πιό ἀναλυτικά γιά τίς ἀντίστοιχες προσευχές εἰς τόν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό.
Βέβαια, ὅπως εἴπαμε, μόνο ὁ Χριστός εἶναι μεσίτης ὀντολογικός, πού σώζει. Καί, ὅταν λέμε ''Ὑπεραγία Θεοτόκε σῶσον με, ἤ σῶσον ἡμᾶς, κλπ.'', ἔχει τήν ἔννοια τοῦ ''πρέσβευε''. Ἔχει λοιπόν τήν σημασία τῆς πρεσβείας. Ἁπλῶς, ἐπειδή ἡ πρεσβεία τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου κατέχει ἐντελῶς ξεχωριστή θέσι μέσα εἰς τήν ἁγία μας Ἐκκλησία, σέ σχέσι δηλαδή μέ τούς ὑπολοίπους Ἁγίους, γι᾽ αὐτό τιμητικά, ἀξίως, δικαίως καί πρεπόντως γιά τήν Παναγία Μητέρα μας, ἐνδείκνυται καλύτερα νά λέμε τό ''Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς'', ἐνῶ γιά ὅλους τούς ὑπολοίπους Ἁγίους νά λέμε '' Ἅγιοι τοῦ Θεοῦ, πρεσβεύσατε ὑπέρ ἡμῶν''.
Γιά νά ἐννοήσωμε λίγο ἀπό τό μεγαλεῖο τῆς παρρησίας τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ἀρκεῖ νά ἀναφερθοῦμε, περιληπτικά καί χωρίς ἱστορικές λεπτομέρειες, εἰς τήν εἰκόνα τῆς Παραμυθίας, ἡ ὁποία εὑρίσκεται εἰς τήν Ἱερά Μονή Βατοπαιδίου τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ἀπό αὐτήν τήν εἰκόνα, θαυματουργικά ἐμίλησε ἡ Παναγία καί προεμήνυσε στούς τότε ἐκεῖ εὑρισκομένους μοναχούς νά λάβουν κάποια μέτρα ἀσφαλείας, γιατί θά ἐδέχοντο πειρατική ἐπίθεσι. Τότε συνέβη καί, σχεδόν ταυτόχρονα, ὁ εἰκονιζόμενος Χριστός τῆς εἰκόνας, πῆγε αὐτόματα νά κλείση τό στόμα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου λέγοντας: ''Μή τούς προστατεύης αὐτούς τούς μοναχούς. Δέν εἶναι ἄξιοι τῆς ἀποστολῆς των''. Καί, μέ τήν σειρά της, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος ἐκράτησε τό χέρι τοῦ Χριστοῦ ἀπό τοῦ νά τῆς κλείση τό στόμα τῆς Παναγίας ὁ Χριστός μας. Καί ἀπό τότε δηλαδή παρέμεινε ἡ εἰκόνα αὐτή ζωγραφισμένη ἔτσι καί ὄχι ὅπως τήν εἶχε φτιάξει ὁ ἁγιογράφος στήν ἀρχή. Ἀπό τότε οἱ πιό πολλές κουρές συνηθίζεται νά γίνωνται μπροστά σέ αὐτήν τήν εἰκόνα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.
Αὐτά γιά τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, ὡς πρός τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο πρέπει νά προσευχώμεθα εἰς Αὐτήν μέ τήν μέθοδο τῆς νοερᾶς προσευχῆς.
Τέλος, ἐκτός ἀπό τήν Παναγία Μητέρα μας, ὅπως ἤδη ἀναφέραμε, εἶναι συμφέρον γιά μᾶς νά προσευχώμεθα, πάντα κατ᾽ ἀναλογίαν, καί εἰς τούς Ἁγίους τῆς κάθε ἡμέρας, λέγοντας τό '' Ἅγιοι τοῦ Θεοῦ, πρεσβεύσατε ὑπέρ ἐμοῦ''. Διότι τήν κάθε ἡμέρα δέν ἑορτάζουν μόνον ὁ ἕνας ἤ οἱ δύο Ἅγιοι, πού ἀναγράφονται εἰς τό Ἡμερολόγιο, οὔτε μόνον οἱ ἀκόμη περισσότεροι Ἅγιοι τῶν ὁποίων τά ὀνόματα μνημονεύει ὁ ἀναγνώστης στόν ὄρθρο, στό Συναξάρι τῆς Ἡμέρας, τό πρωΐ. Τήν κάθε ἡμέρα ἑορτάζουν ἀκόμη περισσότεροι Ἅγιοι - ἄγνωστοι σέ μᾶς, πού γιά τόν Θεό ὅμως εἶναι Ἅγιοι -, πού ἐκοιμήθησαν ἐκείνη τήν ἡμέρα. Ἐπίσης ὑπάρχουν καί ἄλλοι τοπικοί Ἅγιοι πού δέν ἀναγράφονται εἰς τά Συναξάρια. Ὑπάρχουν καί ἄλλοι πάρα πολλοί Ἅγιοι, πού ἐμεῖς μέν δέν τούς ξέρομε, ἐκεῖνοι ὅμως ξέρουν ἐμᾶς καί εἶναι πνευματικό συμφέρον νά ἐπικαλούμεθα τήν μεσιτεία τους.
Ὅταν ἤμουν λαϊκός, σέ μία συζήτησι μέ τόν Γέροντα Παΐσιο σχετικά μέ τούς Ἁγίους, τότε πρωτοαισθάνθηκα τήν ἐγγύτητα τῶν Ἁγίων. Αὐτό συνέβη λόγῳ τοῦ περιεχομένου καί τῆς πηγαιότητος τῶν λόγων τοῦ Γέροντα. Τότε, ἐν τῇ ἀφελείᾳ μου, κι ἐγώ, αὐθόρμητα, συμπερασματικά, εἶπα στόν Γέροντα: «Δηλαδή Γέροντα ὅλοι οἱ Ἅγιοι μέ ξέρουν καλά...» Καί ὁ Γέροντας ἀστειευόμενος καί πονῶντας εἶπε: «Ἔ, νά τούς δώσης τηλέφωνο καί διεύθυνσι γιά νά σέ βρίσκουν...!» Ἴσως, μέ αὐτήν τήν ἔκφρασί του ὁ Γέροντας νά ἤθελε νά πῆ, ὅτι οἱ Ἅγιοι μᾶς ξέρουν μέν, ἀλλά καί ἐμεῖς πρέπει νά κάνωμε κάτι γιά νά μποροῦν νά μᾶς βρίσκουν, ἤ μᾶλλον νά μᾶς βοηθοῦν. Δηλαδή νά τούς δίνωμε ἀφορμή γιά νά μᾶς βοηθοῦν, καί οἱ Ἅγιοι πάντα θά μᾶς βοηθοῦν. Νά εἶναι τέτοια δηλαδή ἡ στάσι μας, ἡ ζωή μας, τό φρόνημά μας, ὥστε νά ἐπιτρέπωμε στούς Ἁγίους νά μᾶς βοηθοῦν.
Τό 1979, τό καλοκαίρι, ὁ π. Παΐσιος ἔκανε τήν τελευταία του μετακόμισι. Ἄλλαξε Κελλί δηλαδή τότε καί μετεφέρθη ἀπό τό Κελλί τοῦ Τιμίου Σταυροῦ - πού εὑρίσκεται εἰς τήν Καψάλα - εἰς τό τελευταῖο του Κελλί, εἰς τήν Παναγούδα. Εἰς τό Κελλί τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἔμενε ἐπί ἀρκετά χρόνια, πιό παληά, ἕνας μεγάλος Ρῶσος ἀσκητής ὀνόματι παπα-Τύχων, ὁ ὁποῖος ἔκανε τόν Γέροντα Παΐσιο μεγαλόσχημο.
Ὅταν λοιπόν ἔφυγε ἀπό ἐκεῖ ὁ μακαριστός π. Παΐσιος καί πῆγε εἰς τήν Παναγούδα, τό πρῶτο βράδυ τῆς μετακομίσεώς του, ὅπως εἶναι φυσικό, ἦτο κατάκοπος καί, ἐκτός αὐτοῦ, εἶχε καί ὅλα τά σχετικά βιβλία του στά κουτιά, λόγῳ τῆς μετακομίσεως. Τότε τό πρῶτο βράδυ, ὅταν ἐδιάβαζε ἀπ᾽ ἔξω τό Ἀπόδειπνο, καί ἔφθασε στό σημεῖο πού ἔπρεπε νά ἀναγνώση, ἀπό μέσα φυσικά, τό ἀντίστοιχο κοντάκιο, τοῦ Ἁγίου δηλαδή πού ἑώρταζε ἐκείνη τήν ἡμέρα, γιά πρακτικούς λόγους δέν ἔψαξε νά βρῆ τό Μηναῖο, ἀλλά εἶπε: «Ἅγιε τοῦ Θεοῦ - ὅποιος καί νά εἶσαι - πρέσβευε ὑπέρ ἐμοῦ». Τό εἶπε αὐθόρμητα, ἁπλᾶ, φυσικά, ἀλλά καί μέ πίστι. Καί τότε τοῦ ἐνεφανίσθη ὁ ἑορταζόμενος Ἅγιος τῆς ἡμέρας - ἦτο ἡ 3η Ἰουνίου - καί τοῦ αὐτοσυστήθηκε! Μάλιστα, λόγῳ τῆς κούρασης, ὁ Γέρων Παΐσιος δέν κατάλαβε καλά τό ὄνομά του, ὅταν τοῦ αὐτοσυστήθηκε ὁ Ἅγιος. Καί τότε τόν ἐρώτησε ὁ Γέροντας Παΐσιος, μετά τήν σύστασι πού ἔκανε ἀπό μόνος του ὁ Ἅγιος: «Ποιός εἶσαι; Ὁ ἅγιος Λουκιανός;». «Ὄχι, τοῦ εἶπε ὁ Ἅγιος. Εἶμαι ὁ ἅγιος Λουκιλιανός». Διότι ὑπάρχουν, καί ἅγιος Λουκιανός, καί ἅγιος Λουκιλιανός. Καί, ἀπό τότε ὁ Γέροντας ἔχει βάλει μία χάρτινη ἁπλῆ εἰκονίτσα, τήν εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Λουκιλιανοῦ, ἐκεῖ, εἰς τό ἐκκλησάκι τοῦ κελλιοῦ του εἰς ἀνάμνησιν, μέχρι τῆς σήμερον, ἐκείνης τῆς ἐπισκέψεως τοῦ Ἁγίου.
Καί πάλι μᾶς ἔλεγε κάποια ἄλλη φορά ὁ ἴδιος Γέροντας γιά κάποιον μοναχό, πού πολλές φορές ἔβλεπε τόν κυριώτερο ἑορταζόμενο Ἅγιο τῆς κάθε ἡμέρας.
Αὐτά τά ὀλίγα, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, γιά τήν προσευχή εἰς τούς Ἁγίους τῆς κάθε ἡμέρας.
Καί νά προσθέσωμε, ὅτι αὐτή ἡ προσευχή, γίνεται, εἴτε μέ τό κομβοσχοίνι, εἴτε χωρίς αὐτό. Ὅταν εὑρισκώμεθα εἰς τήν ἐκκλησία καί ψάλλωνται κάποια τροπάρια τά ὁποῖα ἀναφέρονται σέ κάποιον Ἅγιο, ἐμεῖς παράλληλα μέ τά τροπάρια αὐτά, μποροῦμε νά λέμε '' Ἅγιε τοῦ Θεοῦ, πρέσβευε ὑπέρ ἐμοῦ''.
Ἐπί πλέον νά ἀναφέρωμε ἐδῶ ὅτι, ἄν θέλη κάποιος, μπορεῖ νά λέγη, ἐκτός ἀπό τό '' Ἅγιε τοῦ Θεοῦ, πρέσβευε ὑπέρ ἐμοῦ'', ἀνάλογα μέ τήν περίπτωσι καί τήν περίστασι, ὅπως βγαίνει ἀπό μέσα του, νά λέγη '' Ἅγιε τοῦ Θεοῦ, πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν'', ἤ ἀκόμη νά προσεύχεται εἰς τούς Ἁγίους καί γιά τίς ψυχές τῶν κεκοιμημένων.
Τώρα μετά ἀπό αὐτά, ἄς ἀναφέρωμε ὅτι ἡ σωστότερη ἀναλογία χρόνου, πού πρέπει νά διαθέτωμε μέ τό κομβοσχοίνι, γιά ὅλες τίς προσευχές πού προαναφέραμε εἶναι ἡ ἑξῆς. Χωρίς βέβαια νά εἴμαστε ἀπόλυτοι, ἁπλῶς λέμε ἕναν λογισμό μέ βάσι βέβαια ἐκεῖνα πού ἀκούσαμε ἀπό τούς Γεροντάδες μας:
Τρεῖς μονάδες χρόνου εἰς τόν Χριστό, σταυρωτά, καί μία μονάδα χρόνου εἰς τήν Παναγία, σταυρωτά. Ἐπί πλέον, τρεῖς μονάδες χρόνου εἰς τόν Χριστό, εὐχή, ἐλεύθερα, γιά τόν ἑαυτό μας, καί μία μονάδα χρόνου εἰς τήν Παναγία, εὐχή, ἐλεύθερα, ἐννοεῖται πάλι γιά τόν ἑαυτό μας. Ἀκόμη, τρεῖς μονάδες χρόνου εἰς τόν Χριστό μέ τό ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς'', γιά ὅλους τούς ζῶντας, καί μία μονάδα χρόνου εἰς τήν Παναγία, λέγοντας ''Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς''. Ἐπίσης, τρεῖς μονάδες χρόνου εἰς τόν Χριστό λέγοντας ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἀνάπαυσον τούς δούλους Σου'' καί μία μονάδα χρόνου εἰς τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, λέγοντας ''Ὑπεραγία Θεοτόκε, ἀνάπαυσον τούς δούλους Σου''. Καί τέλος, μία μονάδα χρόνου εἰς τούς Ἁγίους τῆς κάθε ἡμέρας.
Τώρα, τόν ὑπόλοιπο χρόνο μποροῦμε καί ἐνδείκνυται νά λέμε κυριώτατα, τό ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με'', εἴτε μέ κομβοσχοίνι, εἴτε χωρίς αὐτό, εἴτε παράλληλα μέ ἄλλες ἀσχολίες, ὅπως ἤδη ἔχωμε ἐξηγήσει.
Τώρα, οἱ τρεῖς μονάδες χρόνου μπορεῖ νά εἶναι, εἴτε τριακόσιοι κόμβοι, εἴτε ἑκατό κόμβοι, εἴτε καί ἄλλος ἀριθμός. Ἄν οἱ τρεῖς μονάδες χρόνου εἶναι τριακόσιοι κόμβοι, γιά παράδειγμα, ἔ τότε, ὅπως καταλαβαίνετε, ἡ μία μονάδα χρόνου εἶναι τό ἕν τρίτον, δηλαδή ἑκατό κόμβοι. Ἄν οἱ τρεῖς μονάδες χρόνου εἶναι ἑκατό κόμβοι, τότε ἡ μία μονάδα χρόνου εἶναι περίπου τριάντα τρεῖς κόμβοι. Ὁπότε στήν δεύτερη περίπτωσι βγαίνουν δέκα ἑπτά ἑκατοστάρια - 4Χ4=16, καί 16+1 (εἰς τούς Ἁγίους)=17. Ἐνῶ ἄν εἶναι τριακοσάρια τά κομβοσχοίνια - τά τυπικά εἶναι διάφορα - βγαίνουν δέκα ἑπτά τριακοσάρια. Ὅπως μᾶς ἔλεγε ὁ π. Ἐφραίμ ὁ Κατουνακιώτης, πού ἦταν ἕνας μεγάλος ἀγωνιστής μοναχός, ἔκανε, μόνο κάθε νύχτα, δέκα ἑπτά τριακοσάρια.
Καί στό σημεῖο αὐτό, ἄς ποῦμε κάποια πράγματα σχετικά καί ὠφέλιμα πού μᾶς εἶπε ὁ ἴδιος. Ἡ ρῆσις του ἦταν ἀποτέλεσμα τῆς ἰδικῆς του προσωπικῆς κεκτημένης πείρας, διότι ὁ π. Ἐφραίμ ἦτο πρότυπο μαρτυρικῆς καί ἀγωνιστικῆς ὑπακοῆς. Ἔλεγε: ''Χωρίς ὑπακοή δέν ἔρχεται ἡ εὐχή τοῦ Ἰησοῦ. Κάνε εὐχή ὅση ὥρα θέλεις. Ἄν δέν ἔχης ὑπακοή, δέν θά καρπίση ἡ καρδιακή εὐχή μέσα σου''. ''Καί, ἄν περιφέρεσαι - ἔλεγε σέ κάποιους μοναχούς - ἄσκοπα, πέρα-δῶθε, δέν θά μπορῆς νά λές τήν εὐχή ὅπως πρέπει. Θά πιέζεσαι καί δέν θά βγαίνη. Θά ζορίζεσαι πολύ χωρίς τό ἀνάλογο ἀποτέλεσμα. Ἄν εἶσαι ''γυρολόγος'', ἔτσι τό ἔλεγε, ''δέν θά τρέχη'' - ἀκοῦστε ἔκφρασι - ἡ εὐχή. Ἐνῶ, ἄν πᾶς κάπου, ὄχι ἀπό μόνος σου, ἀλλά ἀπό ὑπακοή στόν Γέροντά σου, ἐκεῖ πού θά πᾶς, ἔστω κι ἄν ὑπάρχουν κάποιοι κίνδυνοι ἤ κάποια ἐξωτερική φασαρία ἤ πολυκοσμία καί τά παρόμοια, θά δῆς ὅτι ἐπειδή εἶσαι στήν ὑπακοή, καί βέβαια ἐπειδή προσέχεις, ἐννοεῖται ὅσο ἐξαρτᾶται ἀπό ἐσένα, κάποιες φορές ἡ εὐχή θά βγαίνη αὐτόματα ἀπό μέσα σου μέ μεγαλύτερη εὐκολία καί ἄνεσι ἀκόμη καί ἀπό τότε πού ἤσουν στήν ἡσυχία τοῦ κελλιοῦ σου''. Φυσικά αὐτό εἶναι μία δωρεά τοῦ Θεοῦ λόγῳ τῆς ὑπακοῆς.
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, εἶναι ὄντως πολύ λεπτή ἡ πνευματική ζωή. Εἶναι ἐπιστήμη ἐπιστημῶν, τέχνη τεχνῶν. Πολλές φορές ἕνας σωστός λογισμός, μία σωστή ἐσωτερική μας τοποθέτησι, γίνεται γενεσιουργός αἰτία νά ἔρχεται ἡ εὐχή στόν ὕπνο, ἤ νά διευκολύνη τήν εὐχή κατά τόν ξύπνιο μας. Ἐνῶ ἀντίθετα ἕνας κακός λογισμός, μία μή σωστή τοποθέτησί μας, ἔστω καί σέ ὕπουλη, σέ λανθάνουσα μορφή, κρυμμένη μέσα μας, γίνεται δυστυχῶς πνευματικός φράχτης, πού ἐλαχιστοποιεῖ τήν παροχή, τήν ρευστότητα, τήν εὐκολία τῆς εὐχῆς. Γίνεται ἀνασταλτικός παράγοντας γιά τήν εὐχή. Γι᾽ αὐτό ἔλεγε καί κάποιος Γέροντας, ''ὅσο ἀξίζει μερικές φορές ἕνας σωστός λογισμός, δέν ἀξίζουν ἐπί παραδείγματι χίλιες μετάνοιες''.
Ἐπίσης στό σημεῖο αὐτό νά ἀναφέρωμε, ὅτι μποροῦμε ἐάν θέλωμε, καί κατόπιν βέβαια συνεννοήσεως μέ τόν πνευματικό μας, νά κάνωμε κάποιες ἀκολουθίες, ἰδιαίτερα ὅταν δέν ὑπάρχη ἡ δυνατότητα νά πᾶμε στήν ἐκκλησία, ἤ γιά κάποιο λόγο δέν ἔχομε τίς ἀπαραίτητες συνθῆκες ἤ τά σχετικά βιβλία πού ἀπαιτοῦνται κλπ. Μποροῦμε λοιπόν κάποιες ἀκολουθίες νά τίς κάνωμε μέ τό κομβοσχοίνι, εἴτε λέγοντας τήν εὐχή προφορικά, εἴτε νοερά, μέ ἤ χωρίς κομβοσχοίνι ἀνάλογα, εἴτε αὐτή ἡ ἀκολουθία εἶναι Ἑσπερινός, ἤ Ὄρθρος, ἤ Ἀπόδειπνο, ἤ Θεία Μετάληψι, ἤ Παράκλησι στήν Παναγία μας, ἤ ἄλλες ἀκολουθίες.
Βέβαια δέν θά θέλαμε σήμερα νά ἀναφερθοῦμε σέ λεπτομέρειες εἰς τήν ἀγάπη σας, τοὐλάχιστον στήν φάσι αὐτή, ἀλλά σάν πρώτη ἐνημέρωσι ἀναφέρομε, ὅτι τόν χρόνο πού πάνω-κάτω ἀπαιτεῖται γιά κάποια συγκεκριμένη ἀκολουθία πού θέλομε νά κάνωμε μέ τό κομβοσχοίνι, τόν χρόνο λοιπόν αὐτόν τόν χωρίζομε, κατά προσέγγισι βέβαια, σέ εὐχή στόν Χριστό, σέ εὐχή στήν Παναγία καί σέ εὐχή στόν Ἅγιο ἤ στούς Ἁγίους πού ἐκείνη τήν ἡμέρα ἑορτάζουν. Ἐπί παραδείγματι, ἄν ἕνας καθημερινός Ἑσπερινός διαρκῆ περίπου μισή ὥρα, μποροῦμε νά κάνωμε, πάνω-κάτω, εἴκοσι λεπτά εὐχή στόν Χριστό - ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με'' - πέντε λεπτά περίπου στήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, λέγοντας ''Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον με, ἤ σῶσον ἡμᾶς'', καί πέντε λεπτά περίπου στούς Ἁγίους τῆς ἡμέρας πού ἑορτάζουν. Βέβαια, ὅλα αὐτά δέν μπαίνουν σέ καλούπια καί οὐσιαστικά εἶναι θέμα προσωπικό τοῦ καθενός καί θέμα τῆς συνεννοήσεώς του μέ τόν πνευματικό. Τά τυπικά εἶναι πάρα πολλά. Ὅλα εἶναι καλά καί ἅγια, ἀρκεῖ νά γίνωνται μέ σωστή διάθεσι.
Μάλιστα ἐν προκειμένῳ ἔλεγε ὁ π. Ἐφραίμ ὁ Κατουνακιώτης, ὅτι: ''Ὅταν κάνης μόνος σου εὐχή, ὅλο τό κέρδος εἶναι καθαρό, εἶναι δικό σου, νά ποῦμε...''. Ἔτσι ὡμιλοῦσε... ''Ἐνῶ, ἄν εἶναι πολλοί παρόντες, μία συμβαίνει τό ἕνα, μία τό ἄλλο, καί λίγο-πολύ ἐπέρχεται μία κάποια διάσπασις''. Βέβαια ὁ Γέροντας μᾶλλον ὡμιλοῦσε γιά τόν ἑαυτό του. Γιά μᾶς τά πράγματα δέν εἶναι ἀκριβῶς ἔτσι. Σέ μᾶς χρειάζεται καί τό ἕνα καί τό ἄλλο. Δηλαδή χρειάζεται καί ἡ κοινή προσευχή καί ἡ κατά μόνας προσευχή.
Συμπληρωματικά ἄς ἀναφέρωμε στό σημεῖο αὐτό, ὅτι μέ τήν μέθοδο αὐτή τῆς προσευχῆς τοῦ Ἰησοῦ, εἴτε μέ κομβοσχοίνι, εἴτε χωρίς αὐτό, ἐνδείκνυται καί ἐπιβάλλεται νά κάνωμε καί ἄλλου εἴδους προσευχές, εἴτε αὐτές εἶναι ἱκετευτικές, εἴτε εἶναι δοξολογικές, κλπ. Μποροῦμε ἐπί παραδείγματι νά λέμε ''Ἁγία Τριάς ὁ Θεός, ἐλέησον καί σῶσον ἡμᾶς''. Νά τό λέμε δηλαδή μέ ἤ ἄνευ κομβοσχοινοῦ, ἤ νά προσευχώμεθα στόν ἅγιο φύλακα ἄγγελό μας. Ἤ ἀκόμη καί σέ ὅλους τούς ἀσωμάτους ἁγίους ἀγγέλους, ἰδιαίτερα δέ κάθε Δευτέρα, πού ὡς γνωστόν τιμῶνται ὅλες οἱ οὐράνιες δυνάμεις.
Μποροῦμε ἐπί πλέον νά προσευχώμεθα στόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, πού ἔχει δύναμι ἀκατάλυτη, λέγοντας ''Σταυρέ τοῦ Χριστοῦ, σῶσον ἡμᾶς τῇ δυνάμει Σου''.
Ἀκόμη, καλό εἶναι νά προσευχώμεθα στούς Ἁγίους Πάντας, λέγοντας '' Ἅγιοι Πάντες, πρεσβεύσατε ὑπέρ ἐμοῦ, ἤ πρεσβεύσατε ὑπέρ ἡμῶν'', ἀνάλογα μέ τήν περίστασι. Καί βέβαια ἐπιβάλλεται νά προσευχώμεθα καί στόν Ἅγιο τοῦ ὁποίου φέρομε τό ὄνομα. Ἔτσι βλέπομε ὅτι οἱ περιπτώσεις αὐτές, πού μποροῦμε νά κάνωμε πολλές ἄλλες προσευχές μέ το κομβοσχοίνι ἤ χωρίς αὐτό, εἶναι πάρα πολλές.
Πρίν ἀρκετά χρόνια στό Ἅγιον Ὄρος, ὑπῆρχε ἕνας μοναχός πολύ βιαστής, πού ἐνῶ ἔκανε κομβοσχοίνι στήν Λιτή ἑνός μοναστηριοῦ, εἶδε σέ ὅραμα, κατά τήν διάρκεια τῆς εὐχῆς, τόν ἀρχάγγελο Μιχαήλ, ὅπως ἀκριβῶς εἶναι ἁγιογραφημένος στίς εἰκόνες αὐτοῦ τοῦ ἰδίου μοναστηριοῦ. Τόν εἶδε μέ μανδύα πού ἀνοιγόκλεινε. Βέβαια αὐτός ὁ μοναχός τήν στιγμή ἐκείνη, ποῦ νομίζετε ὅτι ἔκανε εὐχή; Ἔκανε εὐχή εἰς τούς Ἁγίους Πάντας. Καί ὅμως τοῦ ἐνεφανίσθη ἐν ὁράματι ὁ ἀρχάγγελος Μιχαήλ. Καί αὐτό μπορεῖ νά γίνη, διότι ὅλος ὁ οὐράνιος κόσμος διέπεται ἀπό τήν κοινή ἐνέργεια τοῦ ἑνὀς καί τοῦ αὐτοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅπως συμβαίνει καί τό ἀντίστροφο. Τό ἕν καί τό αὐτό Ἅγιο Πνεῦμα ἐνεργεῖ ἀναλόγως καί ποικιλοτρόπως, ὅπως Αὐτό κρίνει.
Καί ἐδῶ ἄς ἀναφέρωμε ὅτι ὁ ἴδιος αὐτός μοναχός, ὁ ὁποῖος σημειωτέον ἦτο καί πολύ καλλίφωνος, κάποια φορά ἐνῶ ἔψαλλε, παρασύρθηκε ἀπό τήν γλυκύτητα τῆς μελωδίας του καί ξέφυγε ὁ νοῦς του ἀπό τά νοήματα τῶν τροπαρίων τά ὁποῖα ἔψαλλε. Καί ἐπέτρεψε ὁ Θεός καί ἄνοιξαν τά ἐσωτερικά πνευματικά μάτια τῆς ψυχῆς του καί τί εἶδε, λέτε; Εἶδε τόν διάβολο νά χορεύη κάτω ἀπό τόν πολυέλαιο, νά τόν κοροϊδεύη καί νά σαρκάζη εἰς βάρος του. Τότε ἔπαθε τέτοιο πνευματικό σόκ, πού μετά δυσκολίας μπόρεσε νά τελειώση τό τροπάριο τό ὁποῖο ἔψαλλε. Ἀπό τότε θεωροῦσε τόν ἑαυτό του παίγνιο τῶν δαιμόνων καί μετά, ἄν καί ἦτο ὅπως ἤδη εἴπαμε πάρα πολύ καλλίφωνος, μετά μεγίστης δυσκολίας ἐδέχετο νά ψάλλη.
Τώρα ἐν κατακλεῖδι ἄς ἀναφέρωμε, ὅτι ὅταν εἶναι δυνατόν, εἶναι προτιμητέο νά γίνεται ἀπό τήν πλευρά μας κάποια σχετική προετοιμασία γιά τήν εὐχή. Εἶναι πάρα πολύ καλό, ἄν κάποια στοιχειώδης μελέτη προηγῆται τῆς εὐχῆς, γιατί ἔτσι συγκεντρώνεται καλύτερα ὁ νοῦς μας στήν εὐχή. Ἡ μνήμη τοῦ θανάτου θά μᾶς βοηθήση πάρα πολύ, γιά νά γίνη ἡ προσευχή μας πιό καθαρή, πιό ἀμετεώριστη, χωρίς δηλαδή διασπάσεις καί μετεωρισμούς. Καί γενικῶς, ὅ,τι μᾶς βοηθάει στήν συγκέντρωσι καί στήν καλυτέρα προσωπική μας ἀπόδοσι στό συνεχές ἀγώνισμα τῆς εὐχῆς, εἶναι ὄντως εὐλογημένο. Ἐνῶ ἀντίστροφα, ὅ,τι μᾶς ἀποσπᾶ καί μᾶς ἐμποδίζει, πρέπει εἰ δυνατόν, πάσῃ θυσίᾳ νά τό ἀποβάλλωμε.
Κάποιος μοναχός ἐπί παραδείγματι μέ τό σκουφί του ἐκάλυπτε κάποιες φορές καί τά ἴδια του τά μάτια, ὅταν ἔλεγε τήν εὐχή, γιά νά μή δέχεται ἐξωτερικές παραστάσεις καί περισπᾶται ὁ νοῦς του. Βέβαια, οἱ περιπτώσεις εἶναι ἀμέτρητες, ἀνάλογα μέ τίς συνθῆκες καί τίς προσωπικές ἰδιοσυγκρασίες τοῦ καθενός. Τό ζητούμενο ὅμως εἶναι νά δημιουργοῦμε κατάλληλο κλῖμα γιά τήν προσευχή.
Αὐτά ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, σέ πρώτη βέβαια φάσι, εἴχαμε νά ἀναφέρωμε εἰς τήν ἀγάπη σας περί εὐχῆς. Ἄν χρειασθῆ, θά ἐπανέλθωμε εἰς τό μέλλον.
Νά μή ξεχνοῦμε ὅμως ποτέ, ὅτι ἡ εὐχή δέν μπορεῖ τελικά νά διδαχθῆ. Ὅπως καί ὅλα τά πνευματικά θέματα στό βάθος τους δέν μποροῦν νά διδαχθοῦν. Ὅλα αὐτά μαθαίνονται τελικά ἐκ πείρας. 
Ἡ προσευχή ποτέ δέν πάει χαμένη. Ὁ πειρασμός ὅμως γι᾽ αὐτόν ἀκριβῶς τόν λόγο, θέλει νά βρίσκη τρόπους νά μᾶς ἐμποδίζη ἀπό τήν προσευχή. Πάντα καραδοκεῖ, μέ τήν α´ ἤ β´ μορφή καί προσπαθεῖ νά μᾶς ἀποσπάση τήν προσοχή, ὥστε τελικά νά μή προσευχώμεθα, ἤ νά προσευχώμεθα ὅσο γίνεται λιγώτερο καί ὄχι σωστά. Γιατί ἁπλούστατα μέ τήν προσευχή, ἐκτός τῶν ἄλλων πνευματικῶν ὠφελειῶν πού ἔχομε, φρίσσουν τά δαιμόνια.
Μᾶς ἔλεγε σχετικά ὁ μακαριστός Γέροντας Παΐσιος: ''Πολλές φορές ὁ πειρασμός μοῦ στέλνει ἀνθρώπους, ὄχι γιά ὠφέλεια, ἀλλά γιά νά μέ ἀποσπάση ἀπό τήν προσευχή. Ἀλλά καί τό ἀντίθετο συμβαίνει. Καταλαβαίνω πότε τούς ἀνθρώπους πού ἔρχονται ἐδῶ τούς στέλνει ὁ Θεός''. 
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί εὔχομαι, ὅπως τό μικρό παιδί, τό βρέφος, δέν καταλαβαίνη μέν ἀπό τί ἀποτελεῖται τό γάλα, ὅμως διαισθάνεται ὅτι τρέφεται ἀπό αὐτό, γι᾽ αὐτό καί τό ἀναζητᾶ διακαῶς καί μέ κλάμμα καί τό ρουφᾶ, ἔτσι κι ἐμεῖς, μέ πάντα νηπιακό φρόνημα, νά ρουφοῦμε τίς ἐνέργειες τῆς εὐχῆς μέσα μας. Διότι ἀρκετοί γράφουν βιβλία ὁλόκληρα γιά τήν εὐχή, καί καλά κάνουν ἀπό μία ἄποψι, ἀλλά τό πλέον ζητούμενο γιά ὅλους μας, εἶναι ποιός τελικά γλυκαίνεται καί γεύεται τούς ἀτελείωτους καρπούς τῆς προσευχῆς. Γιά νά γίνη ὅμως αὐτό, ὅπως ἤδη ἔχομε ἀναλύσει, χρειάζεται ἀγῶνας.
Ἀγῶνας λοιπόν. Ἀγωνίζεσθε ἀδελφοί μου, ἀγωνίζεσθε. Γιατί ἐκεῖνο πού ἔχει ἀνάγκη ὁ κόσμος σήμερα εἶναι τελικά ἡ ὕπαρξις ἁγίων ψυχῶν. Καί ὅσο ἀξίζει μία χαριτωμένη καί ἁγιασμένη ψυχή καί ὅσα καταφέρει νά κάνη μία τέτοια ψυχή, δέν μποροῦν, ὅσο καί ἄν θέλουν, ὅσο καί ἄν προσπαθοῦν, ὅλοι οἱ ὑπόλοιποι νά κάνουν. Διότι δυστυχῶς εἰς τίς ἡμέρες μας - φαίνεται ὅτι εἶναι γενικό τό κακό -, ἐμεῖς οἱ σύγχρονοι Ὀρθόδοξοι κατά κανόνα, ρίχνομε τό βάρος στήν ἐξωτερική ὀργάνωσι τῆς ζωῆς μας, κλπ., καί δέν φροντίζομε ὅσο πρέπει γιά τόν προσωπικό μας ἁγιασμό. Ἐνῶ χρειάζονται καί τά δύο. Καί πρωτίστως, πολύ περισσότερο εἶναι ἀπαραίτητος ὁ προσωπικός μας ἁγιασμός. Ὅλα δέ τά ὑπόλοιπα μέ τά ὁποῖα ἀσχολούμεθα, δέν πρέπει παρά νά συντελοῦν τελικά εἰς τήν δική μας πνευματική πρόοδο.  Ἄν κάναμε ἐσωτερική ἐργασία στόν ἑαυτό μας, τελικά καί τόν ἑαυτό μας θά σώζαμε καί θά βελτιώναμε, καί πολλούς ἄλλους θά παρασύραμε εἰς τήν σωτηρία χωρίς ἰδιαίτερη προσπάθεια. Ἐνῶ, ἐμεῖς συνήθως κάνομε τό ἀντίθετο. Πρίν ἀσχοληθοῦμε μέ τόν ἑαυτό μας, κοιτᾶμε νά σώσωμε τούς ἄλλους, ὁπότε οὔτε ἐμεῖς ὠφελούμεθα, ἀλλά καί οἱ ἄλλοι γιά λόγους προφανεῖς κλωτσᾶνε καί σκανδαλίζονται.
Αὐτά, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, εἶχα νά ἀναφέρω εἰς τήν ἀγάπη σας.
Εὔχομαι λοιπόν, ὅλοι μας νά οἰκειοποιηθοῦμε αὐτήν τήν μέθοδο τῆς προσευχῆς πού ἀνεπτύξαμε, γιατί ὅπως εἴπαμε, εἶναι μέν ἡ πιό ἁπλῆ, ἀλλά ταυτόχρονα εἶναι καί ἡ πιό δραστική μέθοδος προσευχῆς ἐναντίον τῶν τριῶν μεγάλων μας ἐχθρῶν, τοῦ ἑαυτοῦ μας, τοῦ διαβόλου καί τοῦ κόσμου, οὕτως ὥστε νικηταί τῆς πολυποίκιλης ἁμαρτίας νά εἰσέλθωμε Χάριτι Θεοῦ εἰς τήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.
Ἀμήν. Γένοιτο.


Ἀρχιμανδρίτης Ἀρσένιος Κατερέλος,
Ἡγούμενος Ἱ. Μονῆς Ἁγίου Νικολάου Δίβρης Φθιώτιδος
(Ἑσπερινή ὁμιλία στόν Ἱ. Ναό Παναγίας Δεσποίνης Λαμίας κατά τό ἔτος 1999)

Πέμπτη 12 Ιουνίου 2014

Αρχιμανδρίτης Αρσένιος Κατερέλος, Η Πεντηκοστή

 



Αρχιμανδρίτης Αρσένιος Κατερέλος, Η Πεντηκοστή
Ἀρχιμανδρίτης Ἀρσένιος Κατερέλος
Η ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ (44 Ν - 2)
Ὁ ἔσχατος σκοπός τῆς Ἐνανθρωπήσεως, ἀγαπητοί μου ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, δέν ἦτο ἄλλος παρά ἡ ἐκ νέου ἀποστολή τῆς ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἰς τόν κόσμον, ἡ ὁποία ἐνέργειά Του, ὡς γνωστόν, εἶχε ἀρθῆ μετά τό προπατορικό ἁμάρτημα τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας. Διότι ὁ Παράδεισος εἰς τόν ὁποῖον ἐζοῦσαν οἱ πρωτόπλαστοι ἦτο μέν ἕνας τόπος, ἀλλά ἐπάνω καί πέρα ἀπ᾽ ὅλα ἦτο μία κατάστασις νομίμου καί ἀπλήστου ἡδονῆς ἐν Θεῷ καί εὐτυχίας καί θεοκοινωνίας.
Λοιπόν, μετά ἀπό τό προπατορικό ἁμάρτημα ἐδημιουργήθη τρόπον τινά μία ἔχθρα μεταξύ τοῦ ἀνθρωπίνου γένους καί τοῦ ἁγίου ἐνδόξου Τριαδικοῦ Θεοῦ. Ἔπρεπε λοιπόν κάποιος νά ἀναλάβη ἕναν ρόλο γιά νά σπάση, νά διαλύση καί νά τελειώση αὐτή ἡ ἔχθρα μεταξύ Θεοῦ καί ἀνθρώπων. Ἔπρεπε κάποιος νά εὑρεθῆ γιά νά ξεχρεώσωμε ὅλοι μας τό χρέος μας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.
Ἀλλά ποιός νά εὑρεθῆ; Ὅλοι ἤμαστε ἁμαρτωλοί, γιατί ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας ὅλο τό ἀνθρώπινο γένος ἁμάρτησε. Ἄλλωστε καί τώρα ἐν ψυχρῷ πολλές φορές ὅλοι μας ἁμαρτάνομε.
Γι᾽ αὐτό λοιπόν καί τό Δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὁ Θεός Λόγος, ἔγινε ὁ ἴδιος ἄνθρωπος, ἔκανε ὅ,τι ἔκανε, δηλαδή ὡμίλησε, ἐθαυματούργησε καί πρό πάντων ἐσταυρώθη, ἀνεστήθη καί ἀνελήφθη. Γι᾽ αὐτόν ἀκριβῶς τόν λόγο ἀνελήφθη, γιά νά μᾶς συμφιλιώση μέ τόν Θεό Πατέρα, νά μᾶς συμφιλιώση ὁ Χριστός ὡς ἄνθρωπος. Ὅ,τι εἶχε ὁ Χριστός ἀχρόνως, ἀϊδίως, ἀνέκαθεν ὡς Θεός, τό ἀπέκτησε ἐν χρόνῳ καί ὡς ἄνθρωπος. Ἐπί παραδείγματι, λέγει ὁ Χριστός «... Ἐδόθη μοι πᾶσα ἐξουσία ἐν οὐρανῷ καί ἐπί γῆς» (Ματθ. 28, 18). Ἀλλά ποία ἐξουσία Σοῦ ἐδόθη Κύριε; Δέν εἶχες πάντα τήν ἐξουσία; Ἀναμφισβήτητα, ὡς Θεός τήν εἶχε πάντα, ἐφ᾽ ὅσον ἦταν ὁ Ἕνας τῆς Τριάδος. Τώρα Τοῦ ἐδόθη ἡ ἐξουσία καί ὡς ἀνθρώπου.
Καί ἄν τό θέλετε, τό κεντρικό νόημα τῆς Ἀναλήψεως ποιό εἶναι; Εἶναι ὅτι ἡ ἀνθρωπίνη φύσις μας ἀνυψώθη εἰς αὐτό τό ὕψος τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ποῦ εἶναι οἱ ὑλισταί, πού λένε ὅτι ὁ Χριστιανισμός περιφρονεῖ τήν ὕλη; Ἡ ὕλη μας ὑψώθηκε, κατά Χάριν βέβαια, εἰς τό ὕψος τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ὁ Χριστιανισμός δέν περιφρονεῖ τήν ὕλη, ὅπως - γιατί νά μή τό ποῦμε; - τήν περιφρονοῦσε καί ὁ Πλάτων καί οἱ περισσότεροι ἀρχαῖοι φιλόσοφοι. Ὁ Χριστιανισμός ἀνυψώνει τήν ὕλη εἰς τό ὕψος τῆς Θεότητος. Ἁπλῶς μισεῖ τήν ἁμαρτία γιατί εἶναι αἴτιο ἡ ἁμαρτία τοῦ χωρισμοῦ μας ἀπό τόν Θεό.
Ἔτσι λοιπόν μέ τήν Ἀνάληψι ἀνυψωθήκαμε σ᾽ αὐτό τό ὕψος τῆς Θεότητος, γιατί ἁπλούστατα, στόν Χριστό πλέον δέν μποροῦμε νά ξεχωρίσωμε τήν Θεότητα ἀπό τήν ἀνθρωπότητα. Δέν μποροῦμε νά ποῦμε ''ξέρεις, ἀπό ἐδῶ εἶναι ὁ Θεός, ἀπό ἐκεῖ εἶναι ὁ ἄνθρωπος''. Αὐτά τά δύο, χωρίς νά συγχέωνται, δέν μποροῦν ὅμως καί νά διαιρεθοῦν.
Ταυτόχρονα ὅμως ὁ Χριστός, ὅπως ἤδη προαναφέραμε καί ὅπως ὅλοι σας ξέρετε, εἶναι ὁ ἕνας τῆς Τριάδος εἰς τόν Ὁποῖον κατοικεῖ ὅλο τό πλήρωμα τῆς Θεότητος. Καί ἐφ᾽ ὅσον δέν μπορεῖ νά χωρισθῆ εἰς τόν Χριστόν ἡ ἀνθρωπότητα ἀπό τήν Θεότητα, ἡ ἀνθρωπίνη φύσις τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, δηλαδή ὅλοι ἐμεῖς ἐν προσώπῳ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀνυψώθημεν κατά Χάριν σέ αὐτό τό ὕψος τῆς Θεότητος.
Τώρα, ἀπόρροια καί ἄμεση συνέπεια αὐτοῦ τοῦ γεγονότος, ποιό εἶναι; Εἶναι ἡ ἐκ νέου ἀποστολή, ὄχι αὐτοῦ τοῦ ἰδίου τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό ὁποῖο πάντα ὑπῆρχε, ἀλλά τῆς ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό ὁποῖο Ἅγιο Πνεῦμα δρᾶ ἀπό τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς εἰς τήν Ἐκκλησία μας.
Ἡ Πεντηκοστή δέν εἶναι ὡραῖα λόγια. Εἶναι γεγονός ἱστορικό κατοχυρωμένο καί προφητικά, ἰδιαίτατα μέ τόν Προφήτη Ἰωήλ καί μέ ἄλλους βέβαια Προφῆτες, ἀλλά καί κατοχυρωμένο ἱστορικά, διότι ἔλαβε χώραν κάποια ἱστορική στιγμή σέ ἕνα ὑπερῶο. Ὅλοι ἄκουγαν μία ἰσχυροτάτη βοή ἀνέμου. Νά ἀκοῦς μία βροντώδη ἰαχή, καί ὅμως παρά τήν ἰαχή νά μή κουνιέται ἀπολύτως τίποτε, νά ὑπάρχη ἄπνοια, νά μή κουνιέται ἔστω καί τό παραμικρό φύλλο τοῦ πιό μικροῦ δένδρου.
Καί στό σημεῖο αὐτό θά θέλαμε νά τονίσωμε ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα δέν εἶναι μία δύναμις ἤ μία ἔννοια ἀφηρημένη, ἔστω κι ἄν στά Ἑλληνικά εἶναι σέ γένος οὐδέτερο. Εἶναι Πρόσωπο. Εἶναι τό Τρίτο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, εἰς τό Ὁποῖο, ὅπως καί εἰς τά ὑπολοιπα δύο, κατοικεῖ ὅλη ἡ θεία οὐσία.
Τό Ἅγιον Πνεῦμα εἶναι ἐκεῖνο τό ὁποῖο συγκροτεῖ ὅλον τόν θεσμόν τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι ὁ διάδοχος τοῦ Χριστοῦ εἰς τήν γῆ. Εἶναι ἐκεῖνο τό ὁποῖο τελετουργεῖ ὅλα τά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας, τά ὑπέρ λόγον καί ὑπέρ ἀνθρωπίνην κατάληψιν. Εἶναι θά λέγαμε πιό ἁπλᾶ, ὁ ''νοικοκύρης'' τῆς Ἐκκλησίας μας. Εἶναι Αὐτό πού ὅπως εἴπαμε τελεῖ ὅλα τά Μυστήρια, γι᾽ αὐτό λέγεται καί ''τελετουργικόν''.
Μόνον ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος προσδίδει εἰς τό Ἅγιο Πνεῦμα ἑξήντα διαφορετικά ὀνόματα, ἀνάλογα τῶν διαφόρων ἰδιοτήτων πού ἔχει τό Ἅγιον Πνεῦμα. Τῶν ἰδιοτήτων στόν σωτηριολογικό χαρακτῆρα πού ἔπαιξε τό Ἅγιον Πνεῦμα, γιατί ἄλλο εἶναι ὁ ἐνδοτριαδολογικός ρόλος τῶν τριῶν Προσώπων μέσα στήν Ἁγία Τριάδα καί ἄλλο τό τί ρόλο ἔπαιξαν αὐτά τά τρία Πρόσωπα γιά τήν σωτηρία μας.
Καί μάλιστα, στόν κανόνα τῆς σημερινῆς ἑορτῆς, στήν ὀγδόη ᾠδή, ὑπάρχει ἡ μεγαλυτέρως πολυσύλλαβη λέξις, ἡ ὁποία προσδίδεται εἰς τό Ἅγιον Πνεῦμα καί λέγεται ''ἀκτιστοσυμπλαστουργοσύνθρονον...''. Δηλαδή εἶναι καί ἄκτιστον καί συμπλαστουργόν καί σύνθρονον, εἶναι δηλαδή ἀδημιούργητον. Συνέβαλε καί Αὐτό εἰς τήν δημιουργία ὅλου τοῦ κόσμου καί ὅλων τῶν κτισμάτων καί εἶναι ἰσότιμο μέ τά ὑπόλοιπα δύο Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος.
Εἰς τό σημεῖο ὅμως αὐτό θά θέλαμε νά ξανατονίσωμε ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα ὡς τό τρίτο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος ὑπάρχει πάντα - ''οὔτε ἀρξάμενον, ὅπως ψάλλομε, οὔτε παυσόμενον...''. Ὑπάρχει ἀϊδίως καί ἀχρόνως. Ὅμως ἡ ἐνέργειά Του, πού ὅπως εἴπαμε εἶχε παυθῆ, δρᾶ ἀπό τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς μέσα εἰς τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Καί ἔτσι, γιά νά ὁμιλήσωμε τώρα καί πιό πρακτικά, ὁ σκοπός τῆς ζωῆς τώρα ὅλων ἡμῶν τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν πού ἀγωνιζόμαστε, ποιός εἶναι; Δέν εἶναι ἄλλος παρά ἡ ἀπόκτησις τώρα μέσα μας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἔτσι τό θέμα καί τό ζητούμενο δέν εἶναι τό πόσο καλοί νομίζομε ὅτι εἴμαστε ἐνώπιον τῶν ἄλλων καί ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, δέν εἶναι τό πόσες καλές πράξεις ἐπιδιώκομε - καί πρέπει νά ἐπιδιώκωμε - νά κάνωμε, καί ἀντίστροφα τό πόσες κακές πράξεις ἤ σκέψεις ἀποφεύγομε νά κάνωμε. Τό ζητούμενο, πέρα καί πάνω ἀπ᾽ ὅλα καί ἐκεῖνο πού ἔχει σημασία, εἶναι τελικά, μετά ἀπ᾽ ὅλα αὐτά φυσικά, πόσο Ἅγιο Πνεῦμα ὑπάρχει μέσα μας, πόσο τό Ἅγιον Πνεῦμα διέπει ὅλες τίς ἐνέργειές μας, τίς φανερές καί τίς κρυφές, πόσο Αὐτό διέπει ὅλο τό εἶναι μας. Κι ἄν τό θέλετε, ὅλος ὁ πνευματικός ἀγῶνας τί σκοπό ἔχει; Ἐκτός φυσικά τοῦ ὅτι πρέπει νά κάνωμε καί καλές πράξεις καί νά ἀποφεύγωμε ἀντίστροφα τίς κακές, ἀλλά πάνω καί πέρα ἀπ᾽ ὅλα, ὅπως λέγουν ὅλοι οἱ Πατέρες καί ἰδιαίτατα ὁ Ἅγιος Σεραφείμ τοῦ Σαρώφ, αὐτός ὁ μεγάλος Ἅγιος τῆς Ρωσίας, ὁ σκοπός τῆς πνευματικῆς ζωῆς εἶναι ἡ ἀπόκτησις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Μπορεῖ νά εἶναι δύο μοναχοί, ἄν τό θέλετε καί στό ἴδιο μοναστήρι, νά κάνουν τά ἴδια πράγματα ἐξωτερικά, καί ἄν τό θέλετε καί μέσα στό κελλί τους - δέν ἀναφερόμεθα στήν περίπτωσι τῆς ὑποκρισίας, ἄς ὑποθέσωμε ὅτι δέν ὑπάρχει ὑποκρισία -, λοιπόν ἄς ὑποθέσωμε ὅτι καί μέσα στό κελλί τους πάνω κάτω κάνουν τά ἴδια πράγματα, μετάνοιες, μελέτη, κλπ. Κι ὅμως, ἄν καί κάνουν τά ἴδια πράγματα ἐξωτερικά καί οἱ δύο, ὁ ἕνας μπορεῖ νά μιλάη μέ τόν Θεό, νά εἶναι δηλαδή σέ ὕψη ἁγιότητος, κι ὁ ἄλλος ''νά δέρη ἀέρα''. Κάτι ἀνάλογο, φυσικά, γιά νά μήν ἀναφέρωμε πολλά παραδείγματα, μπορεῖ νά ἰσχύη καί σέ μία εὐσεβῆ οἰκογένεια, ὅπου κάποιοι νά συμπεριφέρωνται μέ τόν ἴδιο τρόπο ἐξωτερικά, ἀκόμη καί μέσα στό δωμάτιό τους, κι ὅμως ὁ ἕνας νά εἶναι μέ τόν Θεό κι ὁ ἄλλος ἄς μήν ἀναφέρωμε μέχρι ποῦ μπορεῖ νά φθάση, μέχρι καί νά κολασθῆ δηλαδή.
῎Ετσι ἄς μήν ἐπαναπαυώμεθα οὔτε στά ἀσκητικά μας κατορθώματα, οὔτε στά κοινωνικά μας πνευματικῶς ἐκλαμβανόμενα κατορθώματα, ἀλλά πρέπει νά ἀνησυχοῦμε καί νά ψάχνωμε νά βροῦμε ἄν ἔχωμε μέσα μας τό Ἅγιο Πνεῦμα.
Κι ὅταν ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία μᾶς τονίζη ὅτι πρέπει νά γίνωμε πνευματικοί ἄνθρωποι, δέν ἐννοεῖ οὔτε νά γίνωμε εὐσεβισταί, οὔτε νά μισήσωμε τήν ὕλη, ἀλλά ἁπλούστατα νά ἀποκτήσωμε τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτά ὅμως τά χαρίσματα, πρῶτα ὁ Θεός, θά τά ἐξηγήσωμε τήν ἑπομένη Κυριακή τῶν Ἁγίων Πάντων, γιατί ἡ Κυριακή τῶν Ἁγίων Πάντων συνδέεται ἄρρηκτα καί ἄμεσα μέ τήν σημερινή Κυριακή τῆς Πεντηκοστῆς, διότι ὅ,τι ἔκαναν οἱ Ἅγιοι καί ὅλα τά χαρίσματα τά ὁποῖα εἶχαν οἱ Ἅγιοι δέν τά εἶχαν παρά μέ τήν δύναμι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Θέλετε ἕνα χάρισμα; Ἄς μήν ἀναφέρωμε τό προορατικό, τό διορατικό, τό ἰαματικό καί ἕνα σωρό ἄλλα χαρίσματα, ἀλλά ἐδῶ ἄς ἀναφέρωμε μόνο τό χάρισμα τῆς καρδιακῆς προσευχῆς. Ξέρεις τί εἶναι νά κοιμᾶσαι, νά γελᾶς, νά ἐργάζεσαι, νά κάνης χειρωνακτική ἐργασία, νά κάνης διανοητική ἐργασία, νά λύνης ἀσκήσεις στά μαθηματικά καί ὁ,τιδήποτε ἄλλο, καί ὅμως ἡ καρδιά ἀβίαστα χωρίς τόν παραμικρό κόπο νά λέγη τήν εὐχή καρδιακά καί ἀσταμάτητα, ἀκόμη καί στόν ὕπνο; Ἔ, αὐτό τί εἶναι; Δέν εἶναι παρά ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καί μάλιστα αὐτό τό μικρό παράδειγμα πού ἀναφέραμε εἶναι ἐντολή παρακαλῶ τῆς Καινῆς Διαθήκης. Οἱ ἐντολές τῆς Καινῆς Διαθήκης ἀναφέρονται σέ ὅλους τούς Χριστιανούς καί ὄχι μόνο στούς μοναχούς. Ὅπως λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος «ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε». Μά, πῶς μπορεῖ κανείς ἀδιαλείπτως νά προσεύχεται; Μόνον καί μόνον γίνεται αὐτό ὅταν ἔχη τό χάρισμα ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι τῆς καρδιακῆς προσευχῆς πού ἀναφέραμε ἁπλῶς παραδειγματικά εἰς τήν ἀγάπη σας.
Αὐτό ὅμως πού θέλομε σήμερα ἐν κατακλεῖδι νά τονίσωμε, γιά νά μήν ἀπογοητευθοῦμε κιόλας, εἶναι ὅτι μία πρώτη ἀρχική ἀπόδειξις ὅτι ἔχομε μέσα μας τό Ἅγιο Πνεῦμα, ποιά εἶναι; Εἶναι τό νά πιστεύη κάποιος εἰς τήν Θεότητα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὅπως λέγει πάλι ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, δέν μπορεῖς νά πῆς τόν Ἰησοῦν ''Κύριον'', Θεόν δηλαδή, ''εἰ μή ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ''. Ἄν δέν ἔχης μέσα σου Ἅγιο Πνεῦμα, δέν μπορεῖς νά πιστεύης ἔμπρακτα, δηλαδή ἐσωτερικά καί ἐνσυνείδητα, ὅτι ὁ Χριστός εἶναι Θεός καί νά προσπαθῆς βέβαια νά προσαρμοσθῆς πρός τίς ἐπιταγές τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Δηλαδή τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι ἐκεῖνο πού μυστικά καί ἀόρατα καί ἀκατάληπτα μᾶς φωτίζη νά καταλάβωμε τήν Θεότητα τοῦ Χριστοῦ. Βέβαια, ὅπως θά ἐξηγήσωμε καί τήν ἑπομένη Κυριακή, οἱ Ἅγιοι δέν εἶχαν μόνο τήν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μυστικά καί ἀόρατα, ἀλλά εἶχαν ἔντονη ζωντανή ἐμπειρία, μεγάλη θεοηδονή, πού ἦταν προϊόν καί ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Καί ἄς μή κρυβώμαστε, ἄλλο πρᾶγμα εἶναι τό νά γνωρίζης, ἔστω καί ἄν δέν διδάσκης. Ἄν γνωρίζης, εἶσαι ἀπό μόνος σου ἕνα ἀνοικτό βιβλίο, εἶσαι μᾶλλον μία σιωπηλή κραυγή, ἐφ᾽ ὅσον γνωρίζης τά μυστήρια τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Ὅπως καί ἄλλο πρᾶγμα εἶναι ἁπλῶς νά πιστεύης, ἀλλά νά μή γνωρίζης σέ βάθος. Τότε, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σῦρος, ὅταν διδάσκης, ὁμοιάζεις μέ μία ζωγραφιστή λίμνη, πού μπορεῖ ὅποιος τήν βλέπει νά λέη ''τί ὡραία λίμνη'', ἀλλά κανείς δέν μπορεῖ νά ξεδιψάση - καταλαβαίνετε τί ἐννοοῦμε... - ἀπό τό νερό τῆς ζωγραφιστῆς αὐτῆς λίμνης. Καί ἄλλο πρᾶγμα - πού δέν θά ἤθελα νά τό ἀναφέρω, ἀλλά οἱ ἀνάγκες μᾶς τό ἐπιβάλλουν - ἄλλο πρᾶγμα εἶναι νά διδάσκης, καί μέ στόμφο, ἐκπαιδευμένα, πολύ ὡραῖα, καί αὐτά πού διδάσκεις, ὄχι μόνο νά μή τά πιστεύης, ἀλλά, ἀλλά, ἀλλά...
Ἄς σταματήσωμε ὅμως ἐδῶ, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, λέγοντας καί προτρέποντας: Μακρυά ἀπό τούς Πεντηκοστιανούς καί ἀπό τίς ψευδοφωτισμένες, ἤ ὅπως αὐτοαποκαλοῦνται, ''φωτισμένες''. Διότι, καί οἱ μέν πού βγάζουν ἀκαταλαβίστικες δαιμονικές κραυγές καί νομίζουν ὅτι δῆθεν τότε ὁμιλοῦν ξένες γλῶσσες, καί οἱ δέ μέ τά διάφορα δαιμονοκατευθυνόμενα ψευδοοράματά τους, ὅλοι αὐτοί εἶναι κωμικοτραγικά παίγνια τῶν δαιμόνων. Καί ἡ γλωσσολαλιά, ὅπως λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες, ἦταν ἕνα ἔκτακτο χάρισμα, πού ἐδόθη κατά τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, καί ἐδόθη γιά λόγους πρακτικῆς καί γιά λόγους ἀνάγκης, κι ἄν τό θέλετε, δέν ἐδόθη καθόλου γιά τούς πιστούς - ἄς μή μᾶς φαίνεται παράξενο, γιά τούς Ἀποστόλους δηλαδή -, ἀλλά ἡ γλωσσολαλιά ἐδόθη κατ᾽ ἀνάγκην γιά τούς ἀπίστους. Δέν ἐξαντλεῖται δηλαδή ἡ Πεντηκοστή στήν γλωσσολαλιά, ἀλλοίμονο.
Εὔχομαι, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἡ ζωή μας νά εἶναι τέτοια, πού νά ἀφήνωμε νά δρᾶ μέσα μας ἡ ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γιατί τό Ἅγιο Πνεῦμα ποτέ δέν μπορεῖ νά δράση μέσα μας παρά μόνον ἐάν ἐμεῖς τοῦ τό ἐπιτρέψωμε μέ τήν θεάρεστη ζωή μας. Καί ἄν δράση μέσα μας, τότε νά εἴμαστε σίγουροι ὅτι Αὐτό θά μᾶς ὁδηγήση ''εἰς πᾶσαν τήν ἀλήθειαν'' σέ ὅλες τίς ἐκφάνσεις τῆς ζωῆς μας.
Ἀμήν.
(Ἀρχιμανδρίτης Ἀρσένιος Κατερέλος,
Ἡγούμενος Ἱ. Μονῆς Ἁγίου Νικολάου Δίβρης Φθιώτιδος
Ὁμιλία κατά τήν Θεία Λειτουργία εἰς τήν Ἱερά Μονή Ἁγίου Νικολάου Δίβρης Φθιώτιδος - 3/6/2001)

Ο έλεγχος της αιρέσεως και ο έλεγχος του εαυτού μας.



Ο έλεγχος της αιρέσεως και ο έλεγχος του εαυτού μας.
Ο έλεγχος της αιρέσεως και ο έλεγχος του εαυτού μας.

Εν Πειραιεί τη 5η Ιουνίου 2014

Αρχ. Παύλου Δημητρακοπούλου.
Πρ. Ιερού Ναού Τιμίου Σταυρού Πειραιώς.
 
Η μόλις προ ολίγων ημερών εορτή των αγίων και θεοφόρων Πατέρων της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου, έφερε και πάλι στη μνήμη μας μεγάλα πατερικά αναστήματα, όπως τον μέγα Αθανάσιο, τον άγιο Σπυρίδωνα, τον άγιο Νικόλαο κ.λ.π., που συμμετείχαν στην εν λόγω Σύνοδο, τους πολλούς και μεγάλους αγώνες των, το ομολογιακό τους φρόνημα, τους διωγμούς και τις εξορίες, τις οποίες υπέμειναν, για να μας παραδώσουν τον θησαυρό της πίστεως ανόθευτο και απαραχάρακτο από την πλάνη της αιρέσεως. Δεν είναι δε τυχαίο το γεγονός, ότι παρόμοιες εορτές έχει καθιερώσει η Εκκλησία εκτός από την παρούσα και άλλες τρείς φορές κατά την διάρκεια του εκκλησιαστικού έτους, την Κυριακή της Ορθοδοξίας, την δευτέρα Κυριακή του Ιουλίου και την δευτέρα Κυριακή του Οκτωβρίου. Με τις εορτές αυτές επιδιώκει να προβάλλει τους αγώνες των, να προτρέψει τον κλήρο και τον πιστό λαό του Θεού στην κατά δύναμη μίμηση της αγίας ζωής των, αλλά και του ομολογιακού και αγωνιστικού των φρονήματος. Παράλληλα δε να επιστήσει την προσοχή προ του κινδύνου της αιρέσεως, η οποία από μόνη της έχει την δύναμη να οδηγήσει τον άνθρωπο στην απώλεια. 
Ωστόσο σήμερα στην εποχή μας, εποχή γενικής αποστασίας και θρησκευτικού συγκρητισμού, οι αντιαιρετικοί αγώνες των αγίων Πατέρων μας κατανοούνται και ερμηνεύονται δυστυχώς με ένα τρόπο διαφορετικό, μ’ ένα τρόπο  ξένο προς την παράδοση της Εκκλησίας μας. Καλλιεργείται σήμερα, ιδίως από κάποιους μοναστικούς και οργανωσιακούς κύκλους, ακόμη και από επισκόπους, η ιδέα και η αντίληψη, ότι οι άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας μας αγωνίστηκαν εναντίον των αιρετικών επειδή ακριβώς ήταν άγιοι. Είχαν φθάσει σε μεγάλα μέτρα αρετής και αγιότητος και είχαν βιώσει τα δόγματα της πίστεως και ως εκ τούτου αυτοί και μόνοι ήταν άξιοι και ικανοί να διεξάγουν αντιαιρετικούς αγώνες. Εμείς σήμερα, ως αμαρτωλοί και εμπαθείς, μη έχοντες τα μέτρα της αγιότητος των αγίων, δεν είμαστε οι αρμόδιοι να ασκήσουμε έλεγχο προς την αίρεση και τους αιρετικούς, αλλά οφείλουμε να στρέψουμε τον έλεγχο προς τους εαυτούς μας και να μετανοήσουμε για το έλλειμμα της βιωμένης πίστεως και μαρτυρίας μας. Έτσι ο έλεγχος της αιρέσεως και των αιρετικών θεωρείται ως υβριστική συμπεριφορά και φανατισμός, ως έλλειψις αγάπης, ως ένα είδος κατακρίσεως. Και επομένως όσοι ελέγχουν τους αιρετικούς πέφτουν στο αμάρτημα της κατακρίσεως, το οποίο επισημαίνει ο Κύριος με τους λόγους «μη κρίνετε ίνα μη κριθήτε» (Ματθ.7,1). Οφείλουν δε, προκειμένου να θεραπεύσουν το πάθος αυτό, να παύσουν τον έλεγχο της αιρέσεως και των αιρετικών και να ασκήσουν την αυτομεμψία και την αυτοκατάκριση. Λέγουν επίσης, ότι είναι υπεραρκετή για την καταπολέμηση της αιρέσεως η έργω και λόγω προβολή της Ορθοδοξίας, ώστε να είναι περιττή η ανατροπή της αιρέσεως με μαρτυρίες από την αγία Γραφή και τους αγίους Πατέρες. Έχουν όμως έτσι τα πράγματα;   
Κατ’ αρχήν εάν ο έλεγχος της αιρέσεως και των αιρετικών αποτελούσε αμαρτία και κατάκριση, τότε οι πρώτοι που επιμελώς θα απέφευγαν αυτό το είδος της αμαρτίας, θα ήταν οι άγιοι Πατέρες μας, αυτοί δηλαδή που κατ’ εξοχήν καταπολέμησαν τις αιρέσεις και τους αιρετικούς. Αυτοί που σε Τοπικές και Οικουμενικές Συνόδους όχι μόνον ανέτρεψαν τις πλάνες των, αλλά και τους απέκοψαν από την Εκκλησία και τους αναθεμάτισαν, επειδή έβλεπαν την πεισματώδη επιμονή τους στην πλάνη. Ο έλεγχος της αιρέσεως, όχι μόνον αμαρτία και κατάκριση δεν είναι, αλλά το ακριβώς αντίθετο. Είναι καθήκον επιβεβλημένο, ομολογία πίστεως, εντολή του Κυρίου, σύμφωνα με τον λόγον του: «Πας ουν όστις ομολογήσει εν εμοί έμπροσθεν των ανθρώπων, ομολογήσω καγώ εν αυτώ έμπροσθεν του πατρός μου του εν ουρανοίς…» (Ματθ.10,32). Συνήθως όταν ακούμε τον λόγο αυτό του Κυρίου, ο νούς μας συνειρμικά ανατρέχει στους αγίους μάρτυρες της Εκκλησίας, οι οποίοι στους τρείς πρώτους αιώνες των διωγμών ήλεγξαν την πλάνη της ειδωλολατρείας και αυτούς που την εκπροσωπούσαν και αφού έδωσαν την καλήν ομολογία της πίστεως, αξιώθηκαν του μαρτυρικού στεφάνου. Ο λόγος όμως αυτός του Κυρίου δεν εφαρμόζεται μόνον στην περίπτωση των αγίων μαρτύρων και στην πλάνη των ειδώλων της εποχής των διωγμών, αλλά και στην πλάνη της αιρέσεως, διότι και η αίρεση δεν είναι στην ουσία τίποτε άλλο, παρά ένα είδος αθεΐας και ειδωλολατρείας. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς στην προς Διονύσιον επιστολή του ονομάζει την αίρεση δεύτερο γένος αθεΐας: «Δεύτερον δε γένος αθεΐας εστίν η πολυσχιδής και πολύμορφος απάτη των αιρετικών, ών οι μεν πατέρα λέγουσι άπαιδα τον Θεόν…οι δε κτιστού Υιού και Πνεύματος  άκτιστον Πατέρα…Πάντες δε ούτοι και οι τοιούτοι ουδέν των αθέων διενηνόχασιν… (Όλοι αυτοί και οι όμοιοι μ’ αυτούς σε τίποτε δεν διαφέρουν από τους αθέους)»1.  Την ίδια αλήθεια επισημαίνει και ο Μέγας Αθανάσιος στην επιστολή του προς Σεραπίωνα: «Ούτως ο διαιρών τον Υιόν από του Πατρός, ή το Πνεύμα κατάγων εις τα κτίσματα (=ο αιρετικός), ούτε τον Υιόν έχει ούτε τον Πατέρα, αλλ’ έστιν άθεος και απίστου χείρων, και πάντα μάλλον, ή χριστιανός»2 . Όπως λοιπόν ο άγιοι μάρτυρες έλαβαν το στεφάνι της ομολογίας, έτσι και εκείνοι που ξεσκεπάζουν και ελέγχουν την αίρεση και τους αιρετικούς, θα λάβουν παρόμοιο στεφάνι ομολογίας και αθλήσεως εν Χριστώ. Και όπως εκείνοι υπέμειναν φρικτά μαρτύρια, έτσι και αυτοί αξιώνονται για την αγάπη του Χριστού να υπομένουν διωγμούς και θλίψεις, όπως οι παρά πάνω αναφερθέντες άγιοι, εκ των οποίων ο μεν πρώτος αξιώθηκε να υβρισθή, να συκοφαντηθή και να φυλακισθή επί τετραετία από τον τότε Οικουμενικό Πατριάρχη Καλέκα, ο δε δεύτερος να εξορισθή πέντε φορές, να καταδιωχθή μέχρι θανάτου από τους αρειανούς και να καθαιρεθή από αρειανικές Συνόδους. Αντιθέτως, όπως εκείνοι που αρνήθηκαν τον Χριστό στα χρόνια των διωγμών για να σώσουν την ζωή τους, θα τους αρνηθή και ο Χριστός σύμφωνα με τον φρικτό λόγο του «Όστις δ’ αν αρνήσηταί με έμπροσθεν των ανθρώπων, αρνήσομαι αυτόν καγώ έμπροσθεν του Πατρός μου του εν ουρανοίς» (Ματθ.10,33), έτσι και  εκείνοι που αντί να ελέγξουν, κουκουλώνουν και σκεπάζουν την αίρεση και συμπορεύονται με τους αιρετικούς, από φόβο και δειλία μήπως χάσουν ηγουμενικούς και μητροπολιτικούς θρόνους, ή υποστούν άλλους διωγμούς, ουσιαστικά αρνούνται τον Χριστό. Οπότε θα τους αρνηθή και αυτούς ο Χριστός εν ημέρα κρίσεως. Μάλιστα ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, στην ίδια ως άνω αναφερθείσα επιστολή του ονομάζει τρίτο είδος αθεΐας «το παραιτείσθαι τι λέγειν των δεδογμένων περί Θεού»3. Δηλαδή το να σιωπά κανείς και να παραιτείται από φόβο και δειλία, να αναφέρει τις δογματικές αλήθειες της πίστεως, αντιδιαστέλλοντας αυτές προφανώς από τις κακοδοξίες και πλάνες των αιρετικών. Κατά παρόμοιο τρόπο και ο άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης καταδικάζει την σιωπή απέναντι στην αίρεση: «Εντολή γάρ Κυρίου μή σιωπάν εν καιρώ κινδυνευούσης Πίστεως. Ώστε ότε περί Πίστεως ο λόγος, ουκ έστιν ειπείν, εγώ τις ειμί; Ιερεύς; αλλ' ουδαμού. Άρχων; και ου δ’ ούτως. Στρατιώτης; καί που; Γεωργός; και ου δ' αυτό τούτο. Πένης, μόνον την εφήμερον τροφήν ποριζόμενος, ουδείς μοι λόγος και φροντίς περί του προκειμένου. Ουά, οι λίθοι κράξουσι, και συ σιωπηλός καί άφροντις;».4  Κατά τον άγιο κανένας δεν δικαιούται να σιωπά εν καιρώ κινδυνευούσης πίστεως, όπως συμβαίνει στην εποχή μας, που η αίρεση του Οικουμενισμού έχει σαρώσει τα πάντα, έστω και αν είναι ο πιο άσημος λαϊκός π.χ. Γεωργός. Οι πάντες λοιπόν, κληρικοί και λαϊκοί, (αυτό σημαίνει το «Πας ουν όστις…»), καλούνται να τηρήσουν την παρά πάνω εντολή του Κυρίου, είτε είναι άγιοι, είτε δεν είναι, αλλά αγωνίζονται να φθάσουν την αγιότητα. Είτε έχουν πολλή αυτομεμψία, είτε δεν έχουν, όσο θα έπρεπε να έχουν. Είτε εβίωσαν τα δόγματα της πίστεως, είτε δεν τα εβίωσαν ακόμη, όσο θα έπρεπε να τα βιώσουν. 
Πρέπει ακόμη να επισημανθή η μέθοδος και ο τρόπος με τον οποίον αγωνίσθηκαν οι άγιοι Πατέρες κατά των αιρετικών. Στον αγώνα τους δεν περιορίζοντο μόνον να αναπτύξουν τα Ορθόδοξα δόγματα, αλλά επί πλέον να ανατρέψουν και τα κακόδοξα και να ελέγξουν ονομαστικά τους αιρετικούς, όχι από κάποια εμπάθεια απέναντί τους, αλλά για να προφυλάξουν τον πιστό λαό του Θεού από την φθοροποιό και καταστρεπτική δράση τους. Και δεν σταματούσαν μέχρις εδώ, αλλά προχωρούσαν ακόμη περισσότερο. Συνοδικώς τους απέκοπταν και αναθεμάτιζαν, όταν έβλεπαν ότι επιμένουν πεισματικά στις πλάνες των.  Η τακτική τους αυτή θεωρείται σήμερα από πολλούς Οικουμενιστές τελείως απαράδεκτη. Και τούτο διότι τα αναθέματα σήμερα θεωρούνται ως ένα είδος κατάρας, ως καρπός ελλείψεως αγάπης και επομένως δεν μπορεί να έχουν θέση στην σύγχρονη εκκλησιαστική ζωή. Σήμερα έχουν θέση μόνον η συγχώρηση και η συμφιλίωση με τους αιρετικούς, έστω και αν αυτοί επιμένουν στις πλάνες των. Άραγε οι άγιοι Πατέρες μας εστερούντο αγάπης, όταν αναθεμάτιζαν τους αιρετικούς; Δεν νομίζω. Ή μήπως εμείς οι εμπαθείς και αμαρτωλοί, που πόρω απέχουμε από τα μέτρα της αγιότητος εκείνων, έχουμε περισσότερη αγάπη από εκείνους; Ασφαλώς όχι βέβαια. Άρα λοιπόν εμείς βρισκόμαστε σε λάθος δρόμο και όχι εκείνοι, εάν καλλιεργούμε αλλότριο φρόνημα απ’ ότι εκείνοι σε σχέση με τα αναθέματα. Ισχυρίζονται μερικοί, ότι σε τίποτε δεν θα βοηθούσε να συντηρούνται τα αναθέματα του 1054, αναθέματα μιάς περίπου χιλιετίας, που στέρησαν την κοινωνία από το ιερό σώμα της Εκκλησίας εκατομμύρια πιστούς από τον παπικό και τον προτεσταντικό κόσμο. Ωστόσο δεν μας εξηγούν, πώς θα ήταν δυνατόν αυτά τα εκατομμύρια, (απαλλαγμένοι βέβαια από τα αναθέματα), να γίνουν μέλη της Ορθοδόξου Εκκλησίας, κρατώντας και συντηρώντας τις παπικές πλάνες. Εάν καλώς ήρθησαν τα αναθέματα του 1054 επί Πατριάρχου Αθηναγόρα, (χωρίς βέβαια οι παπικοί να έχουν αποβάλει τις πλάνες των), τότε αυτό σημαίνει, ότι κακώς συντηρήθηκαν επί δέκα περίπου αιώνες από μιά πλειάδα Ορθοδόξων Συνόδων, που όλες τους καταδίκαζαν την αίρεση του Παπισμού και έτσι ανανέωναν τα αναθέματα του 1054. Αναφέρω τις εν Κωνσταντινουπόλει γενόμενες Οικουμενικές Συνόδους του 1170, του 1450, του 1722, του 1838, του 1848, του 1895,  όπως επίσης και τις Τοπικές Ορθόδοξες Συνόδους του 1089, του 1233, του 1273, του 1274, του 1282, του 1285, του 1341, του 1351, του 1441, του 1443, του 1484, του 1642, του 1672, του 1727, του 1755 κ.α.  Εάν καλώς ήρθησαν τα αναθέματα εναντίον των Παπικών, τότε γιατί να μην αρθούν και τα αναθέματα εναντίον των Μονοφυσιτών, των Μονοθελητών, των Αρειανών, των Εικονομάχων; Στην περίπτωση αυτή μάλιστα θα έπρεπε να παύσουμε να τιμούμε και να εορτάζουμε τις μνήμες των αγίων Πατέρων, οι οποίοι κακώς αναθεμάτισαν τους παρά πάνω αιρετικούς, τους οποίους εμείς, ως έχοντες περισσότερη αγάπη αυτούς, καλώς τους απαλάξαμε από τα αναθέματα! Γιατί επίσης να μην αρθούν και τα αναθέματα του αποστόλου Παύλου, ο οποίος αναθεμάτισε τους ιουδαΐζοντες ψευδαποστόλους που εκήρυττον την περιτομή ως αναγκαία για την σωτηρία;: «Αλλά και εάν ημείς ή άγγελος εξ ουρανού ευαγγελίζηται υμίν παρ’ ό ευηγγελισάμεθα υμίν ανάθεμα έστω» (Γαλ.1,8), «ει τις ου φιλεί τον Κύριον Ιησούν, ήτω ανάθεμα» (Α΄Κορ.16,22). Είναι λοιπόν φανερό, ότι ο παρά πάνω ισχυρισμός σχετικά με τα αναθέματα δεν αντέχει σε σοβαρή κριτική, αλλά μαρτυρεί άγνοια, ή διαστρέβλωση της Κανονικής και Πατερικής Παραδόσεως  της Εκκλησίας μας. 
Αλήθεια σκεφθήκαμε ποτέ τον λόγο του Κυρίου «ει εμέ εδίωξαν και υμάς διώξουσιν» (Ιω.15,20) και τι σημαίνει αυτός ο λόγος για την χριστιανική μας ζωή; Ο λόγος αυτός σημαίνει, ότι εκείνοι που θέλουν πραγματικά να βιώσουν την  εν Χριστώ ζωή, θα υποστούν οπωσδήποτε διωγμούς και θλίψεις. Ο λόγος αυτός είναι νόμος πνευματικός, από τον οποίον κανένας δεν εξαιρείται. Όλοι θα περάσουν υποχρεωτικά μέσα από το καμίνι των διωγμών, είτε αυτοί προέρχονται από τους ειδωλολάτρες, όπως στα ένδοξα χρόνια των αγίων μαρτύρων, είτε από αιρετικούς και αθέους. Ο διωγμός αυτός σημαίνει στην ουσία άρση του σταυρού, τον οποίο καλούμεθα να σηκώσουμε. Η δε άρση του σταυρού φέρνει μαζί της και την βίωση του μυστηρίου της πίστεως. Και όσο περισσότερο αίρει κανείς τον σταυρό του με υπομονή, τόσο καθαρώτερα βιώνει την Χάρη του Θεού μέσα του. Τόσο περισσότερο νοιώθει να έρχεται μέσα του η ζωή του Χριστού και να γίνεται δική του ζωή. Και αντιθέτως όσο περισσότερο αποφεύγει κανείς τον διωγμό, που συνεπάγεται ο έλεγχος της αιρέσεως και των αιρετικών, τόσο λιγότερο βιώνει το μυστήριο της πίστεως, τόσο λιγότερο αισθάνεται την Χάρη του Θεού μέσα του, τόσο περισσότερο είναι το έλλειμμα της πίστεώς του. Επομένως θα πρέπει ο καθένας μας να καθίσει και να κάνει έναν αυτοέλεγχο και να σκεφθεί κατά πόσον ο παρά πάνω λόγος του Κυρίου βρίσκει εφαρμογή στη ζωή του. Κατά πόσον δηλαδή υφίσταται διωγμούς και θλίψεις από αιρετικούς και αθέους. Και αν αυτό δεν συμβαίνει, τότε κάτι δεν πάει καλά στην πνευματική του ζωή. Εάν δηλαδή, ενώ βλέπει σήμερα να οργιάζει η αίρεση του Οικουμενισμού, αυτός από φόβο και δειλία σιωπά, επικαλούμενος δήθεν έλλειμμα βιωμένης πίστεως, τότε βρίσκεται σε λάθος δρόμο και πρέπει να αναθεωρήσει την όλη πορεία του. Ιδιαίτερα αυτό πρέπει να το προσέξουν οι επίσκοποί μας, οι οποίοι είναι οι κατ’ εξοχήν υπεύθυνοι για την διαφύλαξη της πίστεως και την καταπολέμηση των αιρέσεων, σύμφωνα με τους φρικτούς όρκους, που έδωσαν κατά την  ώρα της χειροτονίας των, να κρατήσουν ανόθευτη την πίστη. 
Το συμπέρασμα λοιπόν είναι ότι το έλλειμμα βιωμένης πίστεως οφείλεται στο έλλειμμα βιωμένης ομολογίας, στο έλλειμμα ελέγχου της αιρέσεως και των αιρετικών, στο έλλειμμα διωγμών και θλίψεων, που συνεπάγεται αυτός ο έλεγχος, όπως αποδείξαμε με όσα αναφέραμε παρά πάνω. 
 
1) Αγίου Γρηγορίου Παλαμά, Προς τον ευλαβέστατον εν μοναχοίς κυρ Διονύσιον, Ε.Π.Ε. τομ. 4, σελ. 408.
2)Αγίου Αθανασίου του Μεγάλου, Επιστολή προς Σεραπίωνα Θμουέως επίσκοπον, 30, PG 26, 597 C.
3) Αγίου Γρηγορίου Παλαμά, Προς τον ευλαβέστατον…ο.π. σελ.410.
4) PG. 99,1321B

Τρίτη 10 Ιουνίου 2014

Ελέησέ με! Μικρή είναι η φράση και όμως, γίνεται πέλαγος φιλανθρωπίας...

 






elehson.jpg






Ο Θεός δεν νοιάζεται για τον τόπο. Ζητάει μόνο θερμότητα καρδιάς και αγνότητα ψυχής. Να, και ο απόστολος Παύλος προσευχήθηκε όχι σε ναό όρθιος ή γονατιστός, αλλά μέσα σε φυλακή πεσμένος ανάσκελα, καθώς τα πόδια του ήταν σφιγμένα στην ξυλοπέδη. Επειδή, όμως, προσευχήθηκε με θέρμη, αν και πεσμένος, και τη φυλακή έσεισε και τα θεμέλια σάλεψε και το δεσμοφύλακα τράβηξε στην αληθινή πίστη μαζί με όλη την οικογένειά του (Πράξ. 16:25-35).
Ο άρρωστος Εζεκίας ούτε όρθιος ούτε γονατιστός, αλλά πεσμένος στο κρεβάτι παρακάλεσε για τη θεραπεία του το Θεό, που με τον προφήτη Ησαΐα του είχε προαναγγείλει το θάνατό του. Και κατόρθωσε με την καθαρότητα και τη θερμότητα της καρδιάς του να μεταβάλει τη θεϊκή απόφαση (Δ' Βασ. 20:1-6).
Ο ληστής, πάλι, καρφωμένος πάνω στο σταυρό, με λίγα λόγια κέρδισε τη βασιλεία των ουρανών (Λουκ. 23:42-43).
Και ο Ιερεμίας μέσα στο λάκκο με τη λάσπη (Ιερ. 45:6) και ο Δανιήλ μέσα στο λάκκο με τα θηρία (Δαν. 6:16) και ο Ιωνάς μέσα στην κοιλιά του κήτους (Ιων. 2:1-2), όταν προσευχήθηκαν θερμά, απομάκρυναν τις συμφορές, που τους είχαν βρει, και βοηθήθηκαν από το Θεό.
"Και τί θα λέω, όταν προσεύχομαι;", θα με ρωτήσεις. Θα λες ό,τι και η Χαναναία του Ευαγγελίου. «Ελέησέ με, Κύριε!», παρακαλούσε εκείνη. «Η θυγατέρα μου βασανίζεται από δαιμόνιο» (Ματθ. 15:22). "Ελέησέ με, Κύριε!", θα παρακαλάς κι εσύ. "Η ψυχή μου βασανίζεται από δαιμόνιο". Γιατί η αμαρτία είναι μεγάλος δαίμονας. Ο δαιμονισμένος ελεείται, ενώ ο αμαρτωλός αποδοκιμάζεται.
"Ελέησέ με!". Μικρή είναι η φράση. Και όμως, γίνεται πέλαγος φιλανθρωπίας, καθώς, όπου υπάρχει έλεος, εκεί υπάρχουν όλα τα αγαθά. Και όταν βρίσκεσαι έξω από την εκκλησία, φώναζε μυστικά: "Ελέησέ με!". Φώναζε με τη σκέψη σου, χωρίς να κινείς τα χείλη σου. Γιατί ο Θεός μας ακούει και όταν σωπαίνουμε. Δεν απαιτείται τόσο τόπος, όσο τρόπος προσευχής. Και στο λουτρό αν είσαι, να προσεύχεσαι. Όπου κι αν είσαι, να προσεύχεσαι. Όλη η κτίση είναι ναός του Θεού. Εσύ ο ίδιος είσαι ναός του Θεού, και ψάχνεις τόπο για να προσευχηθείς;


Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Δευτέρα 9 Ιουνίου 2014

Αγίου Όρους, Γεώργιος Καψάνης

 


Κοιμήθηκε ο Προηγούμενος της Μ. Γρηγορίου του Αγίου Όρους, Γεώργιος Καψάνης

Κοιμήθηκε ο προηγούμενος της Ιεράς Μονής Γρηγορίου του Αγίου Ορους, Αρχιμανδρίτης Γεώργιος Καψάνης.

Τα τελευταία χρόνια ο γέροντας Γεώργιος βρισκόνταν κλινήρης στο Πανόραμα, όπου του παρέχονταν η απαραίτητη ιατροφαρμακευτική αγωγή, λόγω της ανίατης ασθένειας που τον ταλαιπωρούσε.
Λόγω, μάλιστα, της βεβαρημένης κατάστασής του, τον περασμένο Μάρτιο αναγκάστηκε να παραιτηθεί από τα καθήκοντα της ηγουμενίας του.

Επρόκειτο για μια σεβάσμια μορφή της αγιορείτικης κοινότητας που ακτινοβολούσε κύρος σε όλη την Ορθόδοξη εκκλησία.
Ο π.Γεώργιος με παρελθόν στον κόσμο αξιοσημειώτης ακαδημαϊκής σταδιοδρομίας επί τριάντα και πλέον έτη καθηγούνταν της εξαίρετης αδεφλότητας και μέσα από την πνευματικότητά του, αποτελεί μίας από τις πιο «φωτισμένες» μορφές του Αγίου Όρους.
Το σκήνωμά του έχει τεθεί σε λαϊκό προσκύνημα, και πλήθος κόσμου, Ιεράρχες και μοναχοί,  συρρέουν στο Μετόχι της Κοιμήσεως της Θεοτόκου της Ιεράς Μονής Γρηγορίου στη Πολίχνη Θεσσαλονίκης για να αποτίσουν φόρο τιμής στον γέροντα Γέωργιο Καψάνη.
Η εξόδιος Ακολουθία θα ψαλλεί σήμερα στις 5 το απόγευμα στο Μετόχι της Μονής Γρηγορίου στην Σταυρούπολη Θεσσαλονίκης, ενώ στις δέκα το βράδυ θα τελεστεί Ιερά Αγρυπνία που θα ολοκληρωθεί στη 01:00 τα ξημερώματα. Αύριο, Δευτέρα του Αγίου Πνεύματος, η σωρός του θα μεταφερθεί στο Όρος για τον ενταφιασμό.

Ο σκοπός της ζωής μας και οι προϋποθέσεις για την επίτευξή του – Κείμενο του Γέροντα Γεωργίου Καψάνη
Είναι πολύ τολμηρό να ομιλεί κάποιος για την θέωση, όταν δεν την έχει γευθεί. Τολμήσαμε όμως τα υπέρ δύναμιν θαρρούντες εις τα ελέη του μεγάλου Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού.
Για να μη κρύψουμε από τους Ορθοδόξους Χριστιανούς αδελφούς μας τον ύψιστο και τελικό σκοπό της ζωής μας, για τον οποίο πλασθήκαμε.
Προϋποθέσεις για την θέωσι
Λέγουν βέβαια οι άγιοι Πατέρες ότι μέσα στην Εκκλησία μπορούμε να επιτύχουμε την θέωση. Όμως η θέωσις είναι δώρο του Θεού. Δεν είναι κάτι που επιτυγχάνουμε εμείς μόνοι μας. Φυσικά πρέπει να θέλουμε, να αγωνιζόμαστε και να προετοιμαζόμαστε, για να είμαστε άξιοι, ικανοί και δεκτικοί να δεχθούμε και να φυλάσσουμε το μεγάλο αυτό δώρο του Θεού, εφ  ὅσον ο Θεός δεν θέλει τίποτε να κάνη σ  ἐμᾶς χωρίς την ελευθερία μας. Πλην όμως η θέωσις είναι δωρεά του Θεού. Γι  αὐτὸ οι άγιοι Πατέρες λέγουν ότι εμείς μεν πάσχουμε την θέωση, ο Θεός δε ενεργεί την θέωση.
Διακρίνουμε δε ορισμένες απαραίτητες προϋποθέσεις στην πορεία του ανθρώπου προς την θέωση.
α) Η ταπείνωσις
Πρώτη κατά τους αγίους Πατέρας προϋπόθεση για την θέωση είναι η ταπείνωσις. Χωρίς την ευλογημένη ταπείνωση ο άνθρωπος δεν μπορεί να τεθή στην τροχιά της θεώσεως, να δεχθεί την θεία Χάρι, να ενωθεί με τον Θεό. Και μόνο για να αναγνωρίσει ότι σκοπός της ζωής του είναι η θέωσις, χρειάζεται ταπείνωσις. Γιατί πως χωρίς ταπείνωση θα αναγνωρίσεις ότι ο σκοπός της ζωής σου είναι έξω από τον εαυτό σου, είναι στο Θεό;
Όσο ο άνθρωπος ζει εγωκεντρικά, ανθρωποκεντρικά, αυτόνομα, τοποθετεί τον εαυτό του ως κέντρο και σκοπό της ζωής του. Πιστεύει ότι μπορεί να αυτοτελειωθή, να αυτοορισθή, να αυτοθεωθή. Αυτό είναι άλλωστε και το πνεύμα του σύγχρονου πολιτισμού, της σύγχρονης πολιτικής. Να κάνουμε ένα κόσμο έστω καλύτερο, δικαιότερο, αλλά αυτόνομα. Ένα κόσμο που θα έχει κέντρο τον άνθρωπο χωρίς αναφορά στον Θεό, χωρίς να αναγνωρίζει ότι ο Θεός είναι η πηγή κάθε καλού. Αυτό το λάθος έκανε κι ο Αδάμ, που πίστεψε πως μόνο με τις δικές του δυνάμεις μπορούσε να γίνει Θεός, να ολοκληρωθεί. Το λάθος του Αδάμ κάνουν όλοι οι ουμανισμοί όλων των αιώνων. Δεν θεωρούν απαραίτητη την κοινωνία με τον Θεό για την ολοκλήρωση του ανθρώπου.
Όλα τα ορθόδοξα είναι θεανθρωποκεντρικά, έχουν κέντρο τον Θεάνθρωπο Χριστό. Όλα τα μη ορθόδοξα, Προτεσταντισμός, Παπισμός, Μασονισμός, Χιλιασμός, αθεϊσμός, ο,τι άλλο εκτός Ορθοδοξίας, αυτόν τον κοινό παρονομαστή έχουν: Κέντρο είναι ο άνθρωπος. Σε μας κέντρο είναι ο Θεάνθρωπος Χριστός. Γι  αὐτὸ είναι εύκολο να γίνει κανείς αιρετικός, χιλιαστής, μασόνος, ο,τιδήποτε άλλο, αλλά είναι δύσκολο να γίνει Χριστιανός Ορθόδοξος. Για να γίνεις Χριστιανός Ορθόδοξος, πρέπει να δεχθείς ότι κέντρο του κόσμου δεν είσαι εσύ αλλά ο Χριστός.
Άρα η αρχή της οδού προς την θέωση είναι η ταπείνωσις, να αναγνωρίσουμε δηλαδή ότι ο σκοπός της ζωής μας είναι έξω από τον εαυτό μας, είναι στον Πατέρα μας, τον Πλάστη και Δημιουργό μας.
Χρειάζεται ακόμη ταπείνωσις, για να δούμε ότι είμαστε άρρωστοι, ότι είμαστε εμπαθείς, γεμάτοι αδυναμίες και πάθη.
Κι αυτός πάλι που αρχίζει την πορεία της θεώσεως, πρέπει να έχη διαρκή την ταπείνωση, για να διατηρείται συνεχώς στην πορεία αυτή. Διότι αν δεχθεί τον λογισμό ότι με τις δικές του δυνάμεις τα καταφέρνει καλά και προχωρεί, τότε εισέρχεται μέσα του η υπερηφάνεια. Χάνει ο,τι κέρδισε και χρειάζεται να αρχίσει πάλι από την αρχή, να ταπεινωθεί, να δει την αδυναμία του, την ανθρώπινη ασθένειά του και να μη βασίζεται στον εαυτό του. Χρειάζεται να βασίζεται στην Χάρι του Θεού, για να μπορεί να βρίσκεται συνεχώς στην πορεία της θεώσεως.
Γι  αὐτὸ στους βίους των Αγίων μας κάνει εντύπωση η μεγάλη ταπείνωσή τους. Ενώ ήταν κοντά στον Θεό, έλαμπαν μέσα στο φως του Θεού, ήταν θαυματουργοί, μυροβλύτες, την ίδια στιγμή επίστευαν για τον εαυτό τους ότι ήταν πολύ χαμηλά, πολύ μακριά από τον Θεό, ότι ήταν οι χειρότεροι από τους ανθρώπους. Αυτή η ταπείνωσή τους ήταν που τους έκανε θεούς κατά Χάριν.
β) Η άσκησις
Μας λέγουν επίσης οι Πατέρες ότι η θέωσις έχει στάδια. Αρχίζει από τα χαμηλότερα και προχωρεί προς τα υψηλότερα. Έχοντας την ταπείνωση, αρχίζουμε με μετάνοια και πολλή υπομονή τον καθημερινό μας εν Χριστώ αγώνα, την άσκηση της εφαρμογής των αγίων εντολών του Χριστού, για να καθαρισθούμε από τα πάθη. Λέγουν δε οι άγιοι Πατέρες ότι μέσα στις εντολές Του κρύβεται ο ίδιος ο Θεός, κι όταν ο Χριστιανός από αγάπη και πίστη στον Χριστό τις τηρεί, τότε ενώνεται μαζί Του.
Αυτό κατά τους αγίους Πατέρας είναι το πρώτο στάδιο της θεώσεως, το οποίο ονομάζεται και “πράξις”. Είναι η πρακτική αγωγή, η αρχή του δρόμου προς την θέωση.
Φυσικά αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο, διότι ο αγώνας για να ξεριζωθούν τα πάθη από μέσα μας είναι μεγάλος. Χρειάζεται κόπος πολύς, ώστε σιγά-σιγά ο χέρσος εσωτερικός μας αγρός να καθαρίζεται από τα αγκάθια και τις πέτρες των παθών και να καλλιεργείται πνευματικά, ώστε να μπορεί να πέφτει ο σπόρος του λόγου του Θεού και να καρποφορεί. Απαιτείται μεγάλη και συνεχής βία στον εαυτό μας για όλα αυτά. Γι  αὐτὸ ο Κύριος είπε ότι «η βασιλεία του Θεού βιάζεται και οι βιασταί αρπάζουσιν αυτήν». (Ματθ. ια´ 12). Και πάλι οι άγιοι Πατέρες μας διδάσκουν: «Δώσε αίμα και λάβε Πνεύμα», δηλαδή δεν μπορείς να λάβεις το Άγιο Πνεύμα, αν δεν δώσεις το αίμα της καρδιάς σου στον αγώνα για να καθαριστείς από τα πάθη, να μετανοήσεις πραγματικά και σε βάθος, και να αποκτήσεις τις αρετές.
Όλες δε οι αρετές είναι όψεις της μίας και μεγάλης αρετής, της αρετής της αγάπης. Όταν ο Χριστιανός αποκτήσει την αγάπη, έχει όλες τις αρετές. Η αγάπη είναι εκείνη που εκδιώκει από την ψυχή του ανθρώπου την αιτία όλων των κακιών και όλων των παθών, η οποία κατά τους αγίους Πατέρας είναι η φιλαυτία. Όλα τα κακά μέσα μας πηγάζουν από την φιλαυτία, που είναι η αρρωστημένη αγάπη του εαυτού μας. Γι  αὐτὸ η Εκκλησία μας έχει την άσκηση. Χωρίς άσκηση δεν υπάρχει πνευματική ζωή, ούτε αγώνας, ούτε προκοπή. Υπακούμε, νηστεύουμε, αγρυπνούμε, κοπιάζουμε με μετάνοιες, ορθοστασίες, για να μπορούμε να καθαριζόμαστε από τα πάθη μας.
Αν η Ορθόδοξος Εκκλησία παύση να είναι ασκητική, παύει να είναι Ορθόδοξος. Παύει να βοηθεί τον άνθρωπο να απαλλάσσεται από τα πάθη του και να γίνεται θεός κατά Χάριν.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας αναπτύσσουν μεγάλη και βαθειά ανθρωπολογική διδασκαλία για την ψυχή και τα πάθη του ανθρώπου. Κατ  αὐτοὺς η ψυχή διακρίνεται στο λογιστικό και παθητικό μέρος. Το παθητικό πάλι περιέχει το θυμοειδές και το επιθυμητικό. Στο λογιστικό περιέχονται οι λογικές ενέργειες της ψυχής, δηλαδή οι λογισμοί, οι σκέψεις. Το θυμοειδές είναι τα θετικά η αρνητικά συναισθήματα, η αγάπη, το μίσος. Το επιθυμητικό είναι οι καλές επιθυμίες των αρετών και οι κακές επιθυμίες των ηδονών, των απολαύσεων, η φιλοχρηματία, η κοιλιοδουλία, η σαρκολατρεία, τα σαρκικά πάθη. Αν αυτά τα τρία μέρη της ψυχής, το λογιστικό, το θυμοειδές και το επιθυμητικό, δεν καθαρισθούν, δεν μπορεί ο άνθρωπος να δεχθεί μέσα του την Χάρι του Θεού, να θεωθεί. Το λογιστικό καθαρίζεται με την νήψι, που είναι η συνεχής τήρησις του νοός από τους λογισμούς, με το να κρατεί δηλαδή τους καλούς λογισμούς και να αποδιώχνη τους κακούς. Το θυμοειδές πάλι καθαρίζεται με την αγάπη. Και το επιθυμητικό, τέλος, καθαρίζεται με την εγκράτεια. Όλα αυτά πάντως από κοινού καθαρίζονται και αγιάζονται με την προσευχή.
γ) Τα άγια Μυστήρια και η προσευχή
Ο Χριστός εγκαθίσταται στην καρδιά του ανθρώπου με τα άγια Μυστήρια. Με το άγιο Βάπτισμα, το Χρίσμα, την ιερά εξομολόγηση, την Θεία Ευχαριστία. Στους Ορθόδοξους Χριστιανούς που είναι εν κοινωνία Χριστού, ο Θεός, η Χάρις Του, είναι μέσα τους, στην καρδιά τους, διότι είναι βαπτισμένοι, χρισμένοι, εξομολογημένοι, κοινωνημένοι.
Τα πάθη όμως καλύπτουν την θεία Χάρι, όπως η στάχτη την σπίθα. Με την άσκηση και την προσευχή η καρδιά καθαρίζεται από τα πάθη, η σπίθα της θείας Χάριτος αναζωπυρούται και ο πιστός αισθάνεται τον Χριστό στην καρδιά του, που είναι το κέντρο της υπάρξεώς του.
Κάθε προσευχή της Εκκλησίας βοηθεί στην κάθαρση της καρδιάς. Ιδιαιτέρως όμως βοηθεί η λεγόμενη μονολόγιστος ευχή η νοερά προσευχή η καρδιακή προσευχή, το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με τον αμαρτωλόν». Αυτή η προσευχή, που ανέκαθεν παραδίδεται στο Άγιον Όρος, έχει το εξής πλεονέκτημα: επειδή είναι μονολόγιστος, δηλαδή μόνο μία πρότασις, μας βοηθεί να συγκεντρώνουμε εύκολα τον νου μας. Συγκεντρώνοντας τον νου μας τον βυθίζουμε στην καρδιά και προσέχουμε εκεί να μη απασχολείται με άλλα πράγματα και νοήματα, ούτε καλά, ούτε κακά, αλλά μόνο με τον Θεό.
Η άσκησις στην καρδιακή αυτή προσευχή, που μπορεί να γίνει με την Χάρι του Θεού συν τω χρόνω συνεχής, είναι ολόκληρη επιστήμη, τέχνη ιερά, που Άγιοι της Πίστεώς μας λεπτομερώς περιγράφουν στα ιερά τους συγγράμματα, όπως και σε μία μεγάλη συλλογή πατερικών κειμένων, την “Φιλοκαλία”.
Βοηθεί και χαροποιεί λοιπόν τον άνθρωπο η προσευχή αυτή. Κι όταν προχωρήσει ο Χριστιανός στην προσευχή αυτή, και ταυτοχρόνως η ζωή του είναι σύμφωνη με τις άγιες εντολές του Θεού και της Εκκλησίας, τότε αξιώνεται να λάβει εμπειρία της θείας Χάριτος. Αρχίζει να γεύεται την γλυκύτητα της κοινωνίας του Θεού, να γνωρίζει εκ πείρας το «γεύσασθε και ίδετε ότι Χρηστός ο Κύριος» (Ψαλμ. λγ´ 9). Για μας τους Ορθοδόξους ο Θεός δεν είναι ιδέα, κάτι που το σκεπτόμαστε μόνο η για το οποίο συζητούμε η διαβάζουμε, αλλά είναι Πρόσωπο, με το Οποίο ερχόμαστε σε ζωντανή και προσωπική κοινωνία, κάτι που το ζούμε, του Οποίου λαμβάνουμε εμπειρία.
Τότε βλέπουμε τι μεγάλη και άρρητη και ανέκφραστη ευτυχία είναι να έχουμε τον Χριστό μέσα μας και να είμαστε Ορθόδοξοι Χριστιανοί.
Πολύ βοηθεί τους Χριστιανούς που είναι στον κόσμο, μέσα στις διάφορες μέριμνες και απασχολήσεις της κάθε ημέρας, να βρίσκουν τουλάχιστον λίγα λεπτά ησυχίας για να ασκούνται σ  αὐτὴν την προσευχή.
Τους αγιάζουν βέβαια κι όλες οι κατά Θεόν εργασίες και καθήκοντα, όταν γίνονται ταπεινά και με αγάπη. Όμως χρειάζεται και η προσευχή. Σ  ἕνα ήσυχο δωμάτιο (είναι καλό ίσως μετά από κάποια μελέτη πνευματική η αφού ανάψουν το καντήλι εμπρός στις εικόνες και θυμιάσουν), όσο γίνεται μακρυά από θορύβους και απασχολήσεις, και αφού ησυχάσουν από άλλες σκέψεις και λογισμούς, να βυθίζουν τον νου τους στην καρδιά λέγοντας την ευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με τον αμαρτωλόν (η την αμαρτωλήν)». Πόση ειρήνη και δύναμη αντλούν οι ψυχές μ  αὐτὴν την κατά Θεόν ησυχία! Πόσο τις ενισχύει και στις υπόλοιπες ώρες της ημέρας να διατηρούνται ειρηνικές, χωρίς νεύρα και ένταση και άγχος, αλλά να έχουν όλες τις δυνάμεις τους σε αρμονία και ενότητα!
Μερικοί αναζητούν λίγη ψυχική ησυχία με τεχνητά μέσα σε άλλους χώρους, πλανεμένους και δαιμονικούς, όπως στις ανατολικές λεγόμενες θρησκείες. Προσπαθούν να εύρουν κάποια ησυχία με εξωτερικές ασκήσεις, διαλογισμό, κ.λπ., για να επιτύχουν κάποια ισορροπία ψυχής και σώματος. Το λάθος είναι ότι σ  ὅλα αυτά ο άνθρωπος, που προσπαθεί να λησμονήσει τις διάφορες σκέψεις και τον υλικό κόσμο, ούτε ουσιαστικά δεν κάνει διάλογο με τον Θεό, αλλά μονόλογο με τον εαυτό του. Καταλήγει δηλαδή πάλι στον ανθρωποκεντρικό και αποτυγχάνει.
“Η θέωσις, ως σκοπός της ζωής του ανθρώπου”
του Πανοσιολογιωτάτου Αρχιμανδρίτου π. Γεωργίου,
Προηγουμένου της Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους
ΜΕ ΠΑΡΡΗΣΙΑ…

ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ

Περιγραφή Της Εικόνας Της Πεντηκοσής


    
Περιγραφη Της Εικονας Της Πεντηκοστης
Η εικόνα της Πεντηκοστής παρουσιάζει υπερώο. Είναι το υπερώο που έμεναν οι Απόστολοι μετά την Ανάληψη του Κυρίου. Οι Απόστολοι κάθονται ημικυκλικά. Στην κορυφή του ημικύκλιου είναι οι Πρωτοκορυφαίοι Απόστολοι Πέτρος και Παύλος. Τρίτος δεξιά του Πέτρου είναι ο Απόστολος και Ευαγγελιστής Λουκάς και απέναντι του ο Απόστολος και Ευαγγελιστής Μάρκος, τρίτος κοντά στον Παύλο. Ακολουθούν οι υπόλοιποι Απόστολοι κατά σειράν ηλικίας. Όλοι είναι ήρεμοι με γλυκεία έκφραση και στοχαστικό βλέμμα. Κρατούν ειλητάρια εκτός του Αποστόλου Παύλου, που κρατεί βιβλίο. Είναι τα σύμβολα του διδακτικού χαρίσματος, που έλαβαν από το Άγιο Πνεύμα. Μεταξύ των Πρωτοκορυφαίων διακρίνεται ένα κάθισμα κενό. Είναι η θέση του Χριστού, της θείας Κεφαλής της Εκκλησίας, την οποίαν εικονίζει η εικόνα της Πεντηκοστής.
Στο πάνω μέρος της εικόνας εικονίζεται ο ουρανός δια τμήματος κύκλου. Από αυτό εκπέμπονται δώδεκα ακτίνες φωτός, που κατέρχονται στους Αποστόλους. Στην εικόνα μας, έκτος των κατερχόμενων ακτινών, αιωρείται επάνω από την κεφαλή κάθε Αποστόλου πύρινη γλώσσα, που σημαίνει ότι γέμισαν όλοι από Άγιο Πνεύμα και απέκτησαν το χάρισμα της γλωσσολαλίας. Ο Ιωάννης ο Πρόδρομος το είχε προφητεύσει αυτό, όταν έλεγε στους ακροατές του ότι ο «οπίσω του ερχόμενος», ο Χριστός, θα βαπτίσει τους οπαδούς Του με Πνεύμα Άγιο και με το πυρ της θείας Χάριτος.

«Από κάτω του  καθίσματος, πάνω στο οποίο είναι καθισμένοι (οι Απόστολοι), εικονίζεται η μορφή ενός γέροντα με στέμμα  στο κεφάλι του και με οξύ στρογγυλό γένι, που κρατά με τα δύο χέρια του σινδόνι, μέσα στο οποίο φαίνονται δώδεκα ειλητάρια, δηλαδή χαρτιά τυλιγμένα. Ο γέροντας  αυτός συμβολίζει τον Κόσμο, τα δε χαρτιά τους δώδεκα κλήρους που κληρώθηκε η οικουμένη να κηρυχτεί ο λόγος του Θεού από τους Αποστόλους.
Στις αρχαιότερες εικόνες της Πεντηκοστής, αντί του Κόσμου, ζωγραφίζονται κάποιοι άνθρωποι από διάφορες φυλές, ντυμένοι με παράδοξα φορέματα και γυρισμένοι κατά πάνω, σαν να ακούουν ξαφνιασμένοι το κήρυγμα των Αποστόλων, και πάνω από  αυτούς ή επιγραφή ΛΑΟΙ, ΦΥΛΑΙ ΚΑΙ ΓΛΩΣΣΑΙ. Παριστάνουν δε αυτοί τους ανθρώπους από τα διάφορα έθνη, που βρέθηκαν στα Ιεροσόλυμα κατά την ημέρα της Πεντηκοστής, την ώρα που κατέβηκε το Άγιο Πνεύμα και οι οποίοι, όταν άκουσαν την βοή  που έγινε από την επιφοίτηση του Παναγίου Πνεύματος, μαζεύτηκαν στο σπίτι που βρίσκονταν οι Άγιοι Απόστολοι και απορούσαν, διότι άκουαν ο καθένας στη γλώσσα του το κήρυγμα που έβγαινε από το στόμα των μαθητών του Χριστού, όπως αναφέρουν οι Πράξεις των Αποστόλων» (Φ. Κόντογλου).
 Η σημασία της εικόνας
Όπως πληροφορούμαστε από τις Πράξεις των Αποστόλων, κατά την ημέρα της Πεντηκοστής βρίσκονταν στο υπερώο περίπου εκατόν είκοσι πρόσωπα. Συνεπώς τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος δεν έλαβαν μόνον οι Δώδεκα Απόστολοι. Όλοι οι παρευρισκόμενοι «επλήσθησαν Πνεύματος Αγίου». Επί πλέον ο Απόστολος Πέτρος στην ομιλία του κατά την ημέρα της Πεντηκοστής διαβεβαίωσε, ότι όλοι όσοι θα μετανοήσουν και βαπτισθούν, θα λάβουν «την δωρεά του Αγίου Πνεύματος». Οι εκατόν είκοσι μαθητές εκπροσωπούν όλη την Εκκλησία. Για τον βυζαντινό αγιογράφο είναι αντιπρόσωποι της Εκκλησίας όλων των γενεών και όλων των αιώνων. Αυτός είναι ο λόγος, που ενώ τα καθισμένα πρόσωπα είναι δώδεκα, ο αριθμός αυτός δεν αντιστοιχεί στους Δώδεκα Αποστόλους. Ο Απόστολος Παύλος και οι Ευαγγελιστές Λουκάς και Μάρκος, που εικονίζονται στην εικόνα, δεν ανήκαν στον κύκλο των άμεσων Μαθητών του Κυρίου.
Σε αντίθεση με τις άγιες μορφές των Αποστόλων έρχεται η συμβολική μορφή του Κόσμου. Γι’ αυτήν διαβάζουμε σε ένα κείμενο του 17ου αιώνα: «Γιατί κατά την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος παρουσιάζεται ένας άνθρωπος καθήμενος σε σκοτεινό μέρος, κυρτωμένος από τα χρόνια, ενδεδυμένος με κόκκινο ένδυμα, με βασιλικό στέμμα επί της κεφαλής του και μ’ ένα λευκό ύφασμα στα χέρια του, που περιέχει δώδεκα γραμμένους κυλίνδρους. Ο άνθρωπος κάθεται σε σκοτεινό μέρος, επειδή η οικουμένη ήταν προηγουμένως χωρίς πίστη. Είναι κυρτωμένος από τα χρόνια, διότι είχε γεράσει από την αμαρτία του Αδάμ. Το κόκκινό του ένδυμα υποδηλώνει τις αιματηρές θυσίες του πονηρού. Το βασιλικό στέμμα υποδηλώνει την αμαρτία, που κυβερνούσε τον κόσμο. Το λευκό ύφασμα στα χέρια του με τους δώδεκα κυλίνδρους σημαίνει τους Δώδεκα Αποστόλους, που έφεραν φως στην οικουμένη με την διδασκαλία τους».
Ο Χριστός ο Θεός μας, «ο πανσόφους τους αλιείς αναδείξας», είναι «χθες και σήμερον ο αυτός και εις τους αιώνας». Για τούτο πρέπει στη προσευχή μας να Τον παρακαλούμε να μας φωτίζει και αγιάζει με το Άγιο Πνεύμα, που είναι «ο φρουρός και αγιοποιός της Εκκλησίας, ο διοικητής των ψυχών, ο κυβερνήτης των χειμαζόμενων, ο φωταγωγός των πεπλανημένων και αθλοθέτης των αγωνιζο­μένων και στεφανωτής των νενικηκότων» (Κυρίλλου Ιεροσολύμων, Κατήχησις 17,3).