Πέμπτη 16 Μαΐου 2019

π.Αθανάσιος Μυτιληναίος, Η «καλημέρα» του διαβόλου


Π. Ἀθανασίου Μυτιληναίου-Κατηχήσεις Ἁγίου Κυρίλλου: Ἀπόσπασμα ἀπό τήν 127η ὁμιλία του

[…]
…αφού θα μας βγάλουν αυτό το μίσος από την καρδιά (καλόν μίσος, που λέγει ο Άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων), τότε, όταν η καρδιά μας βρεθεί άδεια, τότε θα αποκτήσει την αγάπη την οικουμενιστική. Ποια είναι αυτή η αγάπη η οικουμενιστική; Η αγάπη που μιλάει ο οικουμενισμός, για να μας στριμώξει όλους στην κόλαση! Και που δεν είναι αγάπη του Θεού, γιατί δεν είναι αγάπη εν αληθεία.
Λοιπόν, υπάρχει μίσος; Ναι, αγαπητοί μου, μάλιστα δεν αναφέρει εδώ ένα χωρίο ο Άγιος Κύριλλος -τί να πρωτοαναφέρει;- που λέγει ένας ψαλμικός στίχος «τέλειον μίσος εμίσουν αυτούς», τους μισούσα, λέγει, με τέλειον μίσος! Δηλαδή να μισήσομεν ανθρώπους; Προσέξτε. «Μισήσομεν τους αξίους μίσους» να μισήσομε εκείνους οι οποίοι είναι άξιοι μίσους, να αποστραφούμε εκείνους που αποστρέφεται ο Θεός. Ο Θεός αποστρέφεται; Πάρα πολλές φορές λέγει η Αγία Γραφή ότι ο Θεός αποστρέφει το πρόσωπόν Του. Δεν λέμε και στον Ν’ ψαλμό «και μη αποστρέψεις το πρόσωπό σου απ’ εμού»; Τί θα πει αποστρέφω; Γυρίζω το πρόσωπό μου αλλού. Όταν Αυτός γυρίζει το πρόσωπό Του αλλού, σημαίνει, αγαπητοί μου, ότι δεν σε προσέχει πια, είσαι θεήλατος, εκείνος που σε διώχνει ο ίδιος ο Θεός!!! Είναι αληθές; Είναι χιλιομαρτυρημένο μέσα στην Αγία Γραφή; Είναι χιλιομαρτυρημένο και στην Παλαιά και στην Καινή Διαθήκη; Εάν είναι, τότε με ποιο δικαίωμα λένε εκείνοι που λένε ό,τι λένε, εν ονόματι μιας αγάπης, μιας οικουμενιστικής αγάπης; Και τι θα έπρεπε να φανούμε; Να φανούμε θεϊκότεροι του Θεού;!!!
Το φαντάζεστε αυτό; ότι αποπειρώνται οι άνθρωποι να γίνουν θεϊκότεροι του Θεού; Όταν, επί παραδείγματι, ο Θεός λέγει «Δεν θα πεις καλημέρα εις τον αιρετικόν»,
– «Μα, του Θεού δεν είναι η καλημέρα;»
– Ναι, του Θεού είναι η καλημέρα, αλλά υπάρχει και καλημέρα του διαβόλου! Διότι ο διάβολος ήλθε εις τον Παράδεισον και είπε πρωί-πρωί μια καλημέρα εις την Εύα. Μια καλημέρα της είπε. «Μα», θα μου πείτε, «δεν το γράφει αυτό η Αγία Γραφή». Έ, πώς έπρεπε να πει; «Καλημέρα, Εύα»; Όταν της πιάνει κουβέντα, «Καλημέρα» της είπε. Πώς το λένε; «Μπα, τι κάνεις; Πώς είσαι;» Κάπως έτσι.
Υπάρχει, λοιπόν, και η «καλημέρα» του διαβόλου
Και πιάνει κουβέντα η Εύα, και την έπαθε. Κι εσύ πιάνεις κουβέντα με τον χιλιαστή που είναι έξω στην πόρτα σου, κι όταν τον εδιώξεις, θα σου πει «Μα, ο Χριστός είπε να δεχόμεθα τους ανθρώπους, να λέμε καλημέρα»! Ναι, αλλά ο Χριστός είπε, το Πνεύμα του Θεού είπε, «και καλημέρα «χαίρετε» να μην λέτε στους αιρετικούς». Εκείνος ο οποίος δεν φέρει, λέει, την διδαχήν αυτήν (ο Ευαγγελιστής Ιωάννης), ποιαν διδαχήν; Ότι ο Υιός του Θεού έγινε άνθρωπος! Που δεν την έχουν οι χιλιαστές, γιατί τον Χριστόν Τον λένε χτίσμα. «Χαίρετε» δεν θα τους πείτε και σε σπίτι μέσα δεν θα τους βάλετε. Ε, λοιπόν, τι είσαι τώρα, θεϊκότερος του Θεού; Όταν του πεις «καλημέρα» του αιρετικού και του πεις έλα μέσα και να κουβεντιάσουμε; Άλλη παράγραφος, αν είσαι ο θεμελιωμένος άνθρωπος και θέλεις να τον αντιμετωπίσεις, με την έννοια να τον βοηθήσεις να σωθεί. Όταν όμως δεν είσαι, δεν θα του πεις «καλημέρα». Δεν ξέρεις ότι και μόνον δυο λόγια να σου πει και σου ρίξει μέσα το σπέρμα του διαβόλου, την βοτάνην του διαβόλου, που λέει ο Άγιος Ιγνάτιος, «ὅ ἐστιν αἵρεσις» – αυτή είναι η βοτάνη του διαβόλου – και σου μπει μια αμφιβολία για κάτι, πες μου σε παρακαλώ, θα μπορέσεις αυτήν την αμφιβολία να την βγάλεις ποτέ; Σας βεβαιώνω, τότε ο Θεός επιτρέπει, επειδή παρήγγειλε να μην κουβεντιάζεις με αιρετικόν, επιτρέπει να εγκατασταθεί μέσα σου ο δαίμων της βλασφημίας και να μην μπορείς να απαλλαγείς από αυτό που σου είπε τότε ο αιρετικός, που είναι βλάσφημο, και σε μαστίζει ο δαίμων της βλασφημίας και σου επικρατεί αυτό και δεν μπορείς να απαλλαγείς! Αυτός θα είναι ο μισθός σου και ο καρπός σου.
Καταλαβαίνομε, αγαπητοί μου, καταλαβαίνετε;
Λοιπόν, ας δούμε το θέμα ποιο κοντά.
Να πούμε, λέγει, κι εμείς με παρρησία, μετά πάσης παρρησίας εις τον Θεόν για όλους τους αιρετικούς «Ουχί τους μισούντας Σε Κύριε εμίσησα και επί τους εχθρούς Σου εξετηκόμην» που λέγει ο 138 ψαλμός, στίχος 21. Κύριε, δεν μίσησα εκείνους που σε μισούν, και δεν έλειωνα μπροστά στους εχθρούς Σου που σε εχθρεύονται; Και σχολιάζει ο Άγιος Κύριλλος «έστι γαρ και έχθρα καλή», διότι υπάρχει και καλή έχθρα! Ποια είναι αυτή η έχθρα; Είναι η έχθρα να φυλάμε τα κεκτημένα. Ο λαός το λέει «άμα φυλάς τα έρημα (εννοεί τα πράγματα), έχεις τα μισά». Άμα δεν τα φυλάς, τότε δεν έχεις τίποτα. Τί θέλει να πει εδώ; Θέλει να πει ότι τα κεκτημένα μας είναι η πίστη μας, είναι ο θησαυρός μας, είναι η ορθοδοξία μας. Αυτά τα πράγματα, όταν ο άλλος έρχεται να τα προσβάλει, δεν θα μπορέσω ποτέ μα ποτέ να τα φυλάξω μέσα μου, εάν δεν έχω αυτήν την καλή έχθρα. Δηλαδή, «Δεν θέλω να σε ακούσω. Δεν θέλω να κάνω συντροφιά μαζί σου. Δεν εύχομαι να πάθεις κακό, αλλά ζητώ από τον Θεό να σε ελεήσει. Θα με χαρακτηρίσεις ότι είμαι, ότι τι είμαι;
Διάβαζα μια εφημερίδα που μου βάλατε εδώ πάνω, αυτήν την γνωστή «Ο Χριστιανός», που είναι προτεσταντική, και λέγει για αυτόν τον ζηλωτισμόν των ορθοδόξων! Εγώ άκουσα κάποτε από κάποιον καθηγητή πανεπιστημίου και πολιτικό ότι υπήρχε στους Πατέρες φανατισμός, ιδίως στον Μέγα Αθανάσιο!…κι ότι ο Άρειος, ε, ένας άνθρωπος ήτανε που έλεγε κάτι. Φανατισμένος, λοιπόν, ο Μέγας Αθανάσιος…
Αγαπητοί μου, μέχρι σήμερα θεωρούνται οι Πατέρες, από τέτοιους τύπους ανθρώπων, ως φανατικοί! Κι όταν κάνομε κάποτε κήρυγμα, είτε την Κυριακή της Ορθοδοξίας είτε οποιαδήποτε άλλη φορά, και επιμείνομε στο δόγμα και στην αλήθειά του και στην ακρίβειά του, χαρακτηριζόμεθα ότι είμαστε φανατικοί! Είναι κάτι που πιστεύω κι εσείς το έχετε ακούσει.
Μα, περί φανατισμού πρόκειται; ή περί διατηρήσεως της αληθείας; Και δεν θα διατηρήσω ποτέ την αλήθεια, εάν δεν κρατήσω αυτήν την μορφή του μίσους. Τί θα πει μίσος; Δεν είναι το μίσος εκείνο που απαγορεύει ο Θεός και που μου λέει να συμφιλιωθώ με τον εχθρό μου. Είναι η προσπάθεια να μην έρθω σε επαφή ποτέ με τον αιρετικόν άνθρωπον. Κι αν δεν έχω αυτό το τέλειον μίσος, που λέει ο άλλος ψαλμικός στίχος, τέλειον τι; Δεν θα αφήσω ούτε μία γωνίτσα μέσα στην καρδιά μου, που να πω «Μήπως έχει λίγο δίκιο αυτός;» Για να πιάσω λίγο κουβέντα μαζί του. ΟΧΙ. Αυτό θα πει τέλειον μίσος: «Δεν δέχομαι καμία κουβέντα μαζί σου». Αυτό είναι όλο.
Αν υποτεθεί, αγαπητοί μου, ότι πλησιάζει κάποιος άνθρωπος το παιδί σας και του λέει μερικά πράγματα, «Ξέρεις, ο πατέρας σου δεν είναι πραγματικός σου πατέρας. Η μητέρα σου, ξέρεις, α, έζησε μια ζωή αλλιώτικη», και μάλιστα αυτά να είναι και συκοφαντικά, πέστε μου, σας παρακαλώ, όταν εσείς αντιληφθείτε από το παιδί σας, ότι το παιδί σας ομιλεί έτσι, του λέει ο άλλος έτσι, για να το διασώσετε, τι θα κάνετε; Τι θα του πείτε; «Παιδί μου, αυτά είναι συκοφαντίες, είναι ψέμματα και με αυτόν τον άνθρωπο ουδέποτε θα ξαναπιάσεις κουβέντα». Θα το λέγατε; Γιατί δεν θα πούμε το ίδιο πράγμα και για τα θέματα της πίστεως; Είναι μικροτέρας αξίας και σημασίας τα θέματα της πίστεως;

Τετάρτη 15 Μαΐου 2019

Τί είναι η Μεσοπεντηκοστή;



«Ο Μεσσίας (= Χριστός), όταν η εορτή ήταν στο μέσο, στάθηκε ανάμεσα στους διδασκάλους του μωσαϊκού Νόμου και τους δίδασκε».
Την εορτή της Μεσοπεντηκοστής την εορτάζουμε για την τιμή των δύο μεγάλων εορτών, δηλαδή του Πάσχα και της Πεντηκοστής, επειδή αυτή και ενώνει και συνδέει τις δύο αυτές εορτές. Η εορτή της Μεσοπεντηκοστής θεσπίστηκε για τον εξής λόγο: Μετά το υπερφυές θαύμα που έκαμε ο Χριστός στο παράλυτο, οι Ιουδαίοι, σκανδαλισμένοι δήθεν για το Σαββάτου (διότι πράγματι, Σάββατο θεράπευσε ο Κύριος τον παράλυτο), Τον καταδίωκαν και ζητούσαν να τον σκοτώσουν. Για το λόγο αυτό ο Ιησούς έφυγε από τα Ιεροσόλυμα και πήγε στη Γαλιλαία, όπου και διέμενε στα όρη της περιοχής εκείνης με τους μαθητές Του. Εκεί έκανε το υπερφυές θαύμα του πολλαπλασιασμού των πέντε άρτων και των δύο ιχθύων, και έφαγαν και χόρτασαν πέντε χιλιάδες άνδρες, χωρίς να υπολογίζονται στον αριθμό αυτό γυναίκες και παι­διά. Μετέπειτα, κατά την εορτή της Σκηνοπηγίας (ήταν δε και αυτή μεγάλη εορτή των Ιουδαίων), ο Ιησούς ανέβηκε και πάλι στα Ιεροσόλυμα και περπατούσε στα κρυφά.  Στο μέσο όμως της εορτής ανέβηκε στο Ναό και δίδασκε· και όλοι έμεναν έκπληκτοι από τη διδαχή Του.

Αλλά, επειδή Τον φθονούσαν, έλεγαν: «Πώς αυτός ξέρει γράμματα, ενώ δεν έχει σπουδάσει;». Αλλά ο Ιησούς, όντας πράγματι νέος Αδάμ, όπως εκείνος ο πρώτος ήταν κατάμεστος από σοφία, έτσι και Αυτός, όντας επιπλέον και Θεός, ήταν παντογνώστης (που βέβαια ο πρώτος Αδάμ δεν ήταν). Γόγγυζαν λοιπόν όλοι κατά του Χριστού και επιδίωκαν να Τον σκοτώσουν οπωσδήποτε. Εκείνος δε, ελέγχοντάς τους ότι μάχονταν δήθεν υπέρ του Σαββάτου, είπε: «Γιατί ζητάτε να με σκοτώσετε;». Και στρέφοντας τη σκέψη των Ιουδαίων στο μωσαϊκό Νόμο, τους είπε επιπρόσθετα ότι δεν είχαν κανένα λόγο να θυμώνουν εναντίον του, επειδή θεράπευσε κατά την ημέρα του Σαββάτου τον παράλυτο, διότι και ο Μωυσής έχει νομοθετήσει ότι το Σάββατο μπορεί να καταλύεται, στη περίπτωση που πρόκειται για περιτομή, (όταν η όγδοη ημέρα από τη γέννηση του αρσενικού παιδιού, κατά την οποία έπρεπε αυτή να γίνει, συνέπιπτε με την ημέρα του Σαββάτου. Και συνεχίζοντας ο Κύριος, είπε: «Αν ένας άνθρωπος περιτέμνεται το Σάββατο, για να μην παραβιαστεί ο Νόμος του Μωυσή, εσείς θυμώνετε εναντίον μου, επειδή θεράπευσα έναν ολόκληρο άνθρωπο κατά την ημέρα του Σαββάτου;»). Και βέβαια ο Κύριος έκαμε διάλογο πολλή ώρα με τους Ιουδαίους περί του θέματος αυτού και τους τόνισε ότι δοτήρας του Νόμου ήταν αυτός ο ίδιος και ότι ήταν ίσος προς τον Πατέρα. Και αυτό το τόνισε  ιδιαίτερα κατά την τελευταία και πιο επίσημη ημέρα της εορτής (λέγοντας τους: «Εάν κανείς διψάει, ας έλθει σ’ εμένα και ας πιει»). Μετά ο Ιησούς τους είπε και πάρα πολλά άλλα, και ιδιαίτερα βαρυσήμαντα. Τότε εκείνοι πήραν στα χέρια τους πέτρες, για να τις ρίξουν καταπάνω Του, πλην όμως πέτρα δεν Τον άγγιξε ούτε κατ’ ελάχιστον. Και τούτο, διότι ο Ιησούς χάθηκε θαυματουργικά από τα μάτια τους και, περνώντας από ανάμεσά τους απαρατήρητος, έφυγε από το Ναό. Φεύγοντας δε από εκεί ο Κύριος και διαβαίνοντας από το μέσο της πόλεως, είδε κάποιον που είχε γεννηθεί τυφλός και τον θεράπευσε, κάνοντας τα μάτια του να βλέπουν.
Πρέπει δε να ξέρουμε ότι οι μέγιστες εορτές των Ιουδαίων είναι τρεις: Πρώτη είναι η εορτή του Πάσχα, η οποία τελείται κατά τον πρώτο μήνα, προς ανάμνηση της διάβασης της Ερυθράς θάλασσας. Δεύτερη είναι η Πεντηκοστή, η οποία θεσπίστηκε προς ανάμνηση της παραμονής τους στην έρημο επί πενήντα ημέρες, μετά τη διάβαση της Ερυθράς θάλασσας -πενήντα ημέρες, πράγματι, πέρασαν από τη διάβαση της Ερυθράς μέχρι που έλαβαν το μωσαϊκό Νόμο. (Συνολικά βέβαια στην έρημο έμειναν σαράντα χρόνια). Η εορτή αυτή γίνεται και προς τιμήν του αριθμού εφτά, ο οποίος θεωρείται από αυτούς ιερός. Τρίτη είναι η εορτή της Σκηνο­πηγίας, η οποία θεσπίστηκε προς ανάμνηση της σκηνής, την οποία ο Μωυσής κατασκεύασε και έστησε με αρχιτέκτονα τον Βεσελεήλ και έχοντας ως πρότυπο τη σκηνή που είδε (που του περιέγραψε ο Θεός) στη νεφέλη στο όρος Σινά. Η εορτή αυτή διαρκεί εφτά ημέρες και, εκτός από τον παραπάνω λόγο, θεσπίστηκε και προς ανάμνηση της επί σαράντα χρόνια παραμονής των Εβραίων στην έρημο. Αλλά και με τη συγκομιδή των καρπών σχετίζεται η εορτή της Σκηνοπηγίας. Τότε, λοιπόν, ενώ τελούνταν η εορτή αυτή, στάθηκε όρθιος ο Χριστός και έκραξε με φωνή μεγάλη: «Εάν τις διψά, ερχέσθω προς με και πινέτω». Εάν δηλαδή κάποιος αισθάνεται πόθο και δίψα, όχι για αγαθά υλικά και φθαρτά, αλλά για την εσωτερική γαλήνη και τη μακαριότητα της θείας ζωής, ας έρχεται προς έμενα διά της πίστεως και ας πίνει ελεύθερα. Πλησίον μου θα ικανοποιηθούν όλοι οι ευγενείς του πόθοι και θα βρει ανάπαυση η ψυχή του.
Επειδή λοιπόν με τη διδασκαλία Του αυτή ο Χριστός απέδειξε ότι είναι Μεσσίας (δηλαδή χρισμένος από το Θεό Πατέρα βασιλέας και λυτρωτής), αφού έγινε μεσίτης και συμφιλιωτής των ανθρώπων και του αιώνιου Πατέρα Του, γι’ αυτήν ακριβώς την αιτία, εορτάζοντας την εορτή αυτή και ονομάζοντάς την Μεσοπεντηκοστή, ανυμνούμε και τον Μεσσία Χριστό, αλλά συνάμα δηλώνουμε και τη μεγάλη σημασία που έχει η εορτή αυτή ευρισκόμενη στο μέσο μεταξύ των δύο μεγάλων εορτών της Εκκλησίας μας, δηλαδή του Πάσχα και της Πεντηκοστής. Νομίζω δε ότι για το λόγο αυτό θεσπίστηκε να γίνεται μετά την εορτή αυτή η εορτή της Σαμαρείτιδας, διότι και σ’ εκείνη την εορτή γίνεται λόγος για το Μεσσία Χριστό και περί ύδατος και δίψας, όπως και κατά την παρούσα εορτή της Μεσοπεντηκοστής. Πέραν δε τούτου, κατά τον ευαγγελιστή Ιωάννη, ο διάλογος με τη Σαμαρείτιδα έγινε αρκετά πριν από τη θεραπεία του εκ γενετής τυφλού.
Με το  άπειρό  Σου έλεος , Χριστέ ο Θεός , ελέησέ μας .Αμήν.
(Γ.Δ.Παπαδημητρόπουλου, «Με τους Αγίους μας»-συναξάρια Τριωδίου και Πεντηκοσταρίου.)
Απόψεις για τη Μονή Βατοπαιδίου/

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟ ΜΕΣΟΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ

Η Μεσοπεντηκοστή μέσα από το Ευαγγέλιο (Κατά Ιωάννη ζ’ 14-30)


«Οταν δε η εορτή ευρίσκετο στο μέσον, δηλαδή κατά την τετάρτην ημέραν, ανέβηκε ο Ιησούς εις την αυλήν του ναού και εδίδασκε τα πλήθη.
Και εθαύμαζαν οι Ιουδαίοι και έλεγαν· “πως αυτός γνωρίζει γράμματα, χωρίς να έχη μαθητεύσει εις καμμίαν ραββινικήν σχολήν;”
Απήντησεν εις αυτούς ο Ιησούς και είπε· “η διδασκαλία μου δεν είναι ανθρωπίνη, ωσάν αυτήν που διδάσκουν οι ραββίνοι εις τας σχολάς των, αλλά ούτε και ιδική μου· είναι διδασκαλία εκείνου, ο οποίος με έστειλε στον κόσμον.
Οποιος θέλει ειλικρινώς να πράττη το θέλημα του Θεού, θα γνωρίση από την προσωπικήν του πείραν, ποίον από τα δύο είναι αληθινό· Από τον Θεόν προέρχεται η διδασκαλία μου η εγώ από τον ευατόν μου την έχω επινοήσει.
Εκείνος που διδάσκει από τον ευατόν του, ζητεί να δοξασθή ο ίδιος ως διδάσκαλος. Αυτός όμως που ζητεί την δόξαν εκείνου που τον έχει στείλει, αυτός είναι αληθινός εις όλα όσα λέγει, διότι κινείται από ανιδιοτελή ελατήρια και δεν υπάρχει εις αυτόν καμμία αμαρτία.
Ο Μωϋσής δεν έδωκε εις σας τον νόμον; Και όμως κανείς από σας δεν φυλάσσει τον νόμον. Διότι εάν τηρήτε τον νόμον, τότε διατί ζητείτε να με φονεύσετε, αφού ο νόμος ρητός απαγορεύει τον φόνον;”
Απήντησεν ο όχλος και είπε· “έχεις δαιμόνιον που σου σκοτίζει τον νουν. Ποιός ζητεί να σε φονεύση;”
Απήντησεν ο Ιησούς και τους είπε· “έκαμα ένα έργον (εθεράπευσα τον παράλυτον) και όλοι απορήσατε, διότι ενομίσατε ότι κατέλυσα την αργίαν του Σαββάτου.
Ο Μωϋσής σας έδωσε την περιτομήν. Δια την ακρίβειαν, δεν έχει καθιερωθή από τον Μωϋσέα η περιτομή, αλλά από την παράδοσιν των παλαιοτέρων προγόνων σας. Και εάν τύχη η ογδόη ημέρα από την γέννησιν του βρέφους να είναι Σαββατον, και τότε κάνετε περιτομήν στον άνθρωπον.
Εάν, λοιπόν, υποχρεωτικώς παίρνη ο άνθρωπος περιτομήν κατά το Σαββατον, δια να μη καταλυθή ο νόμος του Μωϋσέως, που ορίζει πως οπωσδήποτε κατά την ογδόην ημέραν πρέπει να γίνη η περιτομή, σεις εκδηλώνετε όλην την πικρίαν σας εναντίον μου, διότι ολόκληρον άνθρωπον τον έκαμα υγιή κατά την ημέραν του Σαββάτου!
Μη σχηματίζετε κρίσεις από τα εξωτερικά φαινόμενα, αλλά να κρίνετε δικαίως, όπως επιβάλλουν τα πράγματα, η λογική και ο Θεός”.
Ελεγαν, λοιπόν, μερικοί από τους Ιεροσολυμίτας· “δεν είναι αυτός, που οι άρχοντες ζητούν να τον φονεύσουν;
Και ιδού, ότι ομιλεί άφοβα και φανερά και τίποτε δεν αντιλέγουν εις αυτόν. Μηπως πραγματικά εκατάλαβαν οι άρχοντες, ότι αυτός αληθώς είναι ο Χριστός;
Αλλά τούτον εδώ γνωρίζομεν καλά από που και από ποιούς κατάγεται. Ο Χριστός όμως όταν έλθη, κανείς δεν γνωρίζει από που και πότε έρχεται”.
Εφώναξε με μεγάλην φωνήν ο Ιησούς τότε εις τας αυλάς του ναού διδάσκων και λέγων· “και εμέ γνωρίζετε και από που είμαι γνωρίζετε. Η γνώσις σας όμως είναι ατελής. Διότι δεν γνωρίζετε, ότι εγώ δεν έχω έλθει από τον εαυτόν μου, αλλά έχω έλθει από τον Θεόν, που με έστειλε και ο οποίος είναι ο απολύτως αληθινός. Αυτόν όμως εσείς δεν τον γνωρίζετε. Δι’ αυτό δε και δεν είσθε εις θέσιν να γνωρίσετε την γνησίαν και αληθή αποστολή μου.
Εγώ όμως τον γνωρίζω, διότι έχω γεννηθή προαιωνίως από αυτόν και έχω, ως Θεός, την αυτήν με εκείνον ουσίαν και φύσιν, και εκείνος με έστειλεν στον κόσμον”.
Εξ αιτίας αυτών που είπε, εζητούσαν πάλιν να τον πιάσουν οι Ιουδαίοι. Κανείς όμως δεν άπλωσε εις αυτόν το χέρι, διότι ακόμη δεν είχεν έλθει η ώρα, η ωρισμένη από τον Θεόν.»

Η Μεσοπεντηκοστή



Σε λίγους πιστούς είναι γνωστή η εορτή, αυτή. Εκτός από τους ιερείς και μερικούς άλλους χριστιανούς, που έχουν ένα στενότερο σύνδεσμο με την Εκκλησία μας, οι περισσότεροι δεν γνωρίζουν καν την ύπαρξή της. Λίγοι είναι εκείνοι που εκκλησιάζονται κατ’ αύτη και οι περισσότεροι δεν υποπτεύονται καν, ότι την Τετάρτη μετά την Κυριακή του Παραλύτου πανηγυρίζει η Εκκλησία μία μεγάλη δεσποτική εορτή, την εορτή της Μεσοπεντηκοστής. Και όμως κάποτε αυτή η εορτή ήταν η μεγάλη εορτή της Μεγάλης Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως και συνέτρεχαν κατ’ αυτή στον μεγάλο ναό πλήθη λαού. Δεν έχει κανείς παρά να ανοίξει την Έκθεση της Βασιλείου Τάξεως του Κωνσταντίνου Πορφυρογέννητου για να δει το επίσημο τυπικό του εορτασμού, όπως ετελείτο μέχρι την Μεσοπεντηκοστή του έτους 903 στον ναό του αγίου Μωκίου στην Κωνσταντινούπολη μέχρι δηλαδή την ημέρα που έγινε η απόπειρα κατά της ζωής του αυτοκράτορα Λέοντος ς’ του Σοφού (11 Μαΐου 903). Εκεί υπάρχει μία λεπτομερής περιγραφή του λαμπρού πανηγυρισμού, που καταλαμβάνει ολόκληρες σελίδες και καθορίζει με την γνωστή παράξενη βυζαντινή ορολογία, πως ο αυτοκράτορας το πρωί της εορτής με τα επίσημα βασιλικά του ενδύματα και την συνοδεία του ξεκινούσε από το ιερό παλάτι για να μεταβεί στον ναό του αγίου Μω­κίου. όπου θα ετελείτο η θεία λειτουργία. Σε λίγο έφθανε η λιτανεία με επί κεφαλής τον πατριάρχη, και βασιλιάς και πατριάρχης εισέρχονταν επισήμως στον ναό.
Η θεία λειτουργία ετελείτο με την συνήθη στις μεγάλες εορτές βυζαντινή μεγαλοπρέπεια. Μετά από αυτήν ο αυτοκράτορας παρέθετε πρόγευμα, στο οποίο παρεκάθητο και ο πατριάρχης. Και πάλι ο βασιλιάς υπό τις επευφημίες του πλήθους «Εις πολλούς και αγαθούς χρόνους ο Θεός αγάγοι την βασιλείαν υμών» και με πολλούς ενδιάμεσους σταθμούς επέστρεφε στο ιερό παλάτι.
Αλλά και στα σημερινά μας λειτουργικά βιβλία, στο Πεντηκοστάριο, βλέπει κανείς τα ίχνη της παλαιάς της λαμπρότητας. Παρουσιάζεται σαν μία μεγάλη δεσποτική εορτή, με τα εκλεκτά της τροπάρια και τους διπλούς της κανόνες, έργα των μεγάλων υμνογράφων, του Θεοφάνους και του Ανδρέου Κρήτης, με τα αναγνώσματά της και την επίδρασή της στις προ και μετά από αυτήν Κυριακές και με την παράταση του εορτασμού της επί οκτώ ημέρες κατά τον τύπο των μεγάλων εορτών του εκκλησιαστικού έτους.
Ποιό όμως είναι το θέμα της ιδιορρύθμου αυτής εορτής; Όχι πάντως κανένα γεγονός της ευαγγελικής ιστορίας. Το θέμα της είναι καθαρά εορτολογικό και θεωρητικό. Η Τετάρτη της Μεσοπεντηκοστής είναι η 25η από του Πάσχα και η 25η προ της Πεντηκοστής ημέρα. Σημειώνει το μέσον της περιόδου των 50 μετά το Πάσχα εορτάσιμων ημερών. Είναι δηλαδή ένας σταθμός, μία τομή.
Χωρίς δηλαδή να έχει δικό της θέμα η ημέρα αυτή συνδυάζει τα θέματα, του Πάσχα αφ’ ενός και της επιφοιτήσεως του αγίου Πνεύματος αφ’ ετέρου, και «προφαίνει» τη δόξα της αναλήψεως του Κυρίου, που θα εορταστεί μετά από 15 ημέρες. Ακριβώς δε αυτό το μέσον των δύο μεγάλων εορτών έφερνε στο νου και ένα εβραϊκό επίθετο του Κυρίου, το «Μεσ­σίας». Μεσσίας στα ελληνικά μεταφράζεται Χριστός. Αλλά ηχητικά θυμίζει το μέσον. Έτσι και στα τροπάρια και στο συναξάριο της ημέρας η παρετυμολογία αυτή γίνεται αφορμή να παρουσιασθεί ο Χριστός σαν Μεσσίας -μεσίτης Θεού και ανθρώπων, «μεσίτης και διαλλάκτης ημών και του αιωνίου αυτού Πατρός». «Διά ταύτην την αιτίαν την παρούσα εορτή εορτάζοντες και Μεσοπεντηκοστήν ονομάζοντες τον Μεσσίαν ανυμνούμεν Χριστόν». σημειώνει ο Νικηφόρος Ξανθόπουλος στο συναξάριο. Σ’ αυτό βοήθησε και η ευαγγελική περικοπή, που επελέγη για την ημέρα αυτή. Μεσούσης της εορτής του ιουδαϊκού Πάσχα ο Χριστός ανεβαίνει στο ιερό και διδάσκει. Η διδασκαλία Του προκαλεί τον θαυμασμό, αλλά και ζωηρή αντιδικία μεταξύ αυτού και του λαού και των διδασκάλων. Είναι Μεσσίας ο Ιησούς ή δεν είναι; Είναι η διδασκαλία Του εκ Θεού ή δεν είναι; Νέο λοιπόν θέμα προστίθεται: ο Χριστός είναι ο διδάσκαλος. Αυτός που ενώ δεν έμαθε γράμματα κατέχει το πλήρωμα της σοφίας, γιατί είναι η Σοφία του Θεού που κατασκεύασε τον κόσμο. Ακριβώς από αυτόν τον διάλογο εμπνέεται μεγάλο μέρος της υμνογραφίας της εορτής. Εκείνος που διδάσκει στο ναό, στο μέσον των διδασκάλων του ιουδαϊκού λαού, στο μέσον της εορτής, είναι ο Μεσσίας, ο Χριστός, ο Λόγος του Θεού. Αυτός που αποδοκιμάζεται από τους δήθεν σοφούς του λαού Του είναι η του Θεού Σοφία.
Λίγες σειρές πιό κάτω στο Ευαγγέλιο του Ιωάννη, αμέσως μετά την περικοπή που περιλαμβάνει τον διάλογο του Κυρίου με τους Ιουδαίους «της εορτής μεσούσης», έρχεται ένας παρόμοιος διάλογος, πού έγινε μεταξύ του Χριστού και των Ιουδαίων «τη εσχάτη ημέρα τη μεγάλη της εορτής», δηλαδή κατά την Πεντηκοστή. Αυτός αρχίζει με μία φράση του Κυρίου- «Εάν τις διψά, ερχέσθω προς με και πινέτω· ο πιστεύων εις εμέ, καθώς είπεν η γραφή, ποταμοί εκ της κοιλίας αυτού ρεύσουσιν ύδατος ζώντος». Και σχολιάζει ο ευαγγελιστής· «Τούτο δε είπε περί του Πνεύματος, ου έμελλον λαμβάνειν οι πιστεύοντες εις αυτόν», Δεν έχει σημασία, ότι οι λόγοι αυτοί του Κυρίου δεν ελέχθησαν κατά την Μεσοπεντηκοστή, αλλά λίγες ημέρες αργότερα. Ποιητική αδεία μπήκαν στο στόμα του Κυρίου στην ομιλία Του κατά την Μεσοπεντηκοστή. Ταίριαζαν εξάλλου τόσο πολύ με το θέμα τής εορτής. Δεν μπορούσε να βρεθεί πιό παραστατική εικόνα για να δειχθεί ο χαρακτήρας του διδακτικού έργου του Χριστού. Στο διψασμένο ανθρώπινο γένος η διδασκαλία του Κυρίου ήλθε σαν ύδωρ ζων, σαν ποταμός χάριτος που δρόσισε το πρόσωπο της γης. Ο Χριστός είναι η πηγή της χάριτος, «του ύδατος του αλλομένου εις ζωήν αιώνιον», που ξεδιψά και αρδεύει τις συνεχόμενες από βασανιστική δίψα ψυχές των ανθρώπων. Που μεταβάλλει τους πίνοντας σε πηγές· «Ποταμοί εκ της κοιλίας αυτού ρεύσουσι ύδατος ζώντος». «Και γενήσεται αυτώ πηγή ύδατος αλλομένου εις ζωήν αιώνιον», είπε στη Σαμαρείτιδα. Που μετέτρεψε την έρημο του κόσμου σε θεοφύτευτο παράδεισο αειθαλών δένδρων φυτευμένων παρά τας διεξόδους των υδάτων του αγίου Πνεύματος. Το γόνιμο αυτό θέμα έδωσε νέες αφορμές στην εκκλησιαστική ποίηση και στόλισε την εορτή της Μεσοπεντηκοστής με εξαίρετους ύμνους.
Αυτή με λίγα λόγια είναι η εορτή της Μεσοπεντηκοστής. Η έλλειψη ιστορικού υπόβαθρου της στέρησε τον απαραίτητο εκείνο λαϊκό χαρακτήρα, που θα την έκανε προσφιλή στον πολύ κόσμο. Και το εντελώς θεωρητικό της θέμα δεν βοήθησε τους χριστιανούς, που δεν είχαν τις απαραίτητες θεολογικές προϋποθέσεις, να ξεπεράσουν την επιφάνεια και να εισδύσουν στην πανηγυριζόμενη δόξα του διδασκάλου Χριστού, της Σοφίας και Λόγου του Θεού, της πηγής του ακένωτου ύδατος. Συνέβη με αυτή κάτι ανάλογο με εκείνο που συνέβη με τους περίφημους ναούς της του Θεού Σοφίας, που αντί να τιμώνται στο όνομα του Χριστού ως Σοφίας του Θεού, προς τιμήν του οποίου ανεγέρθησαν, κατάντησαν, για τους ιδίους λόγους, να πανηγυρίζουν στην εορτή της Πεντηκοστής ή του αγίου Πνεύματος ή της αγίας Τριάδος ή των Εισοδίων ή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή και αυτής της μάρτυρος Σοφίας και των τριών θυγατέρων της Πίστεως, Ελπίδος και Αγάπης.
(Ι. Μ. Φουντούλη, «Λογική λατρεία»)
Πηγή: http://fdathanasiou.wordpress.com/2011/05/17/%CE%B7-%CE%BC%CE%B5%CF%83%CE%BF%CF%80%CE%B5%CE%BD%CF%84%CE%B7%CE%BA%CE%BF%CF%83%CF%84%CE%AE-%CE%B9-%CE%BC-%CF%86%CE%BF%CF%85%CE%BD%CF%84%CE%BF%CF%8D%CE%BB%CE%B7/

Τί είναι η Μεσοπεντηκοστή;



«Ο Μεσσίας (= Χριστός), όταν η εορτή ήταν στο μέσο, στάθηκε ανάμεσα στους διδασκάλους του μωσαϊκού Νόμου και τους δίδασκε».
Την εορτή της Μεσοπεντηκοστής την εορτάζουμε για την τιμή των δύο μεγάλων εορτών, δηλαδή του Πάσχα και της Πεντηκοστής, επειδή αυτή και ενώνει και συνδέει τις δύο αυτές εορτές. Η εορτή της Μεσοπεντηκοστής θεσπίστηκε για τον εξής λόγο: Μετά το υπερφυές θαύμα που έκαμε ο Χριστός στο παράλυτο, οι Ιουδαίοι, σκανδαλισμένοι δήθεν για το Σαββάτου (διότι πράγματι, Σάββατο θεράπευσε ο Κύριος τον παράλυτο), Τον καταδίωκαν και ζητούσαν να τον σκοτώσουν. Για το λόγο αυτό ο Ιησούς έφυγε από τα Ιεροσόλυμα και πήγε στη Γαλιλαία, όπου και διέμενε στα όρη της περιοχής εκείνης με τους μαθητές Του. Εκεί έκανε το υπερφυές θαύμα του πολλαπλασιασμού των πέντε άρτων και των δύο ιχθύων, και έφαγαν και χόρτασαν πέντε χιλιάδες άνδρες, χωρίς να υπολογίζονται στον αριθμό αυτό γυναίκες και παι­διά. Μετέπειτα, κατά την εορτή της Σκηνοπηγίας (ήταν δε και αυτή μεγάλη εορτή των Ιουδαίων), ο Ιησούς ανέβηκε και πάλι στα Ιεροσόλυμα και περπατούσε στα κρυφά.  Στο μέσο όμως της εορτής ανέβηκε στο Ναό και δίδασκε· και όλοι έμεναν έκπληκτοι από τη διδαχή Του. Αλλά, επειδή Τον φθονούσαν, έλεγαν: «Πώς αυτός ξέρει γράμματα, ενώ δεν έχει σπουδάσει;». Αλλά ο Ιησούς, όντας πράγματι νέος Αδάμ, όπως εκείνος ο πρώτος ήταν κατάμεστος από σοφία, έτσι και Αυτός, όντας επιπλέον και Θεός, ήταν παντογνώστης (που βέβαια ο πρώτος Αδάμ δεν ήταν). Γόγγυζαν λοιπόν όλοι κατά του Χριστού και επιδίωκαν να Τον σκοτώσουν οπωσδήποτε. Εκείνος δε, ελέγχοντάς τους ότι μάχονταν δήθεν υπέρ του Σαββάτου, είπε: «Γιατί ζητάτε να με σκοτώσετε;». Και στρέφοντας τη σκέψη των Ιουδαίων στο μωσαϊκό Νόμο, τους είπε επιπρόσθετα ότι δεν είχαν κανένα λόγο να θυμώνουν εναντίον του, επειδή θεράπευσε κατά την ημέρα του Σαββάτου τον παράλυτο, διότι και ο Μωυσής έχει νομοθετήσει ότι το Σάββατο μπορεί να καταλύεται, στη περίπτωση που πρόκειται για περιτομή, (όταν η όγδοη ημέρα από τη γέννηση του αρσενικού παιδιού, κατά την οποία έπρεπε αυτή να γίνει, συνέπιπτε με την ημέρα του Σαββάτου. Και συνεχίζοντας ο Κύριος, είπε: «Αν ένας άνθρωπος περιτέμνεται το Σάββατο, για να μην παραβιαστεί ο Νόμος του Μωυσή, εσείς θυμώνετε εναντίον μου, επειδή θεράπευσα έναν ολόκληρο άνθρωπο κατά την ημέρα του Σαββάτου;»). Και βέβαια ο Κύριος έκαμε διάλογο πολλή ώρα με τους Ιουδαίους περί του θέματος αυτού και τους τόνισε ότι δοτήρας του Νόμου ήταν αυτός ο ίδιος και ότι ήταν ίσος προς τον Πατέρα. Και αυτό το τόνισε  ιδιαίτερα κατά την τελευταία και πιο επίσημη ημέρα της εορτής (λέγοντας τους: «Εάν κανείς διψάει, ας έλθει σ’ εμένα και ας πιει»). Μετά ο Ιησούς τους είπε και πάρα πολλά άλλα, και ιδιαίτερα βαρυσήμαντα. Τότε εκείνοι πήραν στα χέρια τους πέτρες, για να τις ρίξουν καταπάνω Του, πλην όμως πέτρα δεν Τον άγγιξε ούτε κατ’ ελάχιστον. Και τούτο, διότι ο Ιησούς χάθηκε θαυματουργικά από τα μάτια τους και, περνώντας από ανάμεσά τους απαρατήρητος, έφυγε από το Ναό. Φεύγοντας δε από εκεί ο Κύριος και διαβαίνοντας από το μέσο της πόλεως, είδε κάποιον που είχε γεννηθεί τυφλός και τον θεράπευσε, κάνοντας τα μάτια του να βλέπουν.
Πρέπει δε να ξέρουμε ότι οι μέγιστες εορτές των Ιουδαίων είναι τρεις: Πρώτη είναι η εορτή του Πάσχα, η οποία τελείται κατά τον πρώτο μήνα, προς ανάμνηση της διάβασης της Ερυθράς θάλασσας. Δεύτερη είναι η Πεντηκοστή, η οποία θεσπίστηκε προς ανάμνηση της παραμονής τους στην έρημο επί πενήντα ημέρες, μετά τη διάβαση της Ερυθράς θάλασσας -πενήντα ημέρες, πράγματι, πέρασαν από τη διάβαση της Ερυθράς μέχρι που έλαβαν το μωσαϊκό Νόμο. (Συνολικά βέβαια στην έρημο έμειναν σαράντα χρόνια). Η εορτή αυτή γίνεται και προς τιμήν του αριθμού εφτά, ο οποίος θεωρείται από αυτούς ιερός. Τρίτη είναι η εορτή της Σκηνο­πηγίας, η οποία θεσπίστηκε προς ανάμνηση της σκηνής, την οποία ο Μωυσής κατασκεύασε και έστησε με αρχιτέκτονα τον Βεσελεήλ και έχοντας ως πρότυπο τη σκηνή που είδε (που του περιέγραψε ο Θεός) στη νεφέλη στο όρος Σινά. Η εορτή αυτή διαρκεί εφτά ημέρες και, εκτός από τον παραπάνω λόγο, θεσπίστηκε και προς ανάμνηση της επί σαράντα χρόνια παραμονής των Εβραίων στην έρημο. Αλλά και με τη συγκομιδή των καρπών σχετίζεται η εορτή της Σκηνοπηγίας. Τότε, λοιπόν, ενώ τελούνταν η εορτή αυτή, στάθηκε όρθιος ο Χριστός και έκραξε με φωνή μεγάλη: «Εάν τις διψά, ερχέσθω προς με και πινέτω». Εάν δηλαδή κάποιος αισθάνεται πόθο και δίψα, όχι για αγαθά υλικά και φθαρτά, αλλά για την εσωτερική γαλήνη και τη μακαριότητα της θείας ζωής, ας έρχεται προς έμενα διά της πίστεως και ας πίνει ελεύθερα. Πλησίον μου θα ικανοποιηθούν όλοι οι ευγενείς του πόθοι και θα βρει ανάπαυση η ψυχή του.
Επειδή λοιπόν με τη διδασκαλία Του αυτή ο Χριστός απέδειξε ότι είναι Μεσσίας (δηλαδή χρισμένος από το Θεό Πατέρα βασιλέας και λυτρωτής), αφού έγινε μεσίτης και συμφιλιωτής των ανθρώπων και του αιώνιου Πατέρα Του, γι’ αυτήν ακριβώς την αιτία, εορτάζοντας την εορτή αυτή και ονομάζοντάς την Μεσοπεντηκοστή, ανυμνούμε και τον Μεσσία Χριστό, αλλά συνάμα δηλώνουμε και τη μεγάλη σημασία που έχει η εορτή αυτή ευρισκόμενη στο μέσο μεταξύ των δύο μεγάλων εορτών της Εκκλησίας μας, δηλαδή του Πάσχα και της Πεντηκοστής. Νομίζω δε ότι για το λόγο αυτό θεσπίστηκε να γίνεται μετά την εορτή αυτή η εορτή της Σαμαρείτιδας, διότι και σ’ εκείνη την εορτή γίνεται λόγος για το Μεσσία Χριστό και περί ύδατος και δίψας, όπως και κατά την παρούσα εορτή της Μεσοπεντηκοστής. Πέραν δε τούτου, κατά τον ευαγγελιστή Ιωάννη, ο διάλογος με τη Σαμαρείτιδα έγινε αρκετά πριν από τη θεραπεία του εκ γενετής τυφλού.
Με το  άπειρό  Σου έλεος , Χριστέ ο Θεός , ελέησέ μας .Αμήν.
(Γ.Δ.Παπαδημητρόπουλου, «Με τους Αγίους μας»-συναξάρια Τριωδίου και Πεντηκοσταρίου.)

Ιερά Μητρόπολις Πειραιώς: Η Φράγκικη αντίληψη περί της υπάρξεως του Θεού και των "περιούσιων λαών"



ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 10η Ιανουαρίου 2019
Η ΦΡΑΓΚΙΚΗ ΑΝΤΙΛΗΨΗ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΥΠΑΡΞΕΩΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ «ΠΕΡΙΟΥΣΙΩΝ ΛΑΩΝ»
Προφανώς ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε ως Ελληνικό Έθνος στις σημερινές δύσκολες συγκυρίες είναι η κρίση της ελληνορθόδοξης ταυτότητας μας. Ο κίνδυνος αλώσεως του ελληνορθοδόξου Πολιτισμού μας με επίκεντρο την Ορθόδοξη πίστη μας, που αποφεύχθηκε τόσο στην περίοδο της Φραγκοκρατίας, όσο και της Τουρκοκρατίας, έγινε πλέον πραγματικότητα τον 19ον αιώνα μετά την εθνική μας παλιγγενεσία. Η γνωστή Βαυαροκρατία που επακολούθησε μετά τους ηρωικούς αγώνες των προγόνων μας για «του Χριστού την πίστη την αγία και της πατρίδος την ελευθερία», άνοιξε διάπλατα τις πόρτες στον φράγκικο, δυτικό Πολιτισμό, με αποτέλεσμα την πνευματική στροφή στην πορεία του γένους μας προς την Δύση σε όλους τους τομείς, στην Εκκλησία, στην παιδεία, στην πολιτική, στο ήθος, στην πολιτιστική μας Παράδοση. Την ελληνορθόδοξη πνευματική μας κληρονομιά την οποία κατορθώσαμε να κρατήσουμε αλώβητη με αίμα και θυσίες, ακόμη και στην περίοδο της Τουρκοκρατίας, την ξεπουλήσαμε αμαχητί στους ευρωπαίους συμμάχους μας, έτσι ώστε σήμερα,δύο σχεδόν αιώνες μετά, να βιώνουμε μια πρωτοφανή πνευματική αλλοτρίωση, με την πολιτική μας ηγεσία σύμμαχο σ’ αυτή την πνευματική εξέλιξη-αλλοτρίωση, την δε εκκλησιαστική, ανυποψίαστη και ουσιαστικά αδιάφορη. Τώρα μάλιστα που γίναμε «ευρωπαίοι», μέλος του εκτρωματικού οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ενώσεως και της Νομισματικής Ένωσης, δεν μας ταιριάζει η Ελληνορθοδοξία, αλλά η «θρησκευτική ουδετερότητα», την οποία υπαγορεύει ο «Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός» και ο άθεος Ουμανισμός, αυτή η κατάρα του σύγχρονου κόσμου.
Ο μύθος που γαλούχησε και νάρκωσε τις χριστιανικές γενεές του 19ου και 20ου αιώνα ότι δήθεν ο «Διαφωτισμός» υπήρξε η εποχή των μεγάλων και «φωτισμένων» πνευμάτων, οι οποίοι με την βαθυστόχαστη σκέψη τους διέλυσαν την στενοκεφαλιά και το πνευματικό σκοτάδι του Μεσαίωνα και άνοιξαν δήθεν νέους ορίζοντες στο ευρωπαϊκό πνεύμα, εξακολουθεί να κυριαρχεί στη σκέψη και στην ιδεολογία πολλών συγχρόνων διανοητών και πνευματικών ταγών της ελληνικής κοινωνίας μας, όπως αυτό τουλάχιστον φαίνεται από ένα πλήθος δημοσιευμάτων σε εφημερίδες και στο διαδίκτυο.
Ένα τέτοιο δημοσίευμα, που αποπνέει αθεΐα τύπου «Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού», έπεσε πρόσφατα στην αντίληψή μας στην εφημερίδα των Αθηνών «Καθημερινή» (φ.4-11-2018), με τίτλο: «Και Θεός υπάρχει και λαός περιούσιος» του γνωστού δημοσιογράφου κ. Παντελή Μπουκάλα.
Ο δημοσιογράφος, σχολιάζει μια «έρευνα που πραγματοποίησε το αμερικανικό Pew Researsh Center την περίοδο 2015-2017, σε 56.000 πολίτες 34 κρατών της Δυτικής, της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης». Στην έρευνα αυτή «κλήθηκαν να απαντήσουν μονολεκτικά στο ερώτημα αν υπάρχει Θεός. Εκεί οι Έλληνες πρωτεύσαμε, όπως σε εκτενή παρουσίαση των πορισμάτων της έρευνας στην ‘Καθημερινή’ της Τρίτης, 30 Οκτωβρίου: Το 92% των ερωτηθέντων συμπατριωτών μας δήλωσε ότι πιστεύει πως υπάρχει Θεός». Παίρνοντας δε αφορμή από το πόρισμα αυτής της δημοσκοπήσεως, εκφράζει το ερώτημα, αν θα «μπορούσε η κάλπη να δώσει τελεσίδικες απαντήσεις στα μεγάλα ερωτήματα που απασχολούν το ανθρώπινο γένος», τα οποία απαριθμεί στη συνέχεια: «Υπάρχει Θεός; Είναι ένας, κι αν ναι, ποιος προκρίνεται από τους πάμπολλους που έχει λατρέψει μέχρι στιγμής η ανθρωπότητα, ή έστω απ’ όσους λατρεύονται ακόμα; Είναι τρισυπόστατος; Υπάρχει Θεός χωρίς θρησκεία, χωρίς επί γης εκπροσώπους δηλαδή, αυτόκλητους ή «εκλεκτούς»; Υπάρχει ζωή μετά θάνατον και ποιας ακριβώς εκδοχής; Θα ξανασμίξουμε με τους δικούς μας και με ποια μορφή; Έχει νόημα η ζωή, βαθύτερο από το «φάτε, πιέτε, μωρ’ αδέρφια», ή το «πάντα ματαιότης τα ανθρώπινα» δεν ισχύει μόνο για «όσα ουκ υπάρχει μετά θάνατον» αλλά γενικώς; Έχει σκοπό το σύμπαν ή είναι μια μάταιη σπατάλη ύλης και ενέργειας; Είναι ένα το σύμπαν ή υπάρχουν και παράλληλά του; Πόσες είναι οι διαστάσεις; Υπάρχουν εξωγήινοι, κι αν ναι, είναι αγαθοί ή κακούργοι; Έχει τέλος ο χρόνος; Είχε αρχή; Είναι εφικτά στα ταξίδια στον χρόνο, προς το παρελθόν ή το μέλλον, και αν ναι, έχουμε τη δυνατότητα ή το δικαίωμα να επέμβουμε αναδρομικά ή προληπτικά; Ο άνθρωπος είναι εκ φύσεως κακός και εκ βουλήσεως καλός ή ανάποδα; Καταγόμαστε από τον πίθηκο; Είμαστε διαστημική σπορά ή αυτοφυείς γήινοι;».
Σίγουρα οι δημοσκοπήσεις δεν μπορούν να μας βοηθήσουν, να βρούμε την απάντηση στα μεγάλα αυτά και πανανθρώπινα ερωτήματα, τα οποία αείποτε απασχολούσαν την ανθρώπινη σκέψη και τον φιλοσοφικό στοχασμό. Εδώ έχει δίκαιο ο αρθρογράφος, δεν πέφτει έξω, διότι ο αληθινός Θεός και όσα αγγίζουν την μετά θάνατον πραγματικότητα δεν ανακαλύπτονται με την ανθρώπινη λογική και την επιστημονική έρευνα, αλλά είναι καρπός Θείας Αποκαλύψεως. Το ερώτημα λοιπόν εξακολουθεί να παραμένει. Αφού οι δημοσκοπήσεις δεν μπορούν να μας βοηθήσουν, ποιος μπορεί να μας βοηθήσει; Ποιος μπορεί να μας δώσει αυθεντικές απαντήσεις στα παρά πάνω μεγάλα και καυτά ερωτήματα; Δεν μπορεί να μας δώσει απάντηση ο αρθρογράφος. Γιατί; Διότι τα μόνα εργαλεία που διαθέτει στα χέρια του είναι ο ορθολογισμός και η επιστημονική έρευνα. Έτσι τον δίδαξε η άθεη ευρωπαϊκή διανόηση. Nα έχει δηλαδή εμπιστοσύνη μόνο στα εργαλεία αυτά και να καταφρονεί και να απορρίπτει a priori την Θεία Αποκάλυψη, όπως αυτή είναι καταγεγραμμένη στην αγία Γραφή και όπως έχει ερμηνευτεί από τους αγίους Πατέρες της Εκκλησίας μας. Και όχι μόνο να την απορρίπτει, αλλά και να την χλευάζει ως ξεπερασμένη, ως αναχρονιστική και σκοταδιστική, αφού έτσι τον δίδαξαν ο Βολταίρος, ο Ζαν Ζακ Ρουσώ και ο Μοντεσκιέ, τα μεγάλα και δήθεν «φωτισμένα» πνεύματα του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού. Ούτε καν διανοείται να σχολιάσει τις αυθεντικές απαντήσεις, που μας δίνει η αγία Γραφή και οι άγιοι Πατέρες.
Παρά κάτω προσπαθεί να ερμηνεύσει ηθικιστικά και κοινωνιολογικά το αποτέλεσμα της δημοσκοπήσεως: Γράφει: «Τι σημαίνει άραγε για το 92% των Ελλήνων η πίστη τους στην ύπαρξη Θεού; Πώς μεταφράζεται στη γλώσσα της ηθικής η πίστη τους αυτή και πώς επηρεάζει την καθημερινότητά τους; Γίνονται καλύτεροι άνθρωποι λόγω της πίστης τους; Φοβούνται περισσότερο να κάνουν το κακό; …Αν ζούσαμε σε κοινωνία καλών χριστιανών, όντως χριστιανών, το τωρινό αστυνομικό ρεπορτάζ των ΜΜΕ, τόσο πλούσιο σε κακότητα, απλώς δεν θα υπήρχε, ή θα εξαντλούνταν σε μονόστηλα. Και δεν θα γκρινιάζαμε όλοι, από γενιά σε γενιά, για τη σήψη, την παρακμή, τη διαφθορά, την κρίση ηθικής και αξιών. Για τους πολλούς η σχέση με τη θρησκεία είναι μια ρουτίνα, μια κοινωνική συνήθεια».
Αναμφίβολα το ποσοστό 92% των Ελλήνων πολιτών οι οποίοι δηλώνουν πίστη στο Θεό, μπορεί να μην εκφράζει το σύνολο των συνειδητοποιημένων πιστών, αλλά μπορεί να αξιολογηθεί θετικά, διότι σε άλλα κράτη η πλειοψηφία των πολιτών δηλώνουν άθεοι, ή αγνωστικιστές. Βεβαίως αν το έθνος μας βίωνε στην πλειοψηφία του τις χριστιανικές αρχές η κοινωνία μας θα ήταν τελείως διαφορετική, θα έμοιαζε με ένα επίγειο παράδεισο. Δεν θα υπήρχε ησήψη, η παρακμή, η διαφθορά, η κρίση ηθικής και αξιών, την οποία βιώνουμε σήμερα. Θα είχαν σχεδόν εξαλειφθεί τα εγκλήματα οι διαρρήξεις, οι κλοπές, οι αδικίες, η κοινωνική ανισότητα, η καταπίεση των φτωχών και αδυνάτων, ο πανσεξουαλισμός, και τόσα άλλα θλιβερά και αποτρόπαια, που ακούμε κάθε μέρα στην τηλεόραση και το διαδίκτυο. Ωστόσο ο Θεός δεν εξαναγκάζει κανέναν να τον ακολουθήσει. Σέβεται την ελευθερία της βουλήσεώς του, διότι έτσι τον έπλασε, ελεύθερο. Πέραν τούτου ο Χριστός δεν ήρθε στον κόσμο για να μας κάμει απλά ηθικότερους, να φτιάξει μια καλλίτερη και δικαιότερη κοινωνία, αλλά να καταργήσει το κράτος του διαβόλου και να απελευθερώσει τον άνθρωπο από τη δουλεία της αμαρτίας, τη φθορά και το θάνατο. Να αναπλάσει τον άνθρωπο, την εικόνα του Θεού, να ενωθεί μαζί Του, να γίνει κατά χάριν Θεός. Το διαχρονικό σκάνδαλο για τους αρνητές Του είναι ότι δεν μετέβαλλε τον κόσμο μαγικά σε παραδεισένιο.
Και καταλήγει: «Δεν είναι απίθανο, πάντως, να δηλώνουμε ότι πιστεύουμε στην ύπαρξη του Θεού απλώς και μόνο επειδή πιστεύουμε ότι ο Θεός είναι Έλληνας, ή έστω φιλέλληνας. Είμαστε δηλαδή λαός περιούσιος. Έτσι φρονούμε». Η Εκκλησία του Χριστού ουδέποτε ταυτίστηκε με κάποιον λαό. Ο Χριστός ήρθε ώστε δι’ Αυτού να σωθούν όλοι οι άνθρωποι όλων των εθνών, όλων των εποχών. Ο Εθνοφυλετισμός αποτελεί αίρεση, που έχει καταδικαστεί από Άγιες Συνόδους και από Πατέρες της Εκκλησίας μας. Κανένα έθνος και κανένας λαός δεν έχει κάποιο ιδιαίτερο προνόμιο, να αποτελεί τον περιούσιο λαό του Θεού. Ο περιούσιος λαός του Θεού στην εποχή της Καινής Διαθήκης είναι όλα τα μέλη της Εκκλησίας, σε οποιαδήποτε φυλή, ή έθνος και αν αυτά ανήκουν. Όπως τονίζει ο απόστολος: «Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε, Χριστόν ενεδύσασθε. Ουκ ένι Ιουδαίος, ουδέ Έλλην, ουκ ένι δούλος ουδέ ελεύθερος, ουκ ένι άρσεν και θήλυ, πάντες γαρ υμείς εις έστε εν Χριστώ Ιησού» (Γαλ.3,26-28). Οι όντως ανεκτίμητες υπηρεσίες του Ελληνισμού στην Εκκλησία δεν μπορούν να δικαιολογήσουν καμιά έννοια περιουσίου λαού.
Περαίνοντας εκφράζουμε την απογοήτευσή μας για την προκατάληψη και την εχθρική στάση που τηρεί η πλειονότητα, δυστυχώς, των διανοουμένων στην ελληνική κοινωνία μας προς την ορθόδοξη πίστη μας και την ελληνορθόδοξη Παράδοσή μας. Αν μπορούσαν να ανακαλύψουν τον ανεκτίμητο πλούτο της και την ασύγκριτη ανωτερότητά της, δεν θα κατέφευγαν στα ξυλοκέρατα της Δύσεως. Δεν θέλουν όμως! Απεναντίας, επιδιώκουν διακαώς και διαχρονικώς, να μας αφομοιώσουν με το στανιό και με το ζόρι, στον φράγκικο Πολιτισμό, ο οποίος αποτελεί ένα ξένο σώμα στον Ορθόδοξο λαό μας. Θα κλείσουμε με μια εύστοχη επισήμανση συγχρόνου ερευνητού: «Οι ελληνορθόδοξοι ομιλούν ‘με!’ τους ιδίους τους Αγίους και ‘με!’ Τον ίδιο Τον Άγιο Τριαδικό Θεό, ενώ αντιθέτως οι Φραγκο-παπο-Δυτικοί ομιλούν ‘για!’ τους Αγίους και ‘για!’ τον (όποιο) Θεό. Μόνον οι Ελληνο-Ορθόδοξοι μπορούν να νιώσουν τη γιγαντιαία διαφορά της βιωματικής έννοιας του: ομιλούν ‘με!’, ως προς το ομιλούν ‘για!’ Αγίους και ‘για!’ Άγιο Τριαδικό Θεό». (Ηλία Καλλιώρα, «Ρωμιοσύνη, Ιστορικό, Οδοιπορικό, Αναβίωση», Αθήνα 2017, σελ.123).
Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών