Τετάρτη 23 Απριλίου 2014

ΔΙΑΚΑΙΝΗΣΙΜΟΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑ

Ἡ “Διακαινήσιμος” ἑβδομάδα. Γιατί ονομάζεται έτσι.

 
Ολόκληρη η εβδομάδα από το άγιο Πάσχα μέχρι την επομένη Κυριακή, δηλαδή, την Κυριακή του Θωμά, λέγεται «διακαινήσιμος».

Γιατί ονομάζεται έτσι;

Στην παλαιά εποχή στην Εκκλησία υπήρχε η τάξη των Κατηχουμένων, όσων δηλ. προέρχονταν από τους ειδωλολάτρες ή τους Ιουδαίους και διδάσκονταν τις αλήθειες της χριστιανικής πίστεως για να γίνουν μέλη της με το μυστήριο του Βαπτίσματος. 
Το Βάπτισμα δεν ήταν τότε ατομικό ή οικογενειακό γεγονός, όπως σήμερα, αλλά γεγονός που αφορούσε το πλήρωμα της Εκκλησίας. 
Γι’ αυτό οι Κατηχούμενοι βαπτίζονταν ομαδικά κατά τη νύχτα του Μ. Σαββάτου προς την Κυριακή του Πάσχα. Με το βάπτισμα στο νερό ο «παλαιός άνθρωπος», ο άνθρωπος της αμαρτίας με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος πεθαίνει και  γεννιέται ο νέος, ο ανακαινισμένος, ο καινούριος που ζει την αναγέννηση, την ανανέωση. 
Η εβδομάδα που ακολουθούσε το Πάσχα ονομάζεται «διακαινήσιμος» γι’ αυτό το γεγονός της ανακαινίσεως. Επειδή οι βαπτισμένοι ολόκληρη την εβδομάδα φορούσαν λευκά φορέματα ονομάζεται και «λευκή εβδομάδα».

Οι εφτά ημέρες της διακαινησίμου εβδομάδας θεωρούνται ως «μία» ημέρα, όπως η Κυριακή του Πάσχα. Οι πιστοί σύμφωνα με τον 66ο Κανόνα της Έκτης Οικουμενικής Συνόδου πρέπει να τη γιορτάζουν με πνευματική ευφροσύνη, δηλ. ψάλλοντας ψαλμούς και ύμνους, όχι με χορούς και διασκεδάσεις, συμμετέχοντας όλη την εβδομάδα στη λατρεία της Εκκλησίας κοινωνώντας καθημερινά, αν και την προηγουμένη ημέρα έφαγαν αρτύσιμα φαγητά, συνανιστάμενοι με τον αναστημένο Κύριο. 
Κατά τη διακαινήσιμη εβδομάδα τρώμε κρέας και την Τετάρτη και την Παρασκευή. Ο πένθιμος χαρακτήρας της νηστείας δεν έχει θέση στο γεγονός της Αναστάσεως του Χριστού. «Κατά δε την εβδομάδα της Διακαινησίμου ακινδύνως κρεωφαγήσομεν (να τρώμε κρέας) κατά  την αυτής Τετράδα και Παρασκευήν· ως μία γαρ λογίζεται Κυριώνυμος το επταήμερον τούτο διάστημα».
Κατά τη διακαινήσιμη εβδομάδα ψάλλεται καθημερινά η ακολουθία του Πάσχα χωρίς το «Δεύτε λάβετε φως», που είναι μεταγενέστερη συνήθεια και που δεν αναφέρεται στα έντυπα Πεντηκοστάρια. Η ακολουθία αυτή έγινε κατά μίμηση της ακολουθίας του «αγίου φωτός» του ναού του Παναγίου Τάφου των Ιεροσολύμων.
Και γιατί γιορτάζουμε κάθε χρόνο τη «Διακαινήσιμο» εβδομάδα; Πολλοί απαντούν. Για λόγους ιστορικούς. 
Η Εκκλησία δεν ζει όμως με το παρελθόν. Ο λόγος του εορτασμού είναι καθαρά πνευματικός. Ποιός; Επειδή λόγω των αμαρτιών μας μολύνουμε τον λευκό χιτώνα του βαπτίσματος χρειαζόμαστε με τη μετάνοια εξαγιασμό. Χρειάζεται πάλι να γίνουμε ναός του Αγίου Πνεύματος. 
Όπως λέει ο απ. Παύλος «εν καινότητι ζωής περιπατήσωμεν» (Ρωμ. 6,4). Χρειαζόμαστε λοιπόν εγκαίνια, αναγέννηση, ανανέωση. «Εγκαινίζεσθε, αδελφοί», λέει ένα τροπάριο, « και αφού αφήσετε τον παλαιό άνθρωπο να ζείτε την καινούρια ζωή». 
Ή όπως ψάλλει ένας άλλος ύμνος: «Επίστρεψε στον εαυτό σου άνθρωπε! Γίνε καινούριος, αντί παλιός και γιόρταζε τα εγκαίνια (την ανανέωση) της ψυχής σου. Όσο είναι καιρός η ζωή σου ας αναγεννηθεί».
Η «διακαινήσιμος εβδομάδα» γίνεται για τους πιστούς αφορμή πνευματικής καρποφορίας και καλής αλλοιώσεως.
Α. Χ.

ekdoseisxrysopigi.blogspot.com 

Δευτέρα 21 Απριλίου 2014

Η σύμπτωση και η διάκριση των δύο αποκαλύψεων

Η σύμπτωση και η διάκριση των δύο αποκαλύψεων



Dumitru Staniloae, Ο Θεός, ο κόσμος και ο άνθρωπος,
Αθήνα 1990, εκδ. Αρμός, σελ. 54- 65.
Μτφρ. π. Κων. Coman - Γιω. Παπαευθυμίου

α. Η αντικειμενική έννοια της φυσικής αποκάλυψης. Το αδιαίρετο των δύο τρόπων αποκάλυψης και το κατά ένα μέρος κοινό περιεχόμενο τους (που προσφέρεται με ένα έμμεσο τρόπο μέσα από την αντικειμενική φυσική αποκάλυψη και μ' ένα πιο καθαρό τρόπο μέσα από την υπερφυσική Αποκάλυψη) (1) δεν θα μπορούσαν να κατανοηθούν, αν πιστεύαμε ότι στη φυσική αποκάλυψη παίρνει ενεργό μέρος μόνο ο άνθρωπος, όπως μας συνήθισε η δυτική θεολογία.


Η απόσπαση, από το Θεό, της φύσης μέσα από την οποία Αυτός μιλάει και ενεργεί, ή μιλάει ενεργώντας και ενεργεί μιλώντας, οδήγησε εύκολα σε διάφορες αντιλήψεις που ήθελαν να εξηγήσουν τον κόσμο αποκλειστικά πάνω στη βάση μια ενδοκοσμικής πραγματικότητας. Η φυσική αποκάλυψη είναι όμως αδιαχώριστη από την υπερφυσική Αποκάλυψη και ο πιστός αισθάνεται πως βρίσκεται και μέσα από τη φυσική αποκάλυψη σε άμεση σχέση με τον θεό. Αυτό γίνεται όμως, μονάχα αν ο Θεός εκδηλώνεται συνέχεια μέσα από τη φυσική αποκάλυψη, μιλώντας και ενεργώντας συνέχεια μέσα απ' όλα τα πράγματα και μέσα απ' όλους τους συνδυασμούς που Αυτός επιλέγει και μέσα απ' όλους τους λόγους που μ' όλα αυτά προκαλεί ή και άμεσα φέρνει στην ανθρώπινη συνείδηση, οδηγώντας έτσι τον άνθρωπο προς την πραγματοποίηση του νοήματος της ύπαρξης του στην αιώνια ένωση μαζί Του.

Στην ουσία ο θεός μιλάει και ενεργεί συνέχεια μέσα από τα πράγματα που δημιούργησε και κυβερνά, δημιουργώντας πάντοτε καινούργιες περιστάσεις. Ο Θεός καλεί μ' αυτές κάθε άνθρωπο να εκπληρώσει τα καθήκοντα του απέναντι Του κι απέναντι στους συνανθρώπους του και ταυτόχρονα άπαντα κάθε στιγμή στις επικλήσεις του ανθρώπου. Τα πράγματα κι οι περιστάσεις αυτές είναι φανερούμενοι λόγοι του Θεού, επομένως ρήματα (2) παραστατικά. Ο Θεός μιλάει όμως σε μας ιδιαίτερα με τους λόγους που προκαλεί στη συνείδηση μας, όταν θέλουμε η πρέπει να κάνουμε κάτι· ή στην περίπτωση που κάναμε κάτι κακό, μας μιλάει μέσα από τύψεις, στενοχώριες και αρρώστιες. Μ' όλα αυτά ο Θεός μας καθοδηγεί προς την τελείωση μας, σαν μέσα από ένα συνεχή διάλογο, ανοίγοντας για μας την προοπτική προς την τέλεια εκπλήρωση του νοήματος της ύπαρξής μας, στην κοινωνία με τον άπειρο Θεό.

Ο προφήτης Δαυίδ αναφέρει συχνά την ομιλία του Θεού μέσα από το μεγαλείο της φύσης, αλλά επίσης αναφέρει ότι ο Θεός μιλάει μέσα από διάφορες στενοχώριες η χαρές που ο ίδιος φέρνει στη ζωή του ανθρώπου. Για το πρώτο είδος ομιλίας παραθέτουμε: « Οἱ οὐρανοί διηγοῦνται δόξαν Θεού ποίησιν δέ χειρῶν αὐτοῦ ἀναγγέλλει τό στερέωμα- ἡμέρα τῇ ἡμέρᾳ ἐρεύγεται ρῆμα, καί νύξ νυκτί ἀναγγέλει γνῶσιν. Οὐκ εἰσίν λαλιαί οὐδέ λόγοι, ὧν οὐχί ἀκούονται αἱ φωναί αὐτῶν · εἰς πᾶσαν τήν γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος αὐτῶν καί εἰς πέρατα τῆς οἰκουμένης τά ρήματα αὐτῶν ( Ψαλμ. 18, 1-5).

Και για την ομιλία μέσα από στενοχώριες και βοήθειες παραθέτουμε: «... καί εἰσήκουσεν τῆς δεήσεώς μου καί ἀνήγαγε με ἐκ λάκκου ταλαιπωρίας καί ἀπό πηλοῦ ἰλύος » ( Ψαλμ. 39, 2-3). Ο Ελιούς περιγράφει πρώτα τη φωνή του Θεού στη συνείδηση του ανθρώπου μέσα από στενοχώριες και πόνους και έπειτα τη φωνή Του μέσα από τα πράγματα: « ἐν γάρ τῷ ἅπαξ λαλῆσαι ὁ Κύριος, ἐν δέ τῷ δευτέρω ἐνύπνιον ἤ ἐν μελέτῃ νυκτερινή, ὡς ὅταν ἐπιπίπτῃ δεινός φόβος ἐπ ' ἀνθρώποις ἐπί νυσταγμάτων ἐπί κοίτης... ἀποδώσει δέ ἀνθρώποις δικαιοσύνην » (Ιώβ 33, 14-26).

Η στάση του Θεού ως προσώπου απέναντι μας φανερώνεται μερικές φορές και στην άρνηση Του να μας απαντήσει. Ίσως η εξασθένηση της αίσθησης της παρουσίας και της ενέργειας του Θεού δια μέσου της φύσης και δια μέσου της συνείδησης του άνθρωπου, να οφείλεται και στην άρνηση Του ν' απαντήσει σε κείνους που δεν Τον καλούν μ' όλη τους την καρδιά. Ο Ελιούς συνεχίζει: « ἐκεῖ κεκράξονται, καί οὐ μή εἰσακούση καί ἀπό ὕβρεως πονηρῶν · ἄ τοπα γάρ οὐ βούλεται ὁ Κύριος ἰδεῖν αὐτός γάρ ὁ παντοκράτωρ ὁρατής ἐστιν » (Ιώβ 35, 12-13).

Η φυσική αποκάλυψη πραγματοποιείται αντικειμενικά παντού και πάντα και απευθύνεται σε κάθε άνθρωπο. Η φυσική αποκάλυψη όσους την αναγνωρίζουν στο φως της υπερφυσικής Αποκάλυψης, μαζί με τη διδασκαλία της τελευταίας και με το έργο της, τους βοηθά να προχωρήσουν προς την αιώνια ζωή.

β. Η υπερφυσική Αποκάλυψη ως διευκρίνιση της φυσικής αποκάλυψης. Η υπερφυσική Αποκάλυψη διευκρινίζει τον σκοπό της φυσικής αποκάλυψης και τους τρόπους πραγματοποίησης της. Στο φως της υπερφυσικής Αποκάλυψης οι χριστιανοί βλέπουν πως ο Θεός τους καθοδηγεί μέσα από τα πράγματα, τις περιστάσεις, τα καλά ή κακά γεγονότα της ζωής τους, μέσα από τη φωνή της συνείδησης ή μέσα από τις ιδέες τους, σε όλο και βαθύτερη κοινωνία μαζί Του. Ξέρουν όμως ότι αυτή η κοινωνία πραγματοποιείται ολοκληρωμένα «εν Χριστώ», που κατέβηκε πραγματικά σε μας· γνωρίζουν ότι εν Χριστώ δόθηκε σταθερή βάση για την πλήρη ένωση ανάμεσα στον Θεό και τον άνθρωπο που πιστεύει σ' Αυτόν, μέσα από την οποία ο άνθρωπος θα αιωνιοποιηθεί. Επομένως η υπερφυσική Αποκάλυψη διευκρινίζει τον τρόπο αυτής της καθοδήγησης και βοηθάει τη φύση μας, που αποδυναμώθηκε από την αμαρτία και παρεμποδίζεται από το θάνατο, να προχωρήσει πραγματικά προς την αιώνια και πλήρη ένωση με τον Θεό. Οι χριστιανοί βλέπουν, πως η φυσική αποκάλυψη διευκρινίζεται και συμπληρώνεται με την υπερφυσική Αποκάλυψη, που κορυφώνεται εν Χριστώ. Και οι δύο οδηγούν προς τον Θεό, ως τελικό και αιώνιο σκοπό.

Με τη φυσική αποκάλυψη ο Θεός οδηγεί τον άνθρωπο που πιστεύει σ' Αυτόν στον στόχο της ένωσης μαζί Του δια μέσου της έμμεσης «ομιλίας» και δια μέσου των πραγμάτων, χρησιμοποιώντας διάφορες περιστάσεις, προβλήματα, δυσκολίες, πόνους και με τους λόγους που Αυτός προκαλεί στη συνείδηση του για να προχωρήσει προς Αυτόν με το σωστό τρόπο αντιμετώπισης τους, συνεπώς χρησιμοποιώντας τα πράγματα που υπάρχουν στη φύση. Ενώ με την υπερφυσική Αποκάλυψη ο Θεός κάνει να προβληθούν στη συνείδηση του πιστού κατά κάποιο άμεσο τρόπο δικοί Του λόγοι, η λόγοι που τονίζουν το Πρόσωπο Του, μη ενεργώντας μέσα από τη φύση, αλλά με μία «ομιλία» και ενέργεια που κάνουν πιο καθαρή την παρουσία του Προσώπου Του στην καθοδήγηση του ανθρώπου προς την ένωση με Αυτόν ως τελικό του στόχο.

Ο Θεός προβαίνει έτσι, λοιπόν, σε άμεση και φανερή κοινωνία με τον πιστό, πράγμα που πείθει τον τελευταίο για την ύπαρξη του Θεού και ικανοποιεί τη δίψα του για την κοινωνία με το άπειρο Πρόσωπο. Ταυτόχρονα τον διαβεβαιώνει ότι δεν εγκαταλείπεται στη διάθεση ορισμένων τυφλών δυνάμεων, που τον οδηγούν στον αφανισμό, αλλά ανυψώνεται στη σχέση με το Υπέρτατο Πρόσωπο. Αυτό θα τον οδηγήσει προς την αιωνιοποίηση του σε μία πλήρη κοινωνία μαζί Του.

γ. Η υπερφυσική Αποκάλυψη ως έξοδος στην αμεσότερη αίσθηση του Θεού. Αυτή η έξοδος στην αμεσότερη αίσθηση του Προσώπου του Θεού με την «ομιλία» Του και με την καθοδήγηση των πιστών, για την πλήρη ένωση τους μαζί Του, φαίνεται στο γεγονός ότι ο Θ εός στέλνει ειδικά συνειδητά όργανα, στα οποία αποκαλύπτεται μυώντας, με σκοπό στη συνέχεια να μεταδώσουν αυτά στους άλλους τους λόγους και τα σχέδιά Του σ' ό,τι τους αφορά. Στη φυσική αποκάλυψη ο καθένας γνωρίζει το Θεό με την «ομιλία» Του μέσα από τα πράγματα και τις καταστάσεις και μέσα από προσωπικά συμβάντα. Η επικοινωνία με τον Θεό δε διενεργείται όμως με τόσο εμφανή τρόπο. Ανάμεσα, στο ανθρώπινο πρόσωπο και τον Θεό, παρεμβάλλονται αναρίθμητα πράγματα, που βάζουν σε κίνδυνο την κοινωνία του πρώτου με τον Θεό.

Στην υπερφυσική Αποκάλυψη ο θεός αποκαλύπτεται ως πρόσωπο πεντακάθαρα, αφού καλεί και στέλνει ένα ορισμένο πρόσωπο σε μια ανθρώπινη κοινότητα. Το πρόσωπο αυτό πορεύεται προς την κοινότητα αυτή με υπευθυνότητα έντονα αφυπνισμένη από τον Θεό. Έτσι από τη μια μεριά ο Θεός επιβεβαιώνει τη φυσική πίστη του ανθρώπου για τη μελλοντική ολοκλήρωση του νοήματος του στην ένωση με τον Θεό, και από την άλλη του δείχνει ότι αυτή η ένωση δεν προετοιμάζεται και δε θα πραγματοποιηθεί με απομόνωση, αλλά με την αλληλεγγύη όλων των ανθρώπων μεταξύ τους. Και γι' αυτό, η προετοιμασία αυτή δε γίνεται μόνο μέσα από τα πράγματα όπως ερμηνεύονται απομονωμένα από κάθε άνθρωπο, αλλά και με την αποστολή ενός προσώπου που προσελκύει την προσοχή ό λων στο περιεχόμενο του μηνύματος του. Με την υπερφυσική Αποκάλυψη ο Θεός δε θέλει να σώσει μεμονωμένα άτομα, αλλά το σύνολο των πιστών σε μια αμοιβαία και κοινή υπευθυνότητα τους απέναντι Του. Όλοι πρέπει να αλληλοβοηθούνται στην πρόοδο που έχει ως στόχο την τελείωση και την αιώνια ζωή και να ενδυναμώνουν την μεταξύ τους κοινωνία, που βασίζεται στην κοινωνία τους με τον Θεό. Ουσιαστικά η μεταξύ τους κοινωνία αποτελεί μια προϋπόθεση για την τελείωση τους και για την πρόοδο τους προς αυτή.

δ. Η υπερφυσική Αποκάλυψη σε ενέργειες. Για να φανερωθεί περισσότερο ως πρόσωπο ανώτερο από τη φύση και κυρίαρχο πάνω σ' αυτή, ικανό να σώσει την ύπαρξη μας από την πτώση στη δουλεία της φύσης, ο Θεός κάνει γνωστό τον εαυτό Του στα πλαίσια της υπερφυσικής Αποκάλυψης κοντά στα άλλα και με υπερφυσικές ενέργειες ή πράξεις που δεν μπορούν να θεωρηθούν σα φαινόμενα της φύσης. Οι πράξεις αυτές αποτελούν μια άλλη σειρά από ενσωματωμένους λόγους, ανωτέρους από τους ενσωματωμένους στα πράγματα και στα φαινόμενα της φύσης. Συνεπώς οι υπερφυσικές ενέργειες δε γίνονται συνέχεια, επειδή στην περίπτωση αυτή θα μπορούσαν να φανούν παρόμοιες με τα φυσικά φαινόμενα που επαναλαμβάνονται. Οι ενέργειες αυτές δεν είναι μόνο υπερφυσικές, αλλά και έκτακτες. Εντάσσονται όμως γενικά, μαζί με τις διδασκαλίες που τις συνοδεύουν, σε μια ανοδική πορεία ολοένα και πιο έκδηλης φανέρωσης του Θεού. Ο Θεός προετοιμάζει προοδευτικά την ανθρώπινη φύση, που βρίσκεται στο χαμηλό επίπεδο της υποδούλωσης της στο θάνατο, με την πνευματική της ανύψωση, ώστε να γίνει ικανή για να περάσει στο επίπεδο της κοινωνίας μαζί Του, έτσι ώστε να γίνεται αδούλωτη από το θάνατο, και ταυτόχρονα ικανή να συνειδητοποιήσει το πέρασμα αυτό.

ε. Οι ενέργειες της υπερφυσικής Αποκάλυψης στην Παλαιά και την Καινή Διαθήκη. Στην Παλαιά Διαθήκη, στις αρχές της συγκρότησης του λαού του Ισραήλ, οι υπερφυσικές ενέργειες αναφέρονται τις περισσότερες φορές στη φύση, αποβλέποντας στη διαμόρφωση της κοινότητος του λαού του Ισραήλ με τη γνώση ότι καθοδηγείται από ένα Θεό που είναι πάνω από τη φύση και στην επιτυχία της πιο στενής προσκόλλησης της κοινότητας μαζί Του. Όταν την εποχή των προφητών αυτή η γνώση είχε διαμορφωθεί και είχε ενδυναμωθεί η πίστη αυτή, ο Θεός ενεργούσε πια περισσότερο δια των λόγων Του στις ψυχές των ανθρώπων, για να τις ανυψώσει κοντά Του. Δεν εγκαταλείπει όμως εντελώς τις υπερφυσικές ενέργειες που ασκούνται πάνω στη φύση. Στο πρόσωπο του Χριστού οι υπερφυσικές ενέργειες που κατευθύνονται προς τη φύση αναφέρονται κυρίως στην ανθρώπινη φύση και ανταποκρίνονται στο πνευματικό της ανέβασμα· υποδεικνύοντας απ' το ένα μέρος το πνεύμα ως αιτία των υπερφυσικών πράξεων και από το άλλο μέρος το μέγιστο πνευματικό επίπεδο στο οποίο έ χει ανυψωθεί η ανθρώπινη φύση εν Χριστώ, και τέλος την προοπτική πού ανοίγει Αυτός για όλους όσους ενώνονται μαζί Του δια της πίστεως.

στ. Οι υπερφυσικές ενέργειες και η μέγιστη πνευματική ανύψωση της ανθρώπινης φύσης εν Χριστώ. Η γραμμή των υπερφυσικών ενεργειών και η γραμμή της πνευματικότητας δεν συναντώνται εν Χριστώ, στο μέγιστο τους επίπεδο, σαν δύο παράλληλα ύψη. Η μέγιστη πνευματικότητα Του έχει ακριβώς μέσα της τη δύναμη που υπερβαίνει τον μηχανικό αυτοματισμό της φύσης. Η υπέρβαση αυτού του αυτοματισμού της επανάληψης δεν γίνεται με μία εξωτερική υπέρβαση της φύσης όπως στη μυθολογία αλλά είναι αποτέλεσμα ενεργοποίησης της ανώτερης δύναμης του πνεύματος που ξεπερνά τη φύση χωρίς όμως να την καταργεί. Ο προτεσταντισμός, που γι' αυτόν η πνευματικότητα έχει μικρότερη αξία, δε μπόρεσε, γι' αυτό το λόγο, να καταλάβει τις υπερφυσικές ενέργειες της ζωής του Χριστού, και τις χαρακτήρισε μυθολογικές. Γεγονός που οδήγησε λογικά στην ανάγκη της απομυθοποίησης.

Οι αναφερόμενες στο πρόσωπο του Χριστού υπερφυσικές ενέργειες όπως η υπερφυσική Του γέννηση και η ανάσταση, μόνο αν εξηγούνται με την υψίστη δύναμη του πνεύματος δεν καταργούν την ανθρώπινη φύση Του και τη συμμετοχή της, αλλά την οδηγούν στο αποκορύφωμα της επειδή έχει ως ανώτερο συστατικό της το πνεύμα, που έχει την ενδιάθετη κλίση να ενδυναμώνεται από το Θείο Πνεύμα. Η ανθρώπινη φύση του Χριστού παραμένει έτσι σε μία αιώνια ύπαρξη. Γι' αυτό οι αναφερόμενες στην ανθρώπινη Του φύση υπερφυσικές ενέργειες και πρωταρχικά η Ανάσταση, είναι μάλλον ενέργειες αποκατάστασης αυτής της φύσης και της φύσης του κόσμου γενικά. Η ενσάρκωση του Χριστού αποτελεί ταυτόχρονα τόσο την «κατάβαση» του Θεού σε πλήρη κοινωνία με την ανθρωπότητα όσο και τη μέγιστη ανύψωση της ανθρωπότητας, «Θεός ἐνηνθρώπησεν, ἵνα ἡμεῖς θεοποιηθῶμεν ».

Ο Χριστός έγινε απαρχή για όλους όσους πιστεύουν σ' Αυτόν, τόσο με την υπερνίκηση των νόμων μιας φύσης πεσμένης στην αμαρτία, όσο και με το γεγονός ότι Αυτός οδηγεί έτσι στην τέλεια εκπλήρωση την αληθινή ανθρώπινη φύση, που δημιουργήθηκε για να είναι δια της πνευματοποίησής της σε κοινωνία με τον Θεό - το απόλυτο και ανυπότακτο στον αυτοματισμό της φύσης Πρόσωπο. Τα λόγια Του, εκφράζοντας την κατάσταση Του ως τελείου ανθρώπου, είναι προορισμένα κι αυτά να μας βοηθήσουν ν' ανυψωθούμε σε ένα πνευματικό επίπεδο παρόμοιο με το δικό Του, ανταποκρινόμενο στην αναστάσιμη κατάσταση Του. Επειδή εν Αυτώ φανερώνεται η τέλεια σχέση ανάμεσα στο πιο ψηλό πνευματικό επίπεδο και στο επίπεδο το οποίο υπερβαίνει τους νόμους της φύσης που οδηγούν στον θάνατο. Η Ανάσταση είναι το αποτέλεσμα του υπέρτατου πνευματικού επιπέδου, στο οποίο φθάνει η ανθρωπότητα εν Χριστώ στην ένωση της με τη θεότητα.

ζ. Οι υπερφυσικές ενέργειες του Χριστού και η πρόοδος της αποκάλυψης. Ο Θεός καταφεύγει σε έκτακτες υπερφυσικές ενέργειες κυρίως στην αρχή κάθε καινούργιας περιόδου της ιστορίας της θείας οικονομίας. Κατέφυγε σ' αυτές την εποχή των πατριαρχών, του Μωυσή, του Ιησού Ναυή, του Ηλία, στις κυριώτερες στιγμές της συγκρότησης και υπεράσπισης του Ισραηλιτικού λαού ως φορέα του μηνύματος της σωτηρίας. Αλλά η πραγματικά καινούργια και τελευταία περίοδος εγκαινιάζεται από τις έκτακτες υπερφυσικές ενέργειες του Ιησού Χριστού, με τις οποίες συγκροτείται ο απανταχού λαός του Θεού, για να αφομοιωθούν από τον άνθρωπο όλα όσα δόθηκαν εν Χριστώ στο ανθρώπινο στοιχείο, για να συμμετάσχει στον Θεό με την άμεση και μέγιστη κοινωνία μαζί Του.

Αν όλες οι έκτακτες υπερφυσικές ενέργειες της Αποκάλυψης είναι ενέργειες μεγάλης σημασίας στην ιστορία της δικής μας σωτηρίας, καθοδηγώντας μας προς τον τελικό στόχο, οι υπερφυσικές ενέργειες που διενεργούνται με την ανθρώπινη μας φύση εν Χριστώ θέτουν αυτή στην ευθεία του τελικού της στόχου.

Η ιστορία της σωτηρίας βέβαια δεν αποτελείται μόνο από τις υπερφυσικές ενέργειες, επειδή ούτε αυτές είναι αδιάκοπες, όπως δεν είναι αδιάκοπη, ούτε η υπερφυσική Αποκάλυψη του Θεού. Έχουν ωστόσο μία ανοδική πνευματική πορεία και μ' αυτή την έννοια έχουν μία ιστορία· απαρτίζουν την ιστορία της σωτηρίας. Ανάμεσα τους όμως πλέκεται το βίωμα των πιστών και από τα λόγια και από τις υπερφυσικές ενέργειες της Αποκάλυψης. Έτσι η κάθε φάση της Αποκάλυψης έχει μέσα της μία προωθητική δύναμη της πνευματικής ζωής του ανθρώπου ως ένα επίπεδο που την κάνει ικανή να εισέλθει σε μια καινούργια περίοδο, εγκαινιασμένη από μία σειρά με καινούργιες υπερφυσικές και έκτακτες ενέργειες και από τους λόγους μιας ανώτερης γνώσης και βίωσης.

Οι υπερφυσικές ενέργειες διενεργούμενες σε πράγματα και δυνάμεις της φύσης, ή η χρησιμοποίηση με ξεχωριστό τρόπο ορισμένων πραγμάτων και δυνάμεων της φύσης, ώστε να καθοδηγηθούν εκείνοι που πιστεύουν προς την εκπλήρωση του προορισμού τους, κάνουν πιο φανερούς όχι μόνο τους άμεσους λόγους από την υπερφυσική Αποκάλυψη αλλά και τους λόγους του Θεού από τη φύση. Οι ενέργειες αυτές φανερώνουν ότι όλη η φύση έχει κληθεί, για να γίνει ένα πιο διαφανές μέσον, δια του οποίου εκδηλώνεται το πρόσωπο, και για να διαποτισθεί από το «πνεύμα» του προσώπου.

Στις περιόδους που στερούμεθα τις υπερφυσικές ενέργειες και τους λόγους που τις συνοδεύουν, η ανθρωπότητα ζει όχι μόνο από το φως των προηγουμένων υπερφυσικών ενεργειών και των λόγων που τις συνόδευαν, αλλά και από την καθημερινή φυσική αποκάλυψη που κι αυτή έχει μία ιστορική πορεία, που φωτίζεται από εκείνες τις πράξεις και από κείνους τους λόγους.

Έτσι όλη η ιστορία της σωτηρίας καθοδηγείται, φωτίζεται και ενδυναμώνεται στο καλό από τη θεία Αποκάλυψη. Αυτό δε σημαίνει όμως ότι η Ιστορία της σωτηρίας αποτελείται μόνο α πό τις ενέργειες και τους λόγους της Αποκάλυψης, αλλά και από τις δικές μας απαντήσεις σ' αυτά. Η ευαισθησία μας σ' εκείνες τις πράξεις και τους λόγους και η δύναμη των απαντήσεων μας σ' αυτά αποδυναμώνονται και διακόπτονται πολλές φορές από την αμαρτία. Αλλά και η αμαρτία επηρεάζεται κατά κάποιο τρόπο από το επίπεδο γνώσης και πνευματικής εκλέπτυνσης στο οποίο έφτασε η ανθρωπότητα με την Αποκάλυψη. Η αμαρτία μπορεί να πάρει πιο εκλεπτυσμένες μορφές. Έτσι ο κόσμος δια της αποκάλυψης προχωρεί γενικά, τόσο στο καλό όσο και στο κακό. Υπάρχει κατά κάποιο τρόπο μια αλληλεπίδραση.

η. Ο προφητικός χαρακτήρας της Αποκάλυψης. Τόσο με τις καινούργιες περιόδους που εγκαινιάζουν, όσο και με τις προοπτικές που ανοίγου ν προς τον τελικό στόχο, οι υπερφυσικές ενέργειες της Αποκάλυψης και οι λόγοι που τις εξηγούν έχουν και ένα προφητικό χαρακτήρα. Η προφητεία δεν είναι μόνο ένα εξωτερικό κριτήριο, δια του οποίου αποδεικνύεται ένα γεγονός της υπερφυσικής Αποκάλυψης, αλλά αποτελεί μέρος της ουσίας της.

Η Αποκάλυψη επιβεβαιώνει έτσι και υποστηρίζει την πρόοδο μας προς ένα ανοδικό τελικό στόχο, κάνοντας καθαρό το κορυφαίο ύψος αυτού του στόχου. Ακόμη και στη φυσική της κίνηση η δημιουργία εμψυχώνεται από ένα προφητικό πόθο. Είναι η κίνηση της φυσικής αποκάλυψης προς τον τελικό στόχο. Δηλαδή ακόμη και η φυσική αποκάλυψη έχει ένα προφητικό δυναμισμό. Η πορεία μας όμως προς τα εμπρός, προς τον τελικό στόχο, με βάση τη φυσική αποκάλυψη, δεν θα ήταν δυνατή χωρίς το φως και τη βοήθεια της υπερφυσικής Αποκάλυψης, εξαιτίας της αμαρτίας που βαραίνει την ανθρωπινή μας φύση. Μήτε κι αυτή η υπερφυσική Αποκάλυψη, στην καθοδήγηση της δημιουργίας προς τον τελικό της στόχο , δεν μπορεί να μην υπολογίσει τον φυσικό πόθο της δημιουργίας και τη φυσική αίσθηση της συμβολής και της βοήθειας του Θεού για την πρόοδο στις καινούργιες συνεχώς συνθήκες.

Έτσι, οι ενέργειες και οι λόγοι του Θεού και στους δύο τρόπους α ποκάλυψης εντάσσονται σ' ένα σχέδιο Του για την καθοδήγηση της δημιουργίας, προς την ένωση μαζί Του, δηλαδή στη θέωση.

θ. Η ολοκλήρωση του σχεδίου της σωτηρίας εν Χριστώ. Ο Χριστός αποτελεί την τελευταία φάση της υπερφυσικής Αποκάλυψης και την ολοκλήρωση της οικονομίας της. Απ' Αυτόν ακτινοβολεί η δύναμη για την ολοκλήρωση αυτού του σχεδίου που αποβλέπει σ' όλη τη δημιουργία και σ' όλο το σύμπαν. Γι' αυτό η μετά Χριστόν περίοδος είναι η τελευταία φάση της Ιστορίας της σωτηρίας. Όλη η Ιστορία είναι το διάστημα της πορείας ως την πραγματοποίηση αυτού του σχεδίου, αλλά η τελείωση αυτής της ολοκλήρωσης θα γίνει πέρα από την Ιστορία στο μέλλοντα αιώνα. Το μέρος της Ιστορίας που προηγείται από την ολοκλήρωση, προωθείται από το Χριστό, που το έλκει στην εσχατολογική κατάσταση, στην κατάσταση της αιώνιας τελείωσης όπου έφερε Αυτός τη δική μας φύση, δηλαδή στην πλήρη ένωση με τον Θεό.

Έτσι ο Χριστός αποτελεί το αποκορύφωμα της υπερφυσικής Αποκάλυψης και την πλήρη επιβεβαίωση και διασάφηση του νοήματος της ύπαρξης μας, με την ολοκλήρωση της ύπαρξης μας εν Αυτώ, αφού εν Αυτώ πραγματοποιείται η μέγιστη ένωση μας με τον Θεό και έτσι, η τελείωση μας. Ταυτόχρονα φανερώνεται ότι το απόλυτο που επιποθούμε δεν έχει ένα απρόσωπο χαρακτήρα, αλλά είναι Πρόσωπο. Όταν ερχόμαστε σε πλήρη κοινωνία με το Απόλυτο ως πρόσωπο, κοινωνούμε κι εμείς το απόλυτο. Έχουμε κληθεί να γίνουμε κατά χάρη απόλυτο με τη συμμετοχή μας δια της φύσης στο προσωπικό Απόλυτο. Το προσωπικό Απόλυτο θέλει, δια της φύσης, να κάνει μέτοχο το ανθρώπινο πρόσωπο στον απόλυτο Του χαρακτήρα, εφόσον το ίδιο έγινε άνθρωπος. Το ενσυνείδητο πρόσωπο είναι ήδη με τη δημιουργία του, χάρη σε κάποια συμμετοχή, ένα «εν δυνάμει» απόλυτο. Γι' αυτό δεν μπορεί να παραμερίζεται. Το πρόσωπο μας δεν συμμετέχει στο απόλυτο καταργούμενο, αλλά παραμένοντας άνθρωπος και έχοντας αναγνωρισθεί μ' αυτή του την ιδιότητα. Η ενανθρώπηση του Θεού οδηγεί με τη συμμετοχή, στην τελείωση, στον απόλυτο πόθο μας. Γι' αυτό πέρα από την ενσάρκωση και την ανάσταση του Υιού του Θεού ως ανθρώπου δεν μπορεί πια να γίνουν άλλες ενέργειες της υπερφυσικής Αποκάλυψης ουσιαστικά καινούργιες. Η ιστορία της σωτηρίας έχει τώρα σκοπό να δώσει σε κείνους που πιστεύουν την ευκαιρία να γίνουν ικανοί για την πλήρη συμμετοχή στο προσωπικό Απόλυτο, μαζί με το Χριστό, «εν Χριστώ».



ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

(1) Ο.π., Ρ G 91, 1152.

(2) E δώ θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε αντί της λέξης: ρήματα την λέξη: λόγια. Προτιμήσαμε όμως την λέξη ρήματα εξ αιτίας της σημαντικής της στην Αγία Γραφή. Βέβαια πρόκειται για την ρουμανική λέξη cuvînte που στην καθομιλουμένη σημαίνει τα λόγια. Ο συγγραφέας όμως σε άλλα σημεία του κειμένου χρησιμοποιεί την ίδια λέξη με την ίδια σημαντική της ελληνικής λέξης: λόγοι ( Cuvînt = Λόγος, cuvînt = λόγος, cuvînte = λόγοι). Για την σημασία της ελληνικής λέξης λόγος ( cuv î nt ) βλέπε και στην εισαγωγή του π. Δημητρίου Στανιλοάε στο βιβλίο του Αγ. Μαξίμου του Ομολογητού «Φιλοσοφικά και Θεολογικά ερωτήματα» τόμος Α', «Εκδόσεις Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος», Αθήναι 1978, σελ. 29-32 ( Σ.τ.Μ.)




Η Ανάληψη του Κυρίου, εορτή χαράς και ελπίδας.

          

Ο Ευαγγελιστής Λουκάς
Ο Ευαγγελιστής Λουκάς. Μικρογραφία βυζαντινού χειρογράφου.
Με αδρές γραμμές ο ιερός ευαγγελιστής Λουκάς περιγράφει στο τέλος του Ευαγγελίου του και στην αρχή των Πράξεων των Αποστόλων, την τελευταία έμφάνιση του αναστάντος Κυρίου στους μαθητές Του. Όπως στα δύο αυτά βιβλία του ιερού Λουκά, έτσι η ανάληψη του Κυρίου κατακλείει την ιστορία του επί γης βίου του Χριστού και ανοίγει την ιστορία των μαθητών της Εκκλησίας. Είναι με άλλα λόγια ό συνδετικός κρίκος, η μετάβαση από την μία φάση του σωτηριώδους έργου του Θεού στην άλλη. Το κλείσιμο της πρώτης σκηνής και το άνοιγμα της δευτέρας. Ακριβώς δε την τεσσαρακοστή από την ανάσταση ήμερα, αφού υμνήσαμε και δοξολογήσαμε μαζί με τους μαθητάς την δόξα του αναστάντος, αφού ζήσαμε επί 40 ήμερες στην χαρούμενη ατμόσφαιρα της παρουσίας Του, θα κληθούμε από την Εκκλησία να παραστούμε νοητά στο όρος των Ελαίων για να αποχαιρετίσωμε τον απερχόμενο Σωτήρα.
Δεν ξέρω αν όλοι μας βρέθηκαμε ποτέ σε ώρα λατρείας κατά την ήμερα της Αναλήψεως ή και σε οποιαδήποτε άλλη λειτουργική σύναξη μέσα στον υπέρλαμπρο ναό της Μεγάλης Εκκλησίας της Θεσσαλονίκης, την Αγία Σοφία. Τον μεγάλο τρούλλο της κοσμεί ένα θαυμαστό μωσαϊκό του Θ’ αιώνος. Στο κέντρο μέσα σε φωτεινή δόξα κάθεται ό Χριστός υποβασταζόμενος από δύο αγγέλους. Γύρω-γύρω μέσα σε ενα καταπληκτικό για την μεγαλοπρέπεια του τοπίο οι δώδεκα απόστολοι με την Θεοτόκο στην μέση βλέπουν με θάμβος προς τον ουρανό. Και δύο λευκοφόροι άγγελοι τους απευθύνουν τους λόγους των Πράξεων: «Άνδρες Γαλιλαίοι, τι εστήκατε εμβλέποντες εις τον ούρανόν»; Νομίζεις πως και όλοι οι πιστοί κάτω από τον μεγάλο θόλο βρίσκονται συναγμένοι μαζί με τους αποστόλους και απολαμβάνουν το υπερφυές θέαμα. Τον Χριστό αναλαμβανόμενο, αλλά και διαρκώς μη χωριζόμενο. Διαρκώς βλέποντα από το βάθος του ουρανού μέσα στην αστραφτερή ολόχρυση δόξα Του και αδιάκοπα επαίροντα τα χέρια Του και ευλογούντα τους αποστόλους, την Εκκλησία Του. Και στην στάση, στην έκφραση, στις κινήσεις των αποστόλων του ψηφιδωτού διακρίνει κανείς όλα τα ανάμικτα αίσθήματα που ένοιωσαν εκείνοι κατά τη μεγάλη εκείνη στιγμή, αλλά και όλα τα αισθήματα πού πλημμυρίζουν τις καρδιές των πιστών που βλέπουν τη δόξα του αναλαμβανομένου. Γιατί ακριβώς η ανάληψη είναι το γεγονός – και η εορτή – των μεγάλων συναίσθηματων, της ποικιλίας των αντιθέσεων. Έτσι ακριβώς την βλέπει και η Εκκλησία στην ακολουθία της εορτής.
Και πρώτα κυριαρχεί ο τόνος της χαράς, της δόξης, του θριάμβου. Ο Κύριος τελειώνει το έργο της οικονομίας. Υψώνεται σαν νικητής και θριαμβευτής επάνω από τη γη που έσωσε, ο Πατήρ τον υποδέχεται, οι άγγελοι και οι άνθρωποι δοξολογούν τον νικητή, τον θριαμβευτή, τον Σωτήρα. Τον τόνο αυτόν της χαράς για την ένδοξο ανάληψη εκφράζει το πρώτο τροπάριο της εορτής, το πρώτο στιχηρό του εσπερινού, του πλ. β’ ήχου:
«Ο Κύριος ανελήφθη εις ουρανούς, ίνα πέμψη τον Παράκλητον τω κόσμω. Οι ουρανοί ητοίμασαν τον θρόνον αυτού, νεφέλαι την επίβασιν αυτού. Άγγελοι θαυμάζουσιν, άνθρωπον ορώντες υπεράνω αυτών. Ο Πατήρ εκδέχεται, ον εν κόλποις έχει συναΐδιον. Το Πνεύμα το άγιον κελεύει πάσι τοις αγγέλοις αυτού· Άρατε πύλας, οι άρχοντες ημών. Πάντα τα Εθνη, κροτήσατε χείρας· ότι ανέβη Χριστός, όπου ήν το πρότερον».
Η χαρά όμως αυτή δεν είναι μόνο χαρά για τη δόξα του Χριστού. Αλλά και χαρά για την σωτηρία του άνθρωπου. Γιατί ο Κύριος ανεβαίνοντας στους ουρανούς ανεβαίνει μαζί με το σώμα Του το ανθρώπινο, με την θεωθείσα σάρκα. Αυτήν ανεβάζει στον ουρανό και συγκαθίζει στα δεξιά του θρόνου του Θεού. Και έτσι γίνεται πρωτοπόρος του ανθρωπίνου γένους στη δόξα του ουρανού, όπως με την ανάστασή Του έγινε πρωτότοκος των νεκρών. Στους ώμους Του πήρε την πλανηθείσα ανθρωπίνη φύση και αναληφθείς την εθέωσε και «τω Θεώ και Πατρί προσήγαγε». Το θρίαμβο αυτό του ανθρώπου ψάλλει το δοξαστικό των αποστίχων του εσπερινού του πλ. β’ ήχου:
«Ανέβη ο Θεός εν αλαλαγμώ, Κύριος εν φωνή σάλπιγγος, του ανυψώσαι την πεσούσαν εικόνα του Αδάμ καί αποστείλαι Πνεύμα Παράκλητον, του αγιάσαι τας ψυχάς ημών».
Η χαρά όμως για την δόξα του Χριστού αναμειγνύεται με την λύπη για τον χωρισμό. Και τον θρήνο αυτόν των μαθητών παραστατικά ζωγραφεί το τέταρτο στιχηρό του εσπερινού του πλ. β’ ήχου:
«Κύριε, οι απόστολοι ως είδον σε εν νεφέλαις επαιρόμενον, οδυρμοίς δακρύων, ζωοδότα Χριστέ, κατηφείας πληρούμενοι, θρηνούντες έλεγον: Δέσποτα, μη εάσης ημάς ορφανούς, ους δι΄ οίκτον ηγάπησας δούλους σου, ως εύσπλαγχνος· αλλ’ άποστειλον, ως υπέσχου ημίν, το πανάγιόν σου Πνεύμα, φωταγωγούν τας ψυχάς ημών».
Χαρά, λύπη, αλλά και ελπίδα. Ελπίδα ότι ο Κύριος δεν θα αφήσει ορφανούς τους αποστόλους και την Εκκλησία. Θα στείλει το Πνεύμα που υποσχέθηκε, τον Παράκλητο, για να μένει μαζί τους και μαζί μας, κατά την επαγγελία Του, μέχρι της συντέλειας του αιώνος. Ότι την ένδοξο Ανάληψη θα ακολουθήσει η δυναμική παρουσία του Χριστού στον κόσμο, όπως ψάλλει το πρώτο τροπάριο της λιτής του α’ ήχου:
«Ανελθών εις ουρανούς, όθεν και κατήλθες, μη εάσης ημάς ορφανούς, Κύριε· ελθέτω σου το Πνεύμα, φέρον ειρήνην τω κόσμω. Δείξον τοις υιοίς των ανθρώπων έργα δυνάμεως σου, Κύριε φιλάνθρωπε».
Είναι ενα μυστήριο η εορτή της Αναλήψεως. Μυστήριο, που το ζει η Εκκλησία όχι μόνο κατά την ημέρα που τελούμε την ανάμνησή του, αλλά καθημερινά, σε κάθε στιγμή της υπάρξεώς της. Που το ζει και κάθε πιστός στις ώρες που στρέφει τα μάτια του στον ουρανό αναζητώντας το Σωτήρα του. Τον βλέπει ανερχόμενον εις τον ουρανόν, καθήμενον εκ δεξιών του Πατρός στη δόξα της Θεότητος, όπως τον είδε ο πρωτομάρτυρας Στέφανος. Αισθάνεται τα χέρια Του σηκωμένα να τον ευλογούν και τους λόγους Του να τον καθησυχάζουν. Τον ακούει να του μιλά για την παράκληση, για την παρηγορία του Παρακλήτου και για την εξ ύψους βοήθεια και να τον βεβαιώνει, ότι πάντοτε είναι και θα είναι μαζί του μέχρι της συντελείας του αιώνος. Παίρνει δύναμη και θάρρος αισθανόμενος τη διαρκή παρουσία Του, τη θαλπωρή της χάριτος του Αγίου Πνεύματος και αποδύεται στον αγώνα της ζωής, πατώντας στην γη, αλλά ζητώντας τα άνω, φρονώντας τα άνω, έχοντας τον δείκτη του προσανατολισμού του στραμμένο προς τον ουρανό, όπου ο Χριστός «έστι εν δεξιά του Θεού καθήμενος», κατά τον Απόστολο Παύλο. Είναι ήδη πολίτης των ουρανών, αφού η κεφαλή του, ο Χριστός, βρίσκεται στους ουρανούς.
(Ιωάννου Μ. Φουντούλη, Λογική Λατρεία, Θεσ/κη1971 σ. 115)

Λόγος εις την Ανάληψη του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού (απόσπασμα)

          

Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου
Κατά το γεγονός της Αναλήψεως, πραγματοποιήθηκε στην πράξη η συμφιλίωση του Θεού με το ανθρώπινο γένος. Διαλύθηκε η παλιά έχθρα, τελείωσε ο μακροχρόνιος πόλεμος. Κι αυτό συνέβαινε έως τώρα, όχι επειδή μισούσε ο Θεός τον άνθρωπο, αλλά επειδή ο άνθρωπος επιδείκνυε αδιαφορία και αχαριστία. Και τώρα, η αλλαγή δεν έγινε εξαιτίας των δικών μας κατορθωμάτων ή επειδή αλλάξαμε στάση και συμπεριφορά, αλλά λόγω της απροσμέτρητης αγάπης και του ενδιαφέροντος του Θεού…
Τώρα στην Ανάληψη, εμείς που δεν ήμασταν άξιοι να κατοικούμε στον παράδεισο, εμείς που στο τέλος καταντήσαμε να μην αξίζουμε να ζούμε εδώ στη γη, με αποτέλεσμα να γίνει ο κατακλυσμός και να χαθεί όλο το ανθρώπινο γένος εκτός της οικογένειας του Νώε, εμείς τώρα οι ανάξιοι ανεβαίνουμε στον ουρανό. Τα χερουβίμ, παλαιά, φυλάγανε τον παράδεισο για να μην μπούμε ξανά και τώρα εμείς τα υπερβαίνουμε. Η ανθρώπινη φύση, στο πρόσωπο του Χριστού, έτυχε τιμής που δεν έτυχε η φύση των αγγέλων. Ο Θεός έγινε άνθρωπος. Δεν έγινε άγγελος. Ενώθηκε μόνο με την ανθρώπινη φύση. Και οι άγγελοι δεν ζηλεύουν, αντίθετα χαίρονται, διότι χαρά των αγγέλων είναι η προκοπή μας και πόνος τους η εξαθλίωσή μας.

Βλέπετε το ουράνιο ύψος; (Λόγος του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά)

          


Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς. Τοιχογραφία στην Ιερά Μεγίστη Μονή Βατοπαιδίου.
Βλέπετε αυτή τη κοινή για μας εορτή και ευφροσύνη, την οποία ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός εχάρισε με την ανάσταση και ανάληψή του στους πιστούς; Επήγασε από θλίψη.
Βλέπετε αυτή τη ζωή, μάλλον δε την αθανασία; Επιφάνηκε σε μας από θάνατο.
Βλέπετε το ουράνιο ύψος, στο οποίο ανέβηκε κατά την ανύψωσή του ο Κύριος και την υπερδεδοξασμένη δόξα που δοξάσθηκε κατά σάρκα; Το πέτυχε με τη ταπείνωση και την αδοξία. Όπως λέγει ο απόστολος γι’ αυτόν, «εταπείνωσε τον εαυτό του γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, και μάλιστα σταυρικού θανάτου, γι’ αυτό κι’ ο Θεός τον υπερύψωσε και του χάρισε όνομα ανώτερο από κάθε όνομα, ώστε στο όνομα του Ιησού να καμφθεί κάθε γόνατο επουρανίων και επιγείων και καταχθονίων και να διακηρύξει κάθε γλώσσα ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο Κύριος σε δόξα Θεού Πατρός».(Φιλιπ. 2: 8-11).
Εάν λοιπόν ο Θεός υπερύψωσε το Χριστό του για το λόγο ότι ταπεινώθηκε, ότι ατιμάσθηκε, ότι πειράσθηκε, ότι υπέμεινε επονείδιστο σταυρό και θάνατο για χάρη μας, πως θα σώσει και θα δοξάσει και θα ανυψώσει εμάς, αν δεν επιλέξωμε τη ταπείνωση, αν δεν δείξουμε τη προς τους ομοφύλους αγάπη, αν δεν ανακτήσωμε τις ψυχές μας δια της υπομονής των πειρασμών, αν δεν ακολουθούμε δια της στενής πύλης και οδού, που οδηγεί στην αιώνια ζωή, τον σωτηρίως καθοδηγήσαντα σ’ αυτήν; «διότι, και ο Χριστός έπαθε για μας, αφήνοντάς μας υπογραμμό (παράδειγμα), για να παρακολουθήσουμε τα ίχνη του». (Α’ Πέτρ. 2:21).
Η ενυπόστατος Σοφία του υψίστου Πατρός, ο προαιώνιος Λόγος, που από φιλανθρωπία ενώθηκε μ’ εμάς και μας συναναστράφηκε, ανέδειξε τώρα εμπράκτως μια εορτή πολύ ανώτερη και από αυτή την υπεροχή. Γιατί τώρα γιορτάζουμε τη διάβαση, της σ’ αυτόν ευρισκομένης φύσεώς μας, όχι από τα υπόγεια προς την επιφάνεια της γης, αλλά από τη γη προς τον ουρανό του ουρανού και προς τον πέρα από αυτόν θρόνο του δεσπότη των πάντων.
Σήμερα ο Κύριος όχι μόνο στάθηκε, όπως μετά την ανάσταση, στο μέσο των μαθητών του, αλλά και αποχωρίσθηκε από αυτούς και, ενώ τον έβλεπαν, αναλήφθηκε στον ουρανό και εισήλθε στ’ αληθινά άγια των αγίων «και εκάθησε στα δεξιά του Πατρός πάνω από κάθε αρχή και εξουσία και από κάθε όνομα και αξίωμα, που γνωρίζεται και ονομάζεται είτε στον παρόντα είτε στον μέλλοντα αιώνα».(Εφ. 1:20)
Γιατί λοιπόν στάθηκε στο μέσο τους κι’ έπειτα τους συνόδευσε; «Τους εξήγαγε, λέγει, έξω έως τη Βηθανία», αλλά «και αφού σήκωσε τα χέρια του, τους ευλόγησε». (Λουκά 24:50). Το έκαμε για να επιδείξει τον εαυτό του ολόκληρο σώο και αβλαβή, για να παρουσιάσει τα πόδια υγιή και βαδίζοντα σταθερά, αυτά που υπέστησαν τα τρυπήματα των καρφιών, τα ομοίως επί του σταυρού καρφωμένα χέρια, την ίδια τη λογχισμένη πλευρά, αν έφεραν πάνω τους, τους τύπους των πληγών, προς διαπίστωση του σωτηριώδους πάθους.
Εγώ δε νομίζω ότι δια του «στάθηκε στο μέσο των μαθητών» δεικνύεται και το ότι αυτοί στηρίχθηκαν στη πίστη προς αυτόν, με αυτή τη φανέρωση και ευλογία του. Γιατί δεν στάθηκε μόνο στο μέσο όλων αυτών, αλλά και στο μέσο της καρδιάς του καθενός, γιατί από εκείνη την ώρα οι απόστολοι του Κυρίου έγιναν σταθεροί και αμετακίνητοι.
Στάθηκε λοιπόν στο μέσο τους και τους λέγει, «ειρήνη σε σας», τούτη τη γλυκιά και σημαντική και συνηθισμένη του προσφώνηση. Την διπλή ειρήνη, προς το Θεό που είναι γέννημα της ευσέβειας και αυτή που έχουμε οι άνθρωποι μεταξύ μας. Και καθώς τους είδε φοβισμένους και ταραγμένους από την ανέλπιστη και παράδοξη θέα, γιατί νόμισαν ότι βλέπουν πνεύμα – φάντασμα, αυτός τους ανέφερε πάλι τους διαλογισμούς της καρδιάς των, και αφού έδειξε ότι είναι αυτός ο ίδιος, πρότεινε τη διαβεβαίωση δια της εξετάσεως και ψηλαφήσεως. Ζήτησε φαγώσιμο, όχι γιατί είχε ανάγκη τροφής, αλλά για επιβεβαίωση της αναστάσεώς του.
Έφαγε δε μέρος ψητού ψαριού και μέλι από κηρύθρα, που είναι και αυτά σύμβολα του μυστηρίου του. Δηλαδή ο Λόγος του Θεού ένωσε στον εαυτό του καθ’ υπόσταση τη φύση μας, που σαν ιχθύς κολυμπούσε στην υγρότητα του ηδονικού και εμπαθούς βίου, και την καθάρισε με το απρόσιτο πυρ της Θεότητός του. Με κηρύθρα δε μελισσιού μοιάζει η φύση μας γιατί κατέχει το λογικό θησαυρό τοποθετημένο στο σώμα σαν μέλι στη κηρύθρα. Τρώγει από αυτά ευχαρίστως γιατί καθιστά φαγητό του τη σωτηρία του καθενός από τους μετέχοντας της φύσεως. Δεν τρώει ολόκληρο, αλλά μέρος «από κηρύθρα μέλι» επειδή δεν πίστευσαν όλοι και δεν το παίρνει μόνος του, αλλά προσφέρεται από τους μαθητές, γιατί του φέρνουν μόνο τους πιστεύοντες σ’ αυτόν, χωρίζοντάς τους από τους απίστους.
Κατόπιν τους υπενθύμισε τους λόγους του πριν το πάθος, που όλοι πραγματοποιήθηκαν. Τους υποσχέθηκε να τους στείλει το άγιο Πνεύμα, τους είπε να καθίσουν στην Ιερουσαλήμ μέχρι να λάβουν δύναμη από ψηλά. Μετά τη συζήτηση ο Κύριος τους έβγαλε από το σπίτι και τους οδήγησε έως τη Βηθανία και αφού τους ευλόγησε, όπως αναφέραμε, αποχωρίσθηκε από αυτούς και ανυψώθηκε προς τον ουρανό, χρησιμοποιώντας νεφέλη σαν όχημα και ανήλθε ενδόξως στους ουρανούς, στα δεξιά της μεγαλοσύνης του Πατρός, καθιστώντας ομόθρονο το φύραμά μας.
Καθώς οι Απόστολοι δεν σταματούσαν να κοιτάζουν τον ουρανό, με τη φροντίδα των αγγέλων πληροφορούνται ότι έτσι θα έλθει πάλι από τον ουρανό και «θα τον ιδούν όλες οι φυλές της γης, να έρχεται πάνω στις νεφέλες του ουρανού». (Ματθ. 24: 30). Τότε οι μαθητές αφού προσκύνησαν από το Όρος των Ελαιών, από όπου αναλήφθηκε ο Κύριος, επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ χαρούμενοι, αινώντας και ευλογώντας το Θεό και αναμένοντες την επιδημία του θείου Πνεύματος.
Όπως λοιπόν εκείνος έζησε και απεβίωσε, αναστήθηκε και αναλήφθηκε, έτσι κι’ εμείς ζούμε και πεθαίνουμε και θα αναστηθούμε όλοι. Την ανάληψη όμως δεν θα πετύχουμε όλοι, αλλά μόνο εκείνοι για τους οποίους ζωή είναι ο Χριστός και ο θάνατος είναι κέρδος, όσοι προ του θανάτου σταύρωσαν την αμαρτία δια της μετανοίας, μόνο αυτοί θα αναληφθούν μετά την κοινή ανάσταση σε νεφέλες προς συνάντηση του Κυρίου στον αέρα. (Α’ Θεσ. 4:17).
Ας έρθουμε στο υπερώο μας, στο νου μας προσευχόμενοι, ας καθαρίσουμε τους εαυτούς μας για να πετύχουμε την επιδημία του Παρακλήτου και να προσκυνήσουμε Πατέρα και Υιό και άγιο Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Γένοιτο.

Είναι κοντά και μαζί με όλους, που τον πιστεύουν και τον αγαπούν!

          


Εορτή Αναλήψεως του Κυρίου
Σήμερα η Εκκλησία γιορτάζει τη μεγάλη Δεσποτική εορτή της Αναλήψεως του Ιησού Χριστού. Για τη θεία Ανάληψη ομολογούμε στο Σύμβολο της Πίστεως, δηλαδή στο «Πιστεύω», ότι όταν τελείωσε το έργο της θείας οικονομίας, ο Ιησούς Χριστός αναλήφθηκε στους ουρανούς και κάθισε στα δεξιά του Θεού Πατέρα. Να τα λόγια του ιερού Συμβόλου, που τα ακούμε στη θεία Λειτουργία· «Και ανελθόντα εις τους ουρανούς και καθεζόμενον εκ δεξιών του Πατρός».
Η Εκκλησία γιορτάζει τη θεία Ανάληψη και η πρώτη Οικουμενική Σύνοδος δογματίζει ότι ο Ιησούς Χριστός ανέβηκε στους ουρανούς και κάθισε στα δεξιά του Θεού Πατέρα, σύμφωνα με τη μαρτυρία των αγίων Ευαγγελίων. Πραγματικά ο ευαγγελιστής Μάρκος στο τέλος του Ευαγγελίου του μας λέγει ότι, μετά το εκούσιο πάθος και την ανάστασή του, ο Ιησούς Χριστός «αναλήφθηκε στον ουρανό και εκάθισε στα δεξιά του Θεού». Και ο ευαγγελιστής Λουκάς, στο τέλος του Ευαγγελίου, λέγει τα εξής για τη θεία Ανάληψη· ο Ιησούς Χριστός οδήγησε τους μαθητές του έξω από την πόλη Ιερουσαλήμ στη Βηθανία, σήκωσε τα μάτια του στον ουρανό, τους ευλόγησε και καθώς τους ευλογούσε, «αποσπάσθηκε απ’ αυτούς κι ανέβαινε στον ουρανό. Αυτοί αφού τον προσκύνησαν γύρισαν στην Ιερουσαλήμ με χαρά μεγάλη».
Ο ίδιος Ευαγγελιστής Λουκάς, για την Ανάληψη του Ιησού, γράφει περισσότερα στην αρχή του βιβλίου των Πράξεων των Αποστόλων. Ο Ιησούς Χριστός, γράφει εκεί ο Ευαγγελιστής, σαράντα ημέρες μετά την Ανάσταση εμφανιζόταν στους μαθητές του, έτρωγε μαζί τους και τους έλεγε να μη φύγουν από την Ιερουσαλήμ, αλλά να περιμένουν το Άγιο Πνεύμα, που θα τους φωτίσει και θα σκορπιστούν στο κόσμο, για να γίνουν κήρυκες και μάρτυρες της Αναστάσεως. Την τελευταία ημέρα, «μόλις ο Ιησούς Χριστός είπε αυτά, κι ενώ οι μαθητές του τον κοίταζαν, ανυψώθηκε προς τον ουρανό και μια νεφέλη τον έκρυψε από τα μάτια τους. Και καθώς κοίταζαν που ανέβαινε προς τον ουρανό, ξαφνικά δύο άνδρες εμφανίσθηκαν μπροστά τους με άσπρα ενδύματα και τους είπαν. Γαλιλαίοι, τί σταθήκατε και κοιτάτε στον ουρανό; Αυτός ο Ιησούς, που αναλήφθηκε από ανάμεσά σας στον ουρανό, αυτός θα ‘ρθει πάλι με τον ίδιο τρόπο που τον είδατε να πηγαίνει στον ουρανό».
Αυτά λοιπόν γράφει για τη θεία Ανάληψη ο ευαγγελιστής Λουκάς. Και μας λέγει όχι μόνο για την Ανάληψη, αλλά και για τη δεύτερη παρουσία του Ιησού Χριστού, όταν θα έλθει για να κρίνει τον κόσμο. Γι’ αυτό και η Εκκλησία στο Σύμβολο της πίστεως, μαζί με την Ανάληψη δογματίζει και λέγει· «Και πάλιν ερχόμενον μετά δόξης, κρίναι ζώντας και νεκρούς».
Αυτό είναι το γεγονός της θείας Αναλήψεως, όπως μας λέγουν γι’ αυτό οι δύο Ευαγγελιστές, ο Μάρκος και ο Λουκάς. Αλλά ποιά είναι η σημασία της Αναλήψεως του Χριστού για την πίστη μας; Γιατί όλα τα θεία γεγονότα, όσα δηλαδή έκαμε και κάνει ο Θεός για τη σωτηρία μας, έχουν πάντα μια πολύ βαθειά σημασία και φανερώνουν τη βουλή του Θεού, σύμφωνα με την οποία γίνονται όσα γίνονται στο κόσμο. Όσα η βουλή του Θεού έκαμε και κάνει για τη σωτηρία μας, η Εκκλησία τα ονομάζει «μυστήρια της θείας οικονομίας». Ποιά είναι λοιπόν στο μυστήριο της θείας οικονομίας η σημασία της θείας Αναλήψεως; Γιατί δηλαδή η Εκκλησία γιορτάζει την Ανάληψη του Ιησού Χριστού και τί σημασία έχει αυτή η γιορτή για την πίστη μας; Γιατί όλες οι γιορτές της Εκκλησίας αναφέρονται στα ιερά πρόσωπα και γεγονότα του μυστηρίου της θείας οικονομίας. Και είπαμε πως μυστήρια της θείας οικονομίας είναι όσα έκαμε και κάνει η ανερμήνευτη βουλή του Θεού για τη σωτηρία του κόσμου και του ανθρώπου.
Για τη σημασία λοιπόν της θείας Αναλήψεως μας ομιλεί η Εκκλησία. Γιατί η Εκκλησία είναι στους πιστούς ο δάσκαλος της θείας αλήθειας. Η Εκκλησία μας ερμηνεύει τις θείες Γραφές και η Εκκλησία κάθε φορά, ως δάσκαλος και ως μητέρα μας οδηγεί στο δρόμο της σωτηρίας. Όχι μόνο στο θείο κήρυγμα και στην υμνολογία, δηλαδή στα τροπάρια κάθε γιορτής, η Εκκλησία εξηγεί στους χριστιανούς και τους διδάσκει τις αλήθειες της πίστεως. Θα περιοριστούμε λοιπόν σε μόνο και τα πιο γνωστά τροπάρια της γιορτής της Αναλήψεως, για να δούμε ποιά είναι η σημασία της μεγάλης αυτής Δεσποτικής γιορτής.
Πρώτο είναι το Απολυτίκιο. Λέγεται έτσι, γιατί ψάλλεται στην Απόλυση του Εσπερινού. Σε κάθε γιορτή ο αντιπροσωπευτικός ύμνος είναι το Απολυτίκιο, ένα τροπάριο σύντομο, που όλοι σχεδόν οι πιστοί το ξέρουν και το ψάλλουν. Να λοιπόν το Απολυτίκιο της γιορτής της Αναλήψεως.
«Ανελήφθης εν δόξη, Χριστέ ο Θεός ημών Χαροποιήσας τους μαθητάς τη επαγγελία του Αγίου Πνεύματος, βεβαιωθέντων αυτών διά της ευλογίας, ότι συ ει ο Υιός του Θεού ο Λυτρωτής του κόσμου».
Με δικά μας λόγια αυτό το τροπάριο θέλει να πει· «Ανα­λήφθηκες με δόξα, Χριστέ ο Θεός μας, αφού πρώτα χαρο­ποίησες τους μαθητές με την υπόσχεση πως θα στείλεις το Άγιο Πνεύμα κι αφού εκείνοι, με την ευλογία που τους έδωσες βεβαιώθηκαν ότι συ είσαι ο Υιός του Θεού, ο Λυτρωτής του κόσμου.
Το δεύτερο τροπάριο της γιορτής της Αναλήψεως, που το ακούμε στη θεία Λειτουργία, είναι το Κοντάκιο. Λέγεται έτσι, γιατί «εν κοντώ», δηλαδή σε λίγα λόγια και σύντομα ομιλεί πάντα για την υπόθεση της κάθε εορτής. Να λοιπόν το Κοντάκιο της γιορτής της Αναλήψεως.
«Την υπέρ ημών πληρώσας οικονομίαν, και τα επί γης ενώσας τοις ουρανίοις, ανελήφθης, Χριστέ ο Θεός ημών ουδαμόθεν χωριζόμενος, αλλά μένων αδιάστατος και βιών τοις αγαπώσί σε· Εγώ ειμί μεθ’ υμών και ουδείς καθ’ υμών».
Εξηγούμε κι αυτό το τροπάριο στη δική μας γλώσσα·«Αφού τέλειωσες όσα ήταν να γίνουν για τη σωτηρία μας κι αφού ένωσες τα επίγεια με τα ουράνια, αναλήφθηκες με δόξα, Χριστέ ο Θεός μας. Καθόλου όμως δεν χωρίστηκες από μας, αλλά μένεις μαζί μ’ εκείνους που σε αγαπάνε και τους βεβαιώνεις ότι εγώ είμαι μαζί σας και κανένας δεν μπορεί να σας βλάψει».
Αυτά τα δύο τροπάρια, μαζί με όλα τα άλλα βέβαια που ψάλλομε σήμερα, μας εξηγούν και μας λένε τί είναι η εορτή της Αναλήψεως. Μας λένε πρώτα ποιός είναι αυτός που αναλήφθηκε, πώς και πότε αναλήφθηκε και γιατί αναλήφθηκε. Αυτός που αναλήφθηκε είναι ο Χριστός ο Λυτρωτής του κόσμου. Αναλήφθηκε, όταν με τη διδασκαλία του, με τα θαύματά του, με το σταυρικό θάνατο και την Ανάστα­σή του, τέλειωσε το έργο της θείας οικονομίας για τη σωτηρία του κόσμου. Αναλήφθηκε με δόξα, έδωσε την υπόσχεση πως θα στείλει το Άγιο Πνεύμα και βεβαίωσε πως πάντα είναι μαζί μας, όταν τον πιστεύουμε και τον αγαπάμε. Ο Ιησούς Χριστός, ο Υιός του Θεού έγινε άνθρωπος, χωρίς να πάψει να είναι Θεός, πήρε πάνω του την ανθρώπινη φύση κι έγινε Θεός και άνθρωπος, Θεάνθρωπος, και ως Θεάνθρωπος αναλήφθηκε στους ουρανούς. Η ανάληψη δηλαδή είναι το ανέβασμα του ανθρώπου στους ουρανούς. Εκεί τώρα ο Θεάνθρωπος Σωτήρας και Λυτρωτής του κόσμου κάθεται στα δεξιά του Θεού Πατέρα και «εντυγχάνει υπέρ ημών», δηλαδή είναι κοντά και μαζί με όλους, που τον πιστεύουν και τον αγαπούν. Και ευλογεί όλους εμάς, όπως τον είδαν οι Απόστολοι να τους ευλογεί και να αναλαμβάνεται στους ουρανούς. Αμήν.
(+ ο Σ.Κ.Δ. «Ο λόγος του Θεού», τ. Β΄)

Η Ανάληψη του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού (Αγίου Γρηγορίου Νύσσης)

Η Ανάληψη του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού (Αγίου Γρηγορίου Νύσσης)

Δημοσιεύθηκε: 2 Ιουνίου 2011 Κατηγορίες: Ορθόδοξη πίστη

1. Σαν γλυκύς συνοδοιπόρος του ανθρώπινου βίου ο προφήτης Δαβίδ βρίσκεται σε όλους τους δρόμους της ζωής και αναστρέφεται πρόσφορα με όλες τις πνευματικές ηλικίες και είναι κοντά σε κάθε παράταξη πού προκόβει. Παίζει με όσους νηπιάζουν, όπως θέλει ο Θεός, με τους άνδρες συναγωνίζεται, παιδαγωγεί τη νεότητα, υποστηρίζει τα γηρατειά, γίνεται στους πάντες τα πάντα. Γίνεται το όπλο των στρατιωτών, ο προπονητής των αθλητών, η παλαίστρα όσων γυμνάζονται, το στεφάνι των νικητών, η χαρά του τραπεζιού, η παρηγοριά στις κηδείες. Δεν υπάρχει τίποτε από τη ζωή μας πού να είναι αμέτοχο από αυτή τη χάρη. Ποιά δυνατή προσευχή γίνεται, πού δεν έχει σχέση μ  αυτή ο Δαβίδ; Ποιά ευφροσύνη γιορτής δοκιμάζομε χωρίς να τη χαροποιεί ο Δαβίδ; Αυτό μπορούμε να το διαπιστώσομε και τώρα· ότι δηλαδή, ενώ και γι  άλλους λόγους είναι μεγάλη η εορτή, ο προφήτης με τη συνεισφορά του την έκανε μεγαλύτερη, συνεισφέροντας πρόσφορα σ  αυτήν την ευφροσύνη από τους ψαλμούς. Στον ένα ψαλμό σε προτρέπει να γίνεις πρόβατο πού το ποιμαίνει ο Θεός και δε στερείται από κανένα αγαθό· και χόρτο να βοσκήσει και νερό να πιεί και τροφή και μάντρα και δρόμος και οδηγία και τα πάντα γίνεται ο καλός ποιμένας (Ιω. 10, 2-4· 11), επιμερίζοντας κατάλληλα τη χάρη του σε κάθε ανάγκη.
2. Με όλα αυτά διδάσκει την Εκκλησία, ότι πρέπει να γίνεις πρώτα πρόβατο του καλού ποιμένα οδηγούμενο με την ορθή κατήχηση στις θείες βοσκές και πηγές των διδαγμάτων για να συνταφείς μαζί του με το βάπτισμα στο θάνατο (Ρωμ. 6, 3-4) και να μή φοβηθείς αυτόν το θάνατο· γιατί αυτός δεν είναι θάνατος, αλλά σκιά και αποτύπωμα θανάτου. Γιατί λέει· «άν βαδίσω μέσα από τη σκία του θανάτου δε θα το φοβηθώ αυτό ως κάτι κακό, γιατί εσύ είσαι μαζί μου» (Ψαλμ. 22, 4). Έπειτα από αυτά, αφού παρηγόρησε με τη βακτηρία του Πνεύματος (γιατί ο Παράκλητος είναι το Πνεύμα), παραθέτει το μυστικό τραπέζι πού ετοιμάστηκε κατ  αντίθεση με το τραπέζι των δαιμόνων. Γιατί εκείνοι ήταν πού καταβασάνισαν με την ειδωλολατρία τη ζωή των ανθρώπων, ενώ αντίθετή τους είναι η τράπεζα του Πνεύματος. Έπειτα αρωματίζει την κεφαλή με το έλαιο του Πνεύματος και προσφέροντάς του κρασί πού ευφραίνει την καρδιά (Ψαλμ. 103, 15), προξενεί στην ψυχή τη νηφάλια εκείνη μέθη, προσηλώνοντας τους λογισμούς από τα πρόσκαιρα στο αΐδιο. Γιατί, όποιος δοκίμασε τη μέθη αυτή, ανταλλάσσει τη βραχύτητα του θανάτου με την αιωνιότητα, παρατείνοντας τη διαμονή του σε μάκρος ημερών μέσα στον οίκο του Θεού.
3. Αφού μάς χάρισε αυτά με τον ένα ψαλμό, διεγείρει την ψυχή με τον επόμενο σε μεγαλύτερη και τελειότερη χαρά καί, αν νομίζεις, ας σου παραθέσομε, περιορίζοντας σε λίγα, και τούτου το νόημα. «Κτήμα του Κυρίου είναι η γή και όλο το πλήρωμά της» (Ψαλμ. 23, 1). Γιατί παραξενεύεσαι, άνθρωπε, αν ο Θεός μας παρουσιάστηκε στη γή και συναναστράφηκε με τους ανθρώπους; Η γή είναι κτήμα δικό του αφού είναι και δημιούργημά του. Δεν είναι επομένως παράδοξο ούτε έξω από το πρέπον να έρθει ο Κύριος στα δικά του (Ιω. 1, 11). Δεν πηγαίνει σ  ένα ξένο κόσμο, αλλά στον κόσμο πού συγκρότησε ο ίδιος, θεμελιώνοντας τη γή επάνω στα νερά και κάνοντάς την κατάλληλη για το πέρασμα των ποταμών. Για ποιόν λόγον λοιπόν φανερώθηκε; Για να σε βγάλει από τα βάραθρα της αμαρτίας και να σε οδηγήσει στο όρος της βασιλείας, χρησιμοποιώντας ως όχημα την ενάρετη πολιτεία. Γιατί δεν είναι δυνατό ν  ανεβεί κανένας σ  εκείνο το βουνό, αν δεν τον συνοδεύουν οι αρετές· πρέπει να γίνει καθαρός στα έργα και να μην τον ρυπαίνει καμιά πονηρή πράξη, να είναι καθαρός στην καρδιά και να μην οδηγεί την ψυχή του σε τίποτα το μάταιο ούτε να εξυφαίνει κανένα δόλο κατά του διπλανού του. Αυτής της ανάβασης έπαθλο είναι η ευλογία του Θεού, σ  αυτόν δίνει ο Κύριος την ελεημοσύνη πού επιφυλάσσει· «αυτή είναι η γενεά εκείνων πού τον ζητούν και ανεβαίνουν ψηλά με την αρετή» και «ζητούν το πρόσωπο του Θεού του Ιακώβ» (Ψαλμ. 23, 6).
4. Η συνέχεια του ψαλμού είναι ίσως υψηλότερη κι από την ίδια την ευαγγελική διδασκαλία. Γιατί το Ευαγγέλιο διηγήθηκε τη ζωή και τη συναναστροφή του Κυρίου επάνω στη γή, ενώ ο ουράνιος αυτός προφήτης, βγαίνοντας έξω από τον εαυτό του, για να μην τον βαραίνει το σκαφίδι του σώματος κι αφού αναμίχθηκε με τις υπερκόσμιες δυνάμεις, μάς εκθέτει τα λόγια εκείνων, πού, βαδίζοντας μπροστά στην πομπή του Κυρίου κατά την κάθοδό του, διατάζουν ν  ανοίξουν τις πόρτες οι άγγελοι, πού περιπολούν τη γή και τους έχει ανατεθεί η φύλαξη της ανθρώπινης ζωής, λέγοντας· «ανοίξτε τις πύλες σας, άρχοντες, και σείς πύλες αιώνιες διαπλατωθείτε και θα εισέλθει ο βασιλιάς της δόξας» ( Ψαλμ. 23, 7). Και επειδή σε οτιδήποτε εισέλθει αυτός πού περιέχει το πάν φέρνει τον εαυτό του στα μέτρα εκείνου πού τον δέχεται (γιατί δε γίνεται μόνο άνθρωπος εισερχόμενος στους ανθρώπους, αλλά κατ  ακολουθίαν και στους αγγέλους όταν βρεθεί κατεβάζει τον εαυτό του στη φύση εκείνων), γι  αυτό έχουν ανάγκη οι φύλακες των πυλών από εκείνον πού θα τους δείξει «ποιός είναι αυτός ο βασιλιάς της δόξας» (Ψαλμ. 23, 8). Γι  αυτό υποδεικνύουν σ  αυτούς τον κραταιό και ισχυρό δημιουργό και ακαταγώνιστο στον πόλεμο, πού πρόκειται να συγκρουστεί με εκείνον πού αιχμαλώτισε την ανθρώπινη φύση (Ρωμ. 7, 23. Εβρ. 2, 14) και να εξουδετερώσει αυτόν πού έχει τη δύναμη του θανάτου (Α´ Κορ. 15, 26), ώστε, αφού αφανιστεί ο έσχατος εχθρός, να ανακληθούν οι άνθρωποι στην ελευθερία και την ειρήνη.
5. Πάλι λέει τους ίδιους λόγους (γιατί ολοκληρώθηκε πιά το μυστήριο του θανάτου και πραγματοποιήθηκε η νίκη κατά των εχθρών και υψώθηκε το εναντίον τους τρόπαιο, ο σταυρός, και πάλι «ανέβηκε ψηλά αυτός πού αιχμαλώτισε πολλούς αιχμαλώτους, αυτός πού έδωσε τη ζωή και τη βασιλεία, αυτά τα αγαθά δώρα στους ανθρώπους» (Ψαλμ. 67, 19), και πρέπει ν  ανοίξουν πάλι γι  αυτόν οι υψηλές πύλες. Παίρνουν μέρος στην προπομπή οι δικοί μας φύλακες και διατάζουν να του ανοιχτούν οι υψηλές πύλες, για να δοξαστεί πάλι σ  αυτές. Τους είναι όμως άγνωστος αυτός πού φόρεσε τη βρώμικη στολή της δικής μας ζωής, πού οι λεκέδες των ρουχών του είναι από το ληνό των ανθρώπινων κακών (Βλ. Ησ. 63, 2). Γι  αυτό απευθύνουν σ  εκείνους πού συνιστούν την προπομπή αυτή την ερώτηση· «ποιός είναι αυτός ο βασιλιάς της δόξας; » (Ψαλμ. 23, 10). Δε δίνεται όμως ακόμα η απάντηση, «ο κραταιός και ισχυρός στον πόλεμο» (Ψαλμ. 23, 8. 23, 10), αλλά «ο Κύριος των δυνάμεων», πού έχει την εξουσία του παντός, πού ένωσε στο πρόσωπό του τα πάντα (Εφ. 1, 10), αυτός πού είναι ο πρώτος από όλα (Κολ. 1, 18), πού αποκατέστησε τα πάντα στην πρώτη τους μορφή (Πράξ. 3, 21), «Αυτός είναι ο Βασιλιάς της δόξας» (Ψαλμ. 23, 10). Βλέπετε πόσο γλυκύτερη μάς κάνει ο Δαβίδ την εορτή, αναμιγνύοντας τη χάρη των ψαλμών του στη χαρά της Εκκλησίας.
6. Ας μιμηθούμε λοιπόν κι εμείς τον προφήτη, σ  εκείνα πού είναι δυνατό να επιτύχομε τη μίμησή του, στην αγάπη προς το Θεό, στην πραότητα της ζωής, στη μακροθυμία σ  όποιους μάς μισούν, για να γίνει η διδασκαλία του προφήτη χειραγωγία προς την κατά Θεόν πολιτεία στο όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δόξα στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
Πηγή: http://serafeimtousarof.blogspot.com/2010/05/blog-post_2271.html

Η Ανάληψη του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού (δέκα τοποθετήσεις σε δέκα ερωτήσεις)

          

Η ΑΝΑΛΗΨΗ του Χριστού (Η ιερή εικόνα βρίσκεται στο Όρος των Ελαιών στα Ιεροσόλυμα)
1. Γιατί έγινε η Ανάληψη μετά από 40 μέρες και όχι αμέσως μετά την Ανάσταση;
Ο αρχηγός της ζωής, που έλυσε τα δεσμά του θανάτου με την Ανάστασή του, συναναστράφηκε με τους μαθητές του επί σαράντα ημέρες και επιβεβαίωσε σ’ αυτούς την Ανάστασή του με πολλές αποδείξεις. Δεν ανέβηκε στους ουρανούς την ίδια ημέρα που αναστήθηκε, γιατί κάτι τέτοιο θα δημιουργούσε αμφιβολίες και ερωτηματικά. Διαφορετικά, πολλοί από τους άπιστους θα μπορούσαν να προβάλλουν το επιχείρημα ότι η Ανάσταση δεν ήταν παρά ένα ακόμη από τα όνειρα ευσεβών πόθων που γρήγορα έρχονται και πιο γρήγορα παρέρχονται. Για αυτό ακριβώς έμεινε ο Χριστός σαράντα ολόκληρες ημέρες στη γη, και εμφανίστηκε επανειλημμένα στους μαθητές του, και τους έδειξε τις ουλές από τα πληγές του, τους μίλησε για τις προφητείες που εκπλήρωσε με την ζωή και τα πάθη του ως άνθρωπος, και μάλιστα συνέφαγε μαζί τους.
2. Γιατί έφαγε ο αναστημένος Χριστός ψητό ψάρι και μέλι;
Στο σημερινό Ευαγγέλιον της Εορτής ακούμε ότι ζήτησε και έφαγε ο Χριστός «ιχθύος οπτού μέρος και από μελισσίου κηρίου», δηλ. ένα κομμάτι από ψητό ψάρι και από κηρύθρα με μέλι (Λουκ. 24:42). Γιατί αναφέρεται η λεπτομέρεια αυτή; Κατά την εκκλησιαστική παράδοση, η λεπτομέρεια αυτή είχε πολύ σπουδαία αλληγορική σημασία. Όσον αφορά στο ψάρι, γνωρίζουμε ότι αν και ζει μέσα στην αλμυρή θάλασσα, το σώμα του δεν είναι αλμυρό, αλλά γλυκό. Κατά παρόμοιο τρόπο και ο Χριστός, που έζησε μέσα στην ‘αλμυρή θάλασσα της αμαρτίας’ του κόσμου τούτου, «αμαρτίαν ουκ εποίησε, ουδέ ευρέθη δόλος εν τω στόματι αυτού», δηλ. δεν έκανε καμιά αμαρτία, ούτε ξεστόμισε τίποτε το δόλιο (Ησ. 53:9). Επίσης, ο Χριστός παρέμεινε πιο άφωνος και από το ψάρι όταν υπέστη το σωτήριο πάθος του και δέχτηκε τα ανήκουστα εκείνα βασανιστήρια και ακατανόμαστους υβρισμούς. Όσον αφορά στο μέλι και στο κερί, γνωρίζουμε ότι το μέλι είναι γλυκό και το κερί φωτιστικό, γι’ αυτό και θεωρούνται σαν σύμβολα της πνευματικής ηδονής και του φωτισμού που μεταδίδει στους πιστούς ο Χριστός μετά την Ανάστασή του. Επίσης, συμβολίζουν, το μεν πρώτο την θεραπεία της μεγάλης πίκρας της αμαρτίας την οποίαν συμβολίζει η χολή που του δόθηκε στο πάθος του, το δε δεύτερο, την διάλυση του πυκτού σκοταδιού της αμαρτίας την οποία συμβολίζει το σκοτάδι που έγινε κατά την σταύρωσή του.
3. Γιατί έγινε η Ανάληψη στο Όρος των Ελαιών;
Αφού λοιπόν επιβεβαίωσε ο Χριστός την εκ νεκρών Ανάστασή του στους μαθητές του με μελιστάλακτους λόγους, και φώτισε τον νου τους και θέρμανε την καρδιά τους με την παρουσία του, τους οδήγησε την 40ην ημέρα από την Ανάστασή του στο Όρος των Ελαιών, που βρίσκεται στα ανατολικά της Ιερουσαλήμ. Έπρεπε σ’ αυτό το Όρος να γίνει η Ανάληψη, γιατί σ’ αυτό, σύμφωνα με μια αρχαία παράδοση, θα επανέλθει ο Κύριος σωματικά και με δόξα για να κρίνει τον κόσμο κατά την έσχατη ημέρα. Εκεί θα ελεηθούν με το μέγα έλεος οι δίκαιοι, και εκεί θα θρηνήσουν με τον αιώνιο και απαρηγόρητο θρήνο οι αμαρτωλοί. Τις δύο αυτές αντίθετες καταστάσεις των ανθρώπων δηλώνει η ονομασία του Όρους τούτου, γιατί οι κορυφές του ονομάζονται Όρος Ελαιών, ενώ οι πρόποδές του, κοιλάδα του Κλαυθμώνος. Το ίδιο προμήνυσε και ο χρησμός του προφήτη Ζαχαρία που ρητά δήλωσε «Ιδού ημέρα έρχεται Κυρίου, και στήσονται οι πόδες αυτού επί το Όρος των Ελαιών κατέναντι Ιερουσαλήμ εξ ανατολών» (Ζαχ. 14:4).
4. Γιατί έπρεπε να ήταν παρόντες οι Απόστολοι και η Θεοτόκος;
Σ’ αυτό το Όρος οδήγησε ο Κύριος τους μαθητές του και την Θεοτόκο που τον γέννησε, για να δουν με τα μάτια τους την ένδοξη Ανάληψή του. Έπρεπε η κατά σάρκα Μητέρα του να είναι παρούσα σ’ εκείνη την μεγάλη δόξα του Υιού της, έτσι ώστε όπως σαν Μητέρα πληγώθηκε ψυχικά για το πάθος του πάνω από όλους, έτσι κατά τρόπο ανάλογο να χαρεί πάνω από όλους βλέποντας τον Υιό της να ανέρχεται με δόξα στους ουρανούς, να προσκυνείται σαν Θεός από τους Αγγέλους και να καθίζεται στον θρόνο της Μεγαλοσύνης πάνω από κάθε αρχή και εξουσία. Έπρεπε επίσης και οι θείοι Απόστολοι να γίνουν αυτόπτες της Ανάληψής του, για να πληροφορηθούν, ότι ο θείος Διδάσκαλός τους που ανεβαίνει τώρα στους ουρανούς, από εκεί είχε κατεβεί, και εκεί θα τους περιμένει σαν αληθινός Υιός του Θεού και Σωτήρας του κόσμου.
5. Πως έγινε η πρωτόγνωρη και μοναδική Ανάληψη του Χριστού;
Είχαν ήδη φτάσει στη μεσαία κορυφή του Όρους. Μπροστά τους απλωνόταν η πόλη των Ιεροσολύμων. Ήταν ακόμα ανοιχτή στο χώμα η οπή στην οποία στήθηκε ο Σταυρός. Ανοιχτή ήταν επίσης και η είσοδος στον Τάφο του Σωτήρα, αφού ήταν ακόμα πεσμένος στο χώμα ο μέγας λίθος με τον οποίον είχε σφραγισθεί. Τότε στρέφει ο Σωτήρας τα νώτα του προς την αχάριστη πόλη των Ιεροσολύμων και το βλέμμα του ατενίζει προς ανατολάς, όπως αναφέρει ο Δαυίδ με χαρά σε κάποιο ψαλμό του, «Ψάλλατε τω Θεώ τω επιβεβηκότι επί τον ουρανόν του ουρανού κατά ανατολάς» (Ψαλμ. 67:34). Και ενώ αποχαιρετάει τους μαθητές του, υψώνει τα άχραντα χέρια του και ευλογεί για τελευταία φορά –τα χέρια εκείνα με τα οποία ανάπλασε τον άνθρωπο που είχε δημιουργήσει στην αρχή, και τα οποία άπλωσε από φιλανθρωπία επάνω στον Σταυρό και συνένωσε «τα διεστώτα», δηλ. αυτά που βρίσκονταν σε διάσταση. Ενώ δεν χόρταιναν τα μάτια των μαθητών να βλέπουν το θεοειδές και γλυκύτατο εκείνο πρόσωπο του Κυρίου τους, ξαφνικά άρχισε Εκείνος να ανέρχεται στον ουρανό. Το βλέμμα τους έμεινε καρφωμένο στο παράδοξο και ακατανόητο εκείνο θέαμα της σωματικής Ανάληψης του Κυρίου, μέχρις ότου τον έκρυψε η φωτεινή νεφέλη.
Τι πρωτόγνωρη και μοναδική που ήταν η μεγαλοπρέπεια αυτής της Ανάληψης! Και ο Ηλίας είχε αναληφθεί στους ουρανούς, όπως αναφέρει η Γραφή, όμως η ανάληψή του έγινε με πύρινο άρμα και πύρινους ίππους, γιατί ήταν απλός άνθρωπος και χρειαζόταν βοήθεια για να αναληφθεί πάνω από την γη. Ο Χριστός όμως ήταν Θεάνθρωπος που αναλήφθηκε από μόνος του, με μόνη την παντοδυναμία του. Όσον αφορά στην νεφέλη εκείνη, επρόκειτο για το Άγιο Πνεύμα, όπως ακριβώς συνέβη και στην Μεταμόρφωση του Χριστού. Όπως η κάθοδός του και η Ενσάρκωσή του έγιναν «εκ Πνεύματος Αγίου», σύμφωνα με το μήνυμα του Γαβριήλ προς την Παρθένο («Πνεύμα Κυρίου επελεύσεται επί σε και δύναμις Υψίστου επισκιάσει σε» Λουκ. 1:35), έτσι και τώρα «συνανέρχεται» (ανεβαίνει μαζί με το Άγιο Πνεύμα) γιατί Εκείνο τον παρακολουθεί και συνυπάρχει μαζί του ως ομοούσιό του, συμπροσκυνούμενο και συνδοξαζόμενο.
6. Γιατί εστάλησαν οι δύο ανθρωπόμορφοι και λευκοφόροι Άγγελοι;
Ενώ ατένιζαν έκθαμβοι στον ουρανό οι άγιοι Απόστολοι, δύο άνδρες παρουσιάστηκαν σ’ αυτούς ντυμένοι με λευκή στολή. Ήταν άγγελοι οι δύο αυτοί άνδρες που είχαν πάρει ανθρώπινη μορφή για να μη φοβίσουν τους μαθητές. Και ήταν λευκοφόροι για να φανερωθεί η αγνότητά τους και το διαφωτιστικό και χαρμόσυνο μήνυμα τους το οποίο είχαν αποσταλεί να παραδώσουν. Τους απόστειλε ο Χριστός που αναλήφθηκε, για να τους παρηγορήσει την στιγμή της λύπης τους για τον αποχωρισμό του, αλλά και να τους διαφωτίσει ότι ο αόρατος πλέον Κύριός τους καθόταν στα δεξιά του Θεού Πατρός και ότι θα κατεβεί και πάλι στη γη για να κρίνει όλους τους ανθρώπους, τους ζωντανούς και τους νεκρούς.
7. Ποιο ήταν το μήνυμα των λευκοφόρων Αγγέλων;
«Άνδρες Γαλιλαίοι», τους είπαν, «γιατί στέκεστε με το βλέμμα σας προσηλωμένο στους ουρανούς; Αυτός ο Ιησούς, τον οποίον σήμερα βλέπετε να αναλαμβάνεται, θα επανέλθει για να κρίνει τον κόσμο, και η επάνοδός του θα είναι ίδια με την ανάληψή του». Δηλαδή, θα έλθει από τον ουρανό φορώντας το ίδιο άχραντο Σώμα, το οποίο παρέλαβε από τα αίματα της αγνής Παρθένου, και το οποίο θα έχει επάνω του χαραγμένες τις πληγές που έλαβε στο πάθος του. Τώρα μόνο εσείς οι λίγοι τον βλέπετε να ανέρχεται στον ουρανό, όταν όμως επανέλθει, όλες οι φυλές της γης θα τον δουν να κατεβαίνει από εκεί με δόξα επάνω σε νεφέλες. Η ένδοξη αυτή κατάβασή του θα αποβεί πρόξενος μακαριότητας και χαράς για όσους έζησαν δίκαια. Για τους αμαρτωλούς όμως θα είναι αιτία θλίψεως και συμφοράς.»
8. Ποιος ήταν ο αντίκτυπος της Ανάληψης στους Αποστόλους και στο μικρό ποίμνιο της πρώτης Εκκλησίας;
Αυτά άκουσαν οι Απόστολοι και προσκύνησαν τον Σωτήρα στην Ανάληψή του και ύστερα επέστρεψαν με χαρά στα Ιεροσόλυμα. Η χαρά τους ήταν πολύ μεγάλη, γιατί έμαθαν οριστικά, ότι ο θείος Διδάσκαλός τους είναι Θεός αληθινός, που αναλήφθηκε στους ουρανούς, όχι για να εγκαταλείψει τη γη, αλλά για να την ενώσει με τον ουρανό. Η χαρά τους ήταν επίσης πολύ μεγάλη γιατί πήραν την ευλογία του Σωτήρα τους στην Ανάληψή του. Με αυτήν την ευλογία η ολιγάριθμη Εκκλησία των μαθητών, το μικρό εκείνο ποίμνιο, αυξήθηκε μέσα σε ένα μικρό διάστημα και έγινε πολύ μεγάλη, και παίρνοντας την χάρη του Αγίου Πνεύματος αναδείχτηκε στην Εκκλησία εκείνη που εγκαθιδρύθηκε σε όλα τα μέρη της γης.
9. Ποιος ήταν ο αντίκτυπος της Ανάληψης στις ταξιαρχίες των Αγγέλων στους ουρανούς;
Ενώ αυτά συνέβαιναν στη γη εξ αιτίας της Ανάληψης, στους ουρανούς οι Άγγελοι έστηναν μεγαλειώδες πανηγύρι. Οι τάξεις των Αγγέλων που υπηρέτησαν τον Σωτήρα επάνω στη γη και τον συνόδευαν τώρα στην θεία του Ανάληψη καλούσαν τις άνω ταξιαρχίες να ανοίξουν τις ουράνιες πύλες για να εισέλθει ο Βασιλεύς της Δόξης. «Άρατε πύλας οι άρχοντες υμών,» ψάλλει ο προφητάναξ Δαυίδ, «και επάρθητε πύλαι αιώνιοι, και εισελεύσεται ο Βασιλεύς της Δόξης» (Ψαλμ. 23:7). Επειδή με το σωτήριο πάθος του έγινε ο Σωτήρας Χριστός ενδοξότερος και υψηλότερος –όπως το διατυπώνει ο Απόστολος Παύλος: «Εταπείνωσε το εαυτόν του και έγινε υπήκουος μέχρι θανάτου, και μάλιστα θανάτου Σταυρικού, γι’ αυτό και ο Θεός τον υπερύψωσε και του χάρισε το υπέρ παν όνομα» (Φιλιππ. 2:9), γι’ αυτό απαιτούν και οι πύλες του ουρανού να γίνουν υψηλότερες για να τον υποδεχτούν επάξια. Επίσης, επειδή η δόξα του νικητή του Άδη και του θανάτου, που δεν χώρεσε στην μικρή γη, πλήρωσε τους ουρανούς, απαιτούν να υψωθούν και εκείνοι (οι Άγγελοι) στην εμφάνισή του.
Ωστόσο, οι ανώτερες ταξιαρχίες των Αγγέλων, βλέποντας ανθρώπινο σώμα να μεταφέρεται πάνω από αυτούς, καταλαμβάνονταν από θάμβος και έκπληξη. Γιατί, όπως ένας άνθρωπος που βλέπει Άγγελο στη γη καταλαμβάνεται από έκπληξη φόβου, έτσι και οι ασώματοι Άγγελοι, βλέποντας τότε ένα σώμα να υψώνεται μέσα σε νεφέλη, ζητούσαν έκθαμβοι να μάθουν γι’ αυτό το παράδοξο θέαμα, ζητώντας δυο φορές να βεβαιωθούν, Ποιος είναι αυτός ο Βασιλεύς της Δόξης; Μαθαίνοντας, όμως, ότι είναι ο ισχυρός στους πολέμους Κύριος, που πάλεψε με τον διάβολο και τον κατέβαλε, που τώρα ανέρχεται στους ουρανούς, απορούν, πως το υπέρλαμπρο εκείνο σώμα είναι ερυθρό, και ρωτούν, «Τις ούτος ο παραγενόμενος εξ Εδώμ; ;» όπως ψάλλει ο πρώτος των προφητών, «ερύθημα ιματίων αυτού εκ Βοσόρ; Ούτος ωραίος εν στολή αυτού» (Ησαΐας 63:1); Δηλαδή, ποιος είναι αυτός ο γήινος που έρχεται φορώντας σάρκα σαν υπέρλαμπρο και ερυθρό ιμάτιο; Γιατί γήινος είναι η ερμηνεία του Εδώμ και σάρξ είναι το Βοσόρ, και το σημείο αναφοράς εδώ είναι το δοξασμένο εκείνο Σώμα του Δεσπότη Χριστού που φαινόταν κατά την άνοδό του στους ουρανούς σαν ερυθρό γιατί έφερε επάνω του τον τύπο των πληγών της άχραντης πλευράς, των χειρών και των ποδών.
10. Γιατί διατηρήθηκαν τα αποτυπώματα των πληγών στο Αναστημένο Σώμα του Χριστού;
Πως όμως φαίνονταν οι πληγές σ’ εκείνο το άφθαρτο σώμα; Ήταν θέμα οικονομίας αυτό που φαινόταν, και είχε σαν σκοπό να φανερώσει την άρρητη (ανέκφραστη) και υπερβολική αγάπη του Θεανθρώπου για τον άνθρωπο. Δηλαδή το ότι καταδέχτηκε όχι μόνο να δεχθεί πληγές, αλλά και μετά την Ανάστασή του να τις διατηρήσει με παράδοξο τρόπο επάνω σ’ εκείνο το αφθαρτοποιημένο σώμα, και να τις δείξει στην Ανάληψή του και στον κόσμο των Αγγέλων σαν τα σύμβολα του πάθους του και σαν τα ανεξίτηλα τεκμήρια της αγάπης του προς εμάς τους ανθρώπους. Επίσης, διατήρησε τις πληγές του άχραντου σώματός του για να μας πείσει να μην λησμονούμε ποτέ τα πάθη του, διότι όταν τα έχουμε ενώπιόν μας, η καρδιά μας θα πλημμυρίζει από ευγνωμοσύνη προς αυτόν και από ιερά συναισθήματα. Τίποτε άλλο, λέει ο ιερός Χρυσόστομος δεν είναι ικανό να γεννήσει μέσα μας τα σωτήρια αυτά αποτελέσματα όσο το να βλέπουμε τον Θεό να μεταφέρει τα ίχνη του Σταυρού μέχρι το θρόνο της μεγαλοσύνης του. Κατά τον ιερό Αυγουστίνο, ο Θεάνθρωπος διατήρησε τις πληγές του στους ουρανούς, για να μας δείξει, ότι και στην κατάσταση της δόξης του δεν θα μας λησμονήσει, όπως άλλωστε μας διαβεβαιώνει γι’ αυτό και ο κορυφαίος από τους προφήτες: «Ιδού επί των χειρών μου εζωγράφησά σου τα τείχη, και ενώπιόν μου ει δια παντός» (Ησ. 49:16), δηλαδή, ουδέποτε θα μας ξεχάσει, διότι θα μας έχει γραμμένους με ανεξίτηλα γράμματα επάνω στα χέρια του και θα μεσιτεύει για μας ενώπιον του Θεού Πατρός. Ίσως ακόμη και να διατήρησε τις πληγές για να μας διδάξει ότι μόνο με παθήματα και θλίψεις θα μπορέσουμε να εισέλθουμε στην βασιλεία των ουρανών. Αν ο ίδιος ο Θεάνθρωπος ανυψώθηκε με σταυρικό πάθος, και αν δοξάστηκε με επονείδιστο θάνατο, τότε πως εμείς θα μπορέσουμε να εισέλθουμε στην δόξα εκείνη χωρίς να βαδίσουμε στην στενή οδό της αρετής, και χωρίς να υπομείνουμε θλίψεις και πειρασμούς αγωνιζόμενοι τον καλόν αγώνα; Αυτό είναι τελείως αδύνατο.
Πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Δ. Δράγα
Πηγή: http://orthodox-answers.blogspot.com/

Η Πεντηκοστή

          

rabbula-pentecost
Η Πεντηκοστή. Μικρογραφία από τον συριακό χειρόγραφο κώδικα των Ευαγγελίων του γραφέα Ραββουλά (586 μΧ).
«Πεντηκοστήν εορτάζομεν και Πνεύματος επιδημίαν και προθεσμίαν επαγγελίας και ελπίδος συμπλήρωσιν και το μυστήριον όσον; Ως μέγα τε και σεβάσμιον. Διό βοώμέν σοι· Δημιουργέ του παντός, Κύριε, δόξα σοι».
Αυτόν τον θαυμάσιο ύμνο θέτει η Εκκλησία μας σαν προπύλαιο στην εορτή της Πεντηκοστής. Και σ΄ αυτόν ανακεφαλαιώνει το «μέγα και σεβάσμιον» μυστήριον, το όποιον πανηγυρίζει: Τη συμπλήρωση της ελπίδος, την προθεσμία της επαγγελίας, την επιδημία του Πνεύματος του αγίου. Γιατί πράγματι το εορταζόμενο γεγονός, η επιφοίτηση του αγίου Πνεύματος στους αποστόλους του Χριστού, αποτελεί το τέλος και το επιστέγασμα όλου του έργου της σωτηρίας. Όλο το έργο του Χριστού, η έλευση, η διδασκαλία, το πάθος, η ανάσταση, η ανάληψη απέβλεπαν σ΄ αυτό· στην έλευση του αγίου Πνεύματος στον κόσμο, στη νέα δημιουργία. Ακριβώς για τον λόγο αυτό στο τροπάριο που παραθέσαμε στην αρχή και σε όλη την υμνογραφία της Πεντηκοστής ανυμνείται ο δημιουργός του παντός, ο Πατήρ, που διά του Λόγου, του Υιού της αγάπης Του, εν αγίω Πνεύματι δημιουργεί τον κόσμο, αναδημιουργεί, ξανακτίζει την κτίση και την μεταβάλλει σε νέα, την ανακαινίζει.
Έτσι η ήμερα αυτή συνδέει την ανάμνηση της γενεθλίου ημέρας του νέου κόσμου με την ανάμνηση της γενεθλίου ημέρας του παλαιού. Τις δύο γεννήσεις, τη φυσική και την υπερφυσική. Στην πρώτη μας μεταφέρουν οι πρώτες γραμμές της Βίβλου: «Η δε γη ην αόρατος και ακατασκεύαστος και σκότος επάνω της αβύσσου και πνεύμα Θεού επεφέρετο επάνω του ύδατος, Και είπεν ο Θεός· Γενηθήτω φως. Και εγένετο φως. Και είδεν ο Θεός το φως, ότι καλόν» (Γεν. 1, 2-4). Στη δεύτερη συμβαίνει το ίδιο. Επάνω στην άμορφη ύλη των εθνών και στο σκοτάδι της πλάνης εκχύνεται η βίαια πνοή του Πνεύματος του Θεού. Ο Λόγος Του ανακαινίζει την παλαιωθείσα κτίση. «Πάρθοι και Μήδοι και Ελαμίται και οι κατοικούντες την Μεσοποταμίαν, Ιουδαίαν τε και Καππαδοκίαν, Πόντον και την Ασίαν, Φρυγίαν τε και Παμφυλίαν, Αίγυπτον και τα μέρη της Λυβίης της κατά Κυρήνην… Ρωμαίοι, Ιουδαίοι τε και προσήλυτοι, Κρήτες και Άραβες» (Πράξ. 2, 9-11) είναι η νέα άβυσσος, το γέννημα της διασποράς, της κατατμήσεως και της αποσυνθέσεως του κόσμου. Επάνω από αυτούς τώρα επιφέρεται το Πνεύμα του Θεού και ο Λόγος Του καλεί όλους σε συμφωνίαν, σε ενότητα Πνεύματος αγίου, στο φως. «Ο ειπών εκ σκότους φως λάμψαι»( Β’ Κορ. 4, 6) τους καλεί να επιστρέψουν «από σκότους εις φως»( Πράξ. 26, 18), να γίνουν «φως έν Κυρίω»( Εφεσ. 5. 8). Και η αναχώνευση γίνεται με τις πυριμόρφες γλώσσες του αγίου Πνεύματος, που διεμερίσθησαν στους αποστόλους. «Και ώφθησαν αυτοίς διαμεριζόμεναι γλώσσαι ωσεί πυρός»(Πραξ. 2, 3). Η γλώσσα, το σύμβολο, το αποτέλεσμα και το αίτιο του χωρισμού, γίνεται τώρα σύμβολο ενότητος, της εν αγίω Πνεύματι ενότητος του νέου λαού του Θεού. Ο εγκαινισμός του Πνεύματος συμβολίζεται με την καινουργία των γλωσσών. Δια του Χριστού εν Αγίω Πνεύματι λαλείται τώρα το μυστήριο της αιωνίου σωτηρίας. Αυτό ακριβώς υπογραμμίζει το δεύτερο στιχηρό του εσπερινού της Πεντηκοστής του α’ ήχου: «Γλώσσαις αλλογενών εκαινούργησας, Χριστέ, τους σους μαθητάς, ίνα δι΄ αυτών σε κηρύξωσι τον αθάνατον Λόγον και Θεόν, τον παρέχοντα ταις ψυχαίς ημών το μέγα έλεος».
Ο λαός λοιπόν του Θεού, η Εκκλησία, εορτάζει κατά την Πεντηκοστή τη γέννησή της. Τη γενέθλιο ήμερα της, αλλά και αυτό το μυστήριο της ιδίας της ζωής της. Γιατί η Εκκλησία του Χριστού δεν έζησε το μυστήριο της Πεντηκοστής σε μία στιγμή χρόνου κατά το μακάριο εκείνο έτος και την ιστορική εκείνη ημέρα, που «επλήσθησαν» οι μαθηταί «Πνεύματος άγιου». Αλλά το ζει καθημερινά, διαρκώς, σε κάθε στιγμή χρόνου, από την ήμερα εκείνη τη γενέθλιο μέχρι της συντελείας του αιώνος. Γιατί το Πνεύμα το άγιον ήλθε τότε και έκτοτε μένει και θα μένει εις τον αιώνα στον κόσμο για να συγκροτεί την Εκκλησία. Πνεύμα και Εκκλησία είναι αδιασπάστως ηνωμένα. Το άγιον Πνεύμα είναι η ψυχή, η ζωή, η ύπαρξη της Εκκλησίας, της εν αγίω Πνεύματι καινής ζωής. Σ’ αυτό οφείλεται η ενότης, η αγιότης, η καθολικότης της Εκκλησίας. Από αυτό πηγάζουν τα χαρίσματα, οι θεσμοί, η πίστη και η θεολογία της Εκκλησίας. Τη βιαία Του πνοή και την πυρίμορφη δρόσο Του αισθάνεται σε κάθε βήμα, σε κάθε εκδήλωση, σε κάθε κίνησή της. Από αυτό πηγάζουν οι υπερφυσικές ενέργειες των μυστηρίων, που ζωογονούν, τροφοδοτούν και αγιάζουν το σώμα της. Αυτό θεολογεί και ο ποιητής του τρίτου στιχηρού του εσπερινού:
«Πάντα χορηγεί το Πνεύμα το άγιον, βρύει προφητείας, ιερέας τελειοί, αγράμματους σοφίαν εδίδαξεν, αλιείς θεολόγους ανέδειξεν, όλον συγκροτεί τον θεσμόν της Εκκλησίας. Ομοούσιε και ομόθρονε τω Πατρί και τω Υιώ, Παράκλητε, δόξα σοι».
Στην ιστορική λοιπόν Πεντηκοστή, αλλά και στη διαρκή Πεντηκοστή, στην οποία ζει η Εκκλησία, θα μας μεταφέρει κατά την επέτειο του γεγονότος αυτού, θα μας καλέσει να κλίνουμε τα γόνατα στις αυλές του Κυρίου και να προσκυνήσουμε την αήττητη δύναμή Του, να δοξολογήσομε την αγία Τριάδα, που φωτίζει και αγιάζει τις ψυχές μας. Και στη στάση αυτή της ταπεινώσεως, της κλίσεως των γονάτων και του αυχένος, να υποδεχθούμε τη χάρη του Παρακλήτου. Να ανανεώσουμε και να αναρριπίσουμε τη φλόγα του αγίου Πνεύματος. Να συνειδητοποιήσουμε τη θέση μας και την υπόστασή μας σαν μελών της Εκκλησίας, σαν ναών του άγιου Πνεύματος. Ναών και σκευών καθαρών, δοχείων του Παρακλήτου, των οποίων κάθε σκέψη θα υπαγορεύεται από το Πνεύμα της σοφίας, κάθε ενέργεια από το Πνεύμα της συνέσεως, το αγαθόν, το ευθές, το νοερόν, το ηγεμονεύον, το καθαίρον τα πταίσματα. Το Πνεύμα το άγιον, το Κύριον και ζωοποιόν, το θείον, που θεοποιεί τους ανθρώπους, που διά της χάριτος Του μας μεταβάλλει σε «Θεούς κατά μέθεξιν».
( Ι. Μ. Φουντούλη, Λογική Λατρεία, Θεσ/κη 1971, σ.126)

Μια ευλογημένη ..μάνα


Μια ευλογημένη ..μάνα

ΜΗΤΕΡΩΝ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΚΑΙ ΣΕΜΝΩΜΑ (μνήμη 30 Μάη ) Από τον καρπό ενός δένδρου μπορείς να γνωρίσης και την ρίζα του. Εάν ο καρπός είναι υγιής και γλυκύς, σημαίνει ότι και η ρίζα του δένδρου είναι υγιής. Έτσι και από τα παιδιά, από τον τρόπο, δηλαδή, με τον οποίο ζουν και συμπεριφέρονται, μπορείς να καταλάβης και ποιοί είναι οι γονείς τους. Βέβαια, υπάρχουν και εξαιρέσεις, αλλά σίγουρα το παράδειγμα των γονέων παίζει καθοριστικό ρόλο στην όλη πορεία και την εξέλιξη της ζωής των παιδιών. Η αγία Εμμέλεια, είναι η αγαθή ρίζα από την οποίαν εβλάστησαν γλυκύτατοι καρποί, τα παιδιά της, τα οποία ανεδείχθησαν εξέχοντα μέλη της κοινωνίας καί, τα περισσότερα, Άγιοι της Εκκλησίας, όπως ο Μ. Βασίλειος, ο Γρηγόριος Νύσσης, ο Πέτρος Σεβαστείας, η Μακρίνα, ο Ναυκράτιος κ.λ.π. Από αγία ρίζα προήλθαν αγιασμένοι βλαστοί, δηλαδή από αγίους γονείς προήλθαν ευλογημένα και άγια παιδιά. Βέβαια, η ρίζα ήταν πολύ βαθειά. Περνούσε από τον πατέρα, την μητέρα και έφθανε στους ευσεβεστάτους παππούδες και γιαγιάδες. Η οσία Εμμέλεια δοκίμασε στην ζωή της, όπως συμβαίνει συνήθως με τους εκλεκτούς, πολλές θλίψεις. Ο θάνατος των γονέων της πριν ακόμα παντρευτεί, ο θάνατος του συζύγου της μόλις γεννήθηκε ο γιός τους Πέτρος και ο πρόωρος θάνατος του γιού της Ναυκρατίου, αλλά και το να μεγάλώσει μόνη της, από ένα σημείο και μετά, τα παιδιά της, ήσαν μερικές από αυτές. Τις αντιμετώπισε όμως με υποδειγματική πίστη, ανδρεία και υπομονή. Δίδασκε τα παιδιά της κυρίως με το παράδειγμά της. Τους έδωσε, μαζί με το δικό της γάλα, το ανόθευτο γάλα της πίστης. Τα θήλασε, όπως θήλαζε και εκείνη, από τον ζωντανό μαστό της Εκκλησίας και γι’ αυτό πρόκοψαν και προόδευσαν στην ζωή τους. Ετελείωσε την ζωή της ως μοναχή με ηγουμένη την θυγατέρα της οσία Μακρίνα. Η αγία Εμμέλεια, με τον βίο και την πολιτεία της, μας δίνει την αφορμή να τονίσουμε τα ακόλουθα: Πρώτον, ότι βασικό ρόλο στην ανατροφή και την εξέλιξη των παιδιών παίζει η ποιότητα της ζωής των γονέων. Από προσευχομένους γονείς, προήλθαν παιδιά που αγάπησαν την προσευχή και έγιναν φιλόθεοι και φιλάνθρωποι. Γιατί όποιος αγαπά τον Θεό και βιώνει τις εντολές Του, αυτός αγαπά και τους συνανθρώπους του και τους διακονεί ανιδιοτελώς. Η ατμόσφαιρα που δημιουργείται στο σπίτι από γονείς που έχουν αγάπη μεταξύ τους, αλλά και προς τους συνανθρώπους τους, έχει ευεργετική επίδραση στην ανάπτυξη των παιδιών και την διάπλαση του χαρακτήρα τους. Η αγωγή, επομένως, των παιδιών αρχίζει από τους γονείς. Την ώρα της συλλήψεως, εάν οι γονείς είναι ήρεμοι ή εάν είναι θυμωμένοι, εάν βλαστημούν ή εάν προσεύχονται, όλα αυτά το έμβρυο τα αντιλαμβάνεται και επηρεάζεται από αυτά. “Η αγωγή των παιδιών αρχίζει από την ώρα της συλλήψεώς τους. Το έμβρυο ακούει και αισθάνεται μέσα στην κοιλιά της μητέρας του. Ναί, ακούει και βλέπει με τα μάτια της μητέρας του. Αντιλαμβάνεται τις κινήσεις και τα συναισθήματά της, παρόλο που ο νούς του δεν έχει αναπτυχθεί. Σκοτεινιάζει το πρόσωπο της μάνας, σκοτεινιάζει κι’ αυτό. Νευριάζει η μάνα, νευριάζει κι’ αυτό. Ό,τι αισθάνεται η μητέρα, λύπη, πόνο, φόβο, άγχος κ.λ.π., τα ζεί κι’ αυτό. Αν η μάνα δεν το θέλει το έμβρυο, αν δεν το αγαπά, αυτό το αισθάνεται και δημιουργούνται τραύματα στην ψυχούλα του, που το συνοδεύουν σ’ όλη του τη ζωή. Το αντίθετο... όταν έχει χαρά, ειρήνη, αγάπη στο έμβρυο, τα μεταδίδει σ’ αυτό μυστικά, όπως συμβαίνει με τα γεννημένα παιδιά. Γι’ αυτό πρέπει η μητέρα να προσεύχεται πολύ...ν’ αγαπάει το έμβρυο, να διαβάζει ψαλμούς...νά ζεί ζωή αγία...γιά να γίνη και το παιδί πιο άγιο” (Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου Βίος και Λόγοι, σελ. 405,406, έκδ. Ιεράς Μονής Χρυσοπηγής Χανίων). Δεύτερον, ότι η αγωγή των παιδιών μετά την γέννησή τους πρέπει να γίνεται κυρίως με το παράδειγμα και λιγότερο με τα λόγια και τις συμβουλές. Να μιλούμε περισσότερο στον Θεό για τα παιδιά, παρά στα παιδιά για τον Θεό. Να τα μάθουμε να έχουν εμπιστοσύνη στην Πρόνοιά Του και να ζητούν την βοήθειά Του, ιδιαίτερα στις δύσκολες στιγμές της ζωής τους. Είναι σημαντικό να τους λέμε την αλήθεια όσο πικρή και αν είναι μερικές φορές. Να τα επαινούμε όταν είναι απαραίτητο, αλλά και να τα μαλώνουμε όταν χρειάζεται, γιατί οι συνεχείς έπαινοι δεν τα ωφελούν. “Στα παιδιά ο έπαινος κάνει κακό... στο μικρό παιδάκι λένε όλο επαινετικά λόγια. Μαθαίνει, όμως, έτσι και δεν μπορεί να αντιδράσει σωστά και στην πιο μικρή δυσκολία. Μόλις κάποιος του εναντιωθεί, τσακίζεται, δεν έχει σθένος”. Με τους συνεχείς επαίνους “γίνονται ατίθασα και σκληρά και άπονα...όταν τα επαινείς συνεχώς, χωρίς διάκριση, τα πειράζει ο αντίθετος. Τους ξεσηκώνει το μύλο του εγωϊσμού...έτσι μεγαλώνοντας μέσα στον εγωϊσμό, η πρώτη του δουλειά είναι ν’ αρνείται τον Θεό και να είναι ένας εγωϊστής απροσάρμοστος μέσα στην κοινωνία” (ένθ. ανωτ. σελ. 427,428,429). Βέβαια, τα παιδιά δεν είναι όλα ίδια, δεν έχουν την ίδια ιδιοσυγκρασία και τον ίδιο χαρακτήρα, γι’ αυτό, όπως τονίζει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, άλλους ωφελεί ο έπαινος και άλλους η επίπληξη, μερικούς δε και τα δύο. Ασφαλώς, χρειάζεται προσοχή, διάκριση και φόβος Θεού, γιατί η διαπαιδαγώγηση των παιδιών είναι πολύ σοβαρή υπόθεση. Μητέρες, μιμηθείτε την αγία Εμμέλεια και θηλάστε τα παιδιά σας από τον ζωντανό μαστό της Εκκλησίας, για να σάς ευγνωμονούν παντοτεινά. Πρωτ. π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα